Παρτ 10

335 46 6
                                    

Μέσα στις σκέψεις μου σχετικά με το όνειρο που είχα δει δεν άκουσα τις φασαρίες έξω. Ξαφνικά άρχισαν να μιλάνε δύο βρύκολακες μεταξύ τους καθώς διέσχιζαν τον διάδρομο που περνούσε από το κελί μου.
" Τον βρήκαμε χθες το βράδυ στο λόφο... Κρατούσε την τουλίπα αλλά του την πήραμε και την κρύψαμε στο θυσαυροφυλάκιο του πύργου. " Έλεγε ο ένας βρυκόλακας στον άλλον.
" Και τώρα; " Ρώτησε ο άλλος.
"Θα τον βάλλουμε ξανά στο κελί μαζί της. Είναι επικίνδυνοι αλλά ταυτόχρονα και πολλοί χρήσιμοι. Δεν πρέπει να φύγουν από εδώ πριν το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. " Είπε ο βρυκόλακας καθώς περνούσαν μπροστά από το κελί. Εγώ έκανα ότι κοιμόμουν και αυτοί απομακρύνθηκαν. Μετά από λίγο ήρθαν δύο βρυκόλακες, οι οποίοι κρατούσαν αιχμάλωτο τον Γουίλ, τον πέταξαν στο κρεβάτι δίπλα μου και έπειτα έφυγαν κλειδώνοντας την πόρτα. Ήταν αρκετά χτυπημένος με ένα σορρό πληγές στο μέτωπο.
" Γουίλ, τι έγινε, τι σου έκαναν; " Ρώτησα ανήσυχη.
" Εκεί που όλα κυλούσαν ρολόι, ήρθαν απο πίσω μου και με χτύπησαν στο πρόσωπο, με ακινητοποίησαν και... μετά δεν θυμάμαι... Έχασα τις αισθήσεις μου." Μου είπε.
" Άκουσα ότι η τουλίπα είναι στο θυσαυροφυλάκιό τους. " Είπα στον Γουίλ ψιθυριστά.
" Ξέρω που είναι! " Μου είπε." Χθες το βράδυ δεν έφυγα κατευθείαν, ξαναμπήκα κρυφά μέσα και προσπαθούσα να βρω τρόπο για να σε σώσω όταν θα έπαιρνα την τουλίπα και καταλάθως μπήκα στο θυσαυροφυλάκιό τους. Υπάρχει ένας διάδρομος που συνδέει το κελί με αυτόν." Είπε.
" Ίσως γι' αυτό σε βρήκαν. " Είπα. " Μπορεί να σε είδαν και να σε ακολούθησαν. "
" Δεν έχει σημασία. Το βραδύ θα πάρουμε την τουλίπα και θα φύγουμε από εδώ. Βρηκά μια πόρτα από το πίσω μέρος του θυσαυροφυλακίου και που οδηγεί στο λόφο. Από εκεί μπήκα χθες στον πύργο. " Είπε ο Γουίλ.
" Είσαι τρελός; " Τον ρώτησα χωρίς να πιστεύω σε αυτά που ακούω.
" Καθόλου. Λίσα δεν εχουμε πολλές μέρες. Πρέπει να πάρουμε την τουλίπα και να φύγουμε. " Μου απάντησε.
" Και πως θα την πάρουμε; " Ρώτησα ξανά.
" Έψαξα χθες τις σημειώσεις του μπαμπά μου και έχει τον κωδικό για τον θυσαυροφυλάκιο. Προφανώς είχε έρθει πολλές φορές. Θα το σκάσουμε ξανά από το παράθυρο θα πάμε να πάρουμε την τουλίπα και θα φύγουμε από την μικρή την πόρτα. Το κάστρο του είναι πολύ κοντά στον λόφο και αυτός θα μας οδηγήσει πίσω στο δάσος." Είπε γεμάτος σιγουριά.
