4. Γείτονες

119 17 1
                                    

Το διαμέρισμα που βρήκαμε δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο, όμως ήταν αρκετό να στεγάσει δύο ενήλικες και ένα βρέφος. Βρισκόταν στο Νότιο Άκρο της πόλης, σε μια μικρή αλλά ζεστή πολυκατοικία.

Για την ακρίβεια ήταν ότι φθηνότερο μπορούσαμε να βρούμε. Η πολυκατοικία διέθετε τρεις ακόμη ενοίκους, που έμεναν στον πρώτο και στον τρίτο όροφο, ενώ εμείς θα μέναμε στον δεύτερο, ακριβώς στη μέση.

Μόλις δύο μέρες μετά την εγκατάστασή μας σε εκείνο το μέρος, η Ολίβια πρότεινε να κοιτάω για βρεφονηπιακούς σταθμούς που μπορούσαν να κρατούν το Ματέο, άλλωστε έπρεπε να βρω και εγώ μια δουλειά.

Δεν μπορούσα να βασιστώ σε μια άγνωστη.

Πρέπει να είχα σπαταλήσει την τύχη μια ζωής πέφτοντας πάνω σε εκείνη την κοπέλα. Μια νεαρή καλλονή με μακριά σπαστά καστανά μαλλιά και όμορφα μυστήρια σμαραγδένια μάτια. Το δέρμα της λευκό σαν πορσελάνη και το κορμί της πιο ίσιο και από βίτσα. Ίσως υπερβολικά αδύνατο.

Ήταν τόσο όμορφη αλλά παράλληλα έμοιαζε ψυχρή. Το πρόσωπό της έμοιαζε με γυάλινη μάσκα που ποτέ δεν άλλαζε έκφραση. Η αλλαγή των συναισθημάτων της ήταν εμφανής από το απατηλό σούφρωμα των φρυδιών της.

Κι όμως εκείνη η φαινομενικά ψυχρή και απρόσιτη κοπέλα, είχε φανεί γενναιόδωρη και μεγαλόψυχη με μία άγνωστη.

Πάνω μου δεν είχα περισσότερα από μερικά δολάρια. Ανέλαβε να μας στηρίξει στην αρχή, μέχρι να καταφέρω να ορθοποδήσω. Ακόμη και τον παιδικό σταθμό του Ματέο, εκείνη τον πλήρωνε.

Ένιωθα για άλλη μια φορά ότι ήμουν βάρος άλλων, όμως κατά έναν περίεργο τρόπο, δεν ένιωθα τόσο πνιγμένη, όσο ένιωθα με την οικογένεια του αρραβωνιαστικού μου.

Η Ολίβια ετοίμαζε ζεστό τσάι και εγώ συμμάζευα λίγο το διαμέρισμα, όταν χτύπησε το κουδούνι.

Ανοίγοντας την πόρτα, δύο νεαροί άντρες γύρω στα τριάντα στέκονταν απέναντί μου. Ο ένας είχε ελαφρώς σκουρόχρωμο δέρμα, μαύρα μαλλιά και όμορφα αμυγδαλωτά καστανά μάτια. Ο δεύτερος ήταν ελαφρώς κοκκινομάλλης με λευκό δέρμα και γαλανά μάτια.

-«Καλημέρα! Είμαστε οι γείτονες που μένουμε στον τρίτο όροφο. Σας φέραμε λίγη πίτα για το καλωσόρισμα.» αποκρίθηκε ο άντρας με το σοκολατί δέρμα.

-«Περάστε!!!» αποκρίθηκα με ένα πλατύ χαμόγελο.

-«Το όνομά μου είναι Μιγκέλ Εκουαδόρ και αυτός είναι ο Άλεξ Μποβίνσκι. Είμαστε ζευγάρι.» αποκρίθηκε ο άντρας με την λατινική καταγωγή και πάγωσα για μια στιγμή.

Γεννημένοι ΝικητέςWhere stories live. Discover now