Κοίταξα γύρο μου αλλά όλοι οι βρυκόλακες είχαν εξαφανιστεί και είχα μείνει μόνη μου μαζί με τον Γουίλ στο τρίτο όροφο του συστήματος. Για κάποιο περίεργο λόγο εκτός από το να οραματίζομαι το μέλλον τώρα μπορούσα και να διαβάζω τις σκέψεις κάποιου. Οι υπερφυσικές μου δυνάμεις σίγουρα αυξάνονταν, αλλά δεν ήξερα αν αυτό ήταν καλό ή κακό. Κοίταξα τον Γουίλ ο οποίος συνέχιζε να με κοιτάει ανέκφραστος.
" Λίσα δεν μπορείς να ξεφύγεις. " Μου είπε ο Γουίλ.
Προσπαθούσα σαν τρελή να βρω ένα τρόπο να τον βοηθήσω να απαλλαγεί από την επιρροή των βρυκολάκων. Ο Γουίλ κοιτούσε προσεκτικά την κάθε μου κίνηση. Ήξερα ότι ελεγχόταν από τον αρχηγό των βρυκολάκων στο κάστρο και ότι δεν ήταν ο εαυτός του. Έπρεπε κάπως να τον σώσω. Προσπάθησα να τον πλησιάσω αλλά ο Γουίλ αντέδρασε. Έκανε ένα βήμα πίσω και με κοιτούσε σαν να ήμουν εχθρός. Εγώ τον πλησίασα περισσότερο, τον έπιασα από το χέρι και τον κοίταξα στα μάτια.
" Γουίλ σε παρακαλώ μην τους ακούς, δεν ξέρεις τι κάνεις, εγώ είμαι. " Είπα ψιθυριστά.
" Πρέπει να γίνει. " Απάντησε ξερά.
Εκείνη τη στιγμή πήγα να μιλήσω αλλά ένιωσα κάτι δυνατό να τραντάζεται μέσα μου. Το ίδιο συνέβη και στον Γουίλ. Έκανε ένα βήμα πίσω και έσκυψε ελάχιστα πιάνοντας το στήθος του. Έπειτα ο Γουίλ σήκωσε αργά το κεφάλι του προς το μέρος του και αντίκρυσα τα μάτια του πιο άγρια από ποτέ. Προσπάθησα να τον πλησιάσω αλλά αυτός όρμησε άγρια εναντίον μου και προσπάθησε να με ακινητοποιήσει. Εγώ τον χτύπησα γρήγορα με τον αγκώνα μου στο στήθος του και μετά τον έσπρωξα μακριά και άρχισα να τρέχω προς την πόρτα της εξόδου. Προσπαθούσα να ανοίξω την πόρτα αλλά ήταν κλειδωμένη. Ο Γουίλ ήρθε από πίσω μου και με έπιασε σφιχτά από το λαιμό. Εγώ μετά βίας προσπαθούσα να πάρω ανάσα. Εγώ έπιασα με τα χέρια μου το χέρι του και το απομάκρυνα από το λαιμό μου προσπάθησα να ξεφύγω από τα πλάγια αλλά ο Γουίλ με άρπαξε και με πέταξε με φόρα πάνω σε ένα μηχάνημα. Δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω. Έπρεπε κάπως να φύγω από εδώ διότι ο Γουίλ θα με σκότωνε. Σηκώθηκα μετά από μερικά λεπτά ενώ ο Γουίλ ετοιμαζόταν να με επιτεθεί. Έτρεξα γρήγορα προς την πόρτα και ο Γουίλ με τη σειρά του άρχισε να τρέχει με φόρα επάνω του. Την ώρα που ο Γουίλ ήταν έτοιμος να πέσει επάνω μου εγώ έκανα στα πλάγια και ο Γουίλ έπεσε πάνω στην πόρτα διαλύοντας την. Χώρις να χάσω λεπτό βγήκα στον εξωτερικό διάδρομο του συστήματος. Είχε σκοτεινιάσει και το φεγγάρι έπαιρνε συνεχώς όλο και πιο κόκκινο χρώμα. Κατευθύνθηκα γρήγορα προς τις σκάλες αλλά πριν προλάβω να κάνω δυο βήματα ο Γουίλ με έσπρωξε με δύναμη και εγώ πέρασα πάνω από τα κάγκελα του διαδρόμου αλλά τελευταία στιγμή κρατήθηκα. Αμέσως στο μυαλό μου ήρθε το όραμα με γκρεμό. Ο γκρεμός ήταν ο εξωτερικός διάδρομος του συστήματος και εγώ ήμουν αυτή που κινδύνευε. Τα χέρια μου γλιστρούσαν, δεν μπορούσα να κρατηθώ πολύ.
" Γουίλ!!! " Φώναξα δυνατά. "Γουίλ σε παρακαλώ βοήθησέ με." Είπα τρομοκρατημένη ενώ ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό μου. Ο Γουίλ στεκόταν πάνω από τα κάγκελα και κοιτούσε σαστισμένος. Φαινόταν μπερδεμένος, σαν να μην ήξερε ποιον να ακούσει.
" Γουίλ, στα αλήθεια αυτό θέλεις; Θέλεις να με σκοτώσεις; Γουίλ μην τους κακούς, μην γίνεις το πιόνι τους. Σε χρησιμοποιούν για να γίνει το δικό τους. Ξέρεις τι θα κάνουν μετά; Θα μεταμορφώσουν όλους τους ανθρώπους σε βρυκόλακες. Ίσως και τους σκοτώσουν. Αυτό θέλεις Γουίλ, να γίνεις ένας από αυτούς; Θέλεις να υπηρετείς το σκότος, τον θάνατο και την μαύρη μαγεία; Ο κόσμος υποφέρει από αυτήν... Γούιλ εγώ, εγώ δεν σου θυμίζω τίποτα; Έχουμε περάσει τόσα πολλά... Είχες πει ότι θα ήμασταν μαζί μέχρι το τέλος Γουιλ. " Είπα και λίγησα στα τελευταία μου λόγια.
Ο Γουίλ με κοιτούσε και είχε σχεδόν βουρκώσει.
" Γουίλ, δεν μπορώ να κρατηθώ αλλό. Σε παρακαλώ, σε ικετεύω, κάνε κάτι. Βοήθησέ με. " Είπα κλαίγοντας.
Το ένα μου χέρι γλίστρησε από το κάγκελο και κρατιόμουν πλέον μόνο από το ένα χέρι.
" ΓΟΥΙΛ! " ούρλιαξα " Βοήθεια! " Φώναξα κλαίγοντας με λυγμούς.
Άρχισε να γλιστράει και το άλλο μου χέρι. Έκλεισα τα μάτια μου καθώε προσπαθούσα να κρατηθώ όσο πιο πολύ μπορούσα. Τη στιγμή που πήγα να πέσω άκουσα τον Γουίλ.
" Λίσα όχι! " Φώναξε δυνατά.
Έπειτα μου έπιασε γρήγορα το χέρι και με τράβηξε πάνω. Έπεσα πάνω του και τον αγκάλιασα σφιχτά μη μπορώντας να σταματήσω να κλαίω.