Εγώ φοβόμουν αλλά έπρεπε να γινεί. Το βραδύ όταν σταμάτησαν οι φασαρίες, το σκάσαμε από το παράθυρο και ο Γουίλ με οδήγησε στο θυσαυροφυλάκιο. Σε κλάσματα δευτερολέπτου πήραμε την τουλίπα και φύγαμε βιαστηκά. Ήταν ξημερώματα και ο Γουίλ περπατούσε πρώτος μιας και ήξερε τον δρόμο και εγώ ακολουθούσα από πίσω. Ξαφνικά ένιωσα κάτι. Ένας βρυκόλακας μου έκλεισε το στόμα και με παγίδεψε με ένα μαχαίρι στο λαιμό. Ο Γουίλ άκουσε τις κραυγές μου και γύρισε να δει τι συμβαίνει αλλά τον είχαν περικυκλώσει άλλοι τέσσερις. Ο Γουίλ τους κοιτούσε άγρια.
" Αφήστε την τώρα. " Φώναξε.
"Δώσε μου την τουλίπα και θα την αφήσω. " Είπε ο βρυκόλακας που με κρατούσε ενώ άλλοι τέσσερις τον πλησίασαν.
" Όχι Γουίλ ψέματα λέει μην του τι δώσεις... " Φώναξα, αλλά ο βρυκόλακας πλησίασε περισσότερο το μαχαίρι στο λαιμό μου.
" Ή θα μου δώσεις την τουλίπα ή θα δεν θα ξαναδείς την Λίσα. Η απόφαση είναι δική σου. " Συνέχισε να λέει ο βρυκόλακας στο Γουίλ.
Προσπαθούσα σαν τρελή να κάνω νόημα στο Γουίλ να μην δώσει τη τουλίπα γιατί ήταν παγίδα και με χρησιμοποιούσαν. Ο Γουίλ έβαλε την τουλίπα στην τσέπη του και έβγαλε το κοντάρι του. Τότε ο βρυκόλακας ακούμπησε την λεπίδα του μαχαιριού στο λαιμό μου. Έβγαλα μια πνιχτή κραυγή. Αλλά αμέσως ο Γουίλ πέταξε το όπλο του κάτω.
" Εντάξει, εντάξει! Σταματήστε! Αφήστε την ήσυχη! Θα σας δώσω την τουλίπα. " Φώναξε.
Ο βρυκόλακας που κρατούσε εμένα, πλησίασε τον Γουίλ.
" Έξυπνη σκέψη, το ήξερα ότι στο τέλος αυτό θα διάλεγες. " Του είπε.
Ο Γουίλ με τη σειρά του πλησίασε διακριτικά προς εμάς. Έβγαλε σιγά σιγά το χέρι του από την τσέπη του και η τουλίπα εμφανίστηκε στην παλάμη του. Την στιγμή που πήγε να τη δώσει στο βρυκόλακα, τράβηξε το χέρι του πίσω και με το άλλο έβγαλε γρήγορα το ασημένιο στιλέτο από τη ζώνη του και τον τραυμάτησε. Στη συνέχεια με έπιασε από το χέρι και με τράβηξε δυνατά.
" Τρέξε! " Μου είπε.
Οι άλλοι τέσσερις βρυκόλακες άρχισαν να μας κυνηγάνε από πίσω. Τρέχαμε με όλη μας τη δύναμη αλλά ο Γουίλ σταμάτησε απότομα στην άκρη του λόφου και αμέσως μετά σταμάτησα και εγώ ακριβώς πίσω του. Κάτω είχε ποτάμι και ήταν αρκετά ψηλά. Κοιτάξαμε πίσω και είδαμε τους βρυκόλακες να μας πλησιάζουν. Εμείς κάναμε ένα βήμα πίσω. Τώρα ήμασταν ακριβώς στο χείλος του λόφου. Ο Γουίλ μου έσφιξε το χέρι και εγώ γύρισα και τον κοίταξα.
" Με εμπιστεύεσαι; " Με ρώτησε ο Γουίλ.
" Ναι! " Του απάντησα κοιτώντας τον.
" Κλείσε τα μάτια σου! " Μου είπε.
Ργώ τα έκλεισα σφιχτά και αυτός με τράβηξε δυνατά και πέσαμε μαζί στο ποτάμι.

Το Ματωμένο ΦεγγάριWhere stories live. Discover now