Παρτ 16

264 38 2
                                    

Άρχιζε ήδη να ξημερώνει και εγώ ξαφνικά μέσα στις σκέψεις μου συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να κάνω κάτι αλλά δεν ήξερα πως να δραπετεύσω από εδώ γιατί οι αλυσίδες στα χέρια μου ήταν πολύ σφηχτά δεμένες. Θυμήθηκα τα λόγια του κύριου Μίλερ ότι μέσα μας έχουμε δύο φύσεις και έχουμε ειδικές δυνάμεις. Έκλεισα λοιπόν τα μάτια μου και συγκεντρώθηκα στις δυνάμεις μου. Με μια γρήγορη κίνηση τίναξα με δύναμη τα χέρια μου και οι αλυσίδες πετάχτηκαν. Αμέσως ανέβηκα τα σκαλιά της καταπακτής και βγήκα έξω από το υπόγειο. Τότε κατάλαβα ότι ήμουν στο κάστρο των βρυκολάκων γιατί βρισκόμουν στον λόφο τους. Όμως δεν υπήρχε κανείς και ο Γουίλ ήταν άφαντος. Διέσχισα γρήγορα τον λόφο και βγήκα στο δάσος. Έπειτα άρχισα να κατευθύνομαι προς την πόλη. Είχε ξημερώσει για τα καλά. Εγώ συνέχιζα να περπατάω χωρίς σταματημό. Είχα αρκετό δρόμο και έπρεπε να φτάσω στην πολή πριν εμφανιστεί το φεγγάρι. Ήταν περίπου 6-7 το απόγευμα και εγώ μόλις είχα περάσει τη γέφυρα, όπου ήταν τα σύνορα της πόλης. Ένα σορρό αναμνήσεις έρχονταν στο μυαλό μου αντικρίζοντας αυτό το σημείο. Που μπορεί να ήταν ο Γουίλ; Τι μπορεί να του είχε συμβεί. Αναστέναξα κάνοντας αύτες τις σκέψεις και έπειτα συνέχισα να περπατάω. Μέσα σε δέκα λεπτά είχα φτάσει στο σπίτι του κύριου Μίλερ, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο η πόρτα ήταν ανοιχτή. Μπήκα γρήγορα μέσα χώρις δεύτερη σκέψη και πάγωσα με το θέαμα που είδα.
" Όχι! " Ούρλιαξα τρέχοντας στο σαλόνι.
Ο κύριος Μίλερ ήταν ξαπλωμένος στο πάτωμα, βαριά πληγωμένος στο στήθος.
" Λίσα... " Ψιθύρισε και εγώ έσκυψα προσπαθώντας να τον βοηθήσω να σηκωθεί.
" Όχι! Μη... " Μου είπε κοφτά
" Ποιος το έκανε αυτό; " Ρώτησα.
" Ο Γουίλ. " Μου απάντησε με δυσκολία.
Πάγωσα ακούγοντας το όνομα του Γουίλ.
" Τι; " Ρώτησα και ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό μου. " Όχι, δεν-δεν μπορεί.. " Είπα μη μπορώντας να πιστέψω σε αυτά που έλεγε.
" Λίσα σε παρακαλώ άκουσε με, πολύ πιθανόν να είναι και η τελευταία φορά... " Μου είπε κάνοντας μια παύση ενώ άλλο ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό μου ακούγοντας αυτά τα λόγια.
" Λίσα δεν είναι ώρα για κλάματα, πρέπει να τρέξεις στο ηλιακό σύστημα. Έχουν καταλάβει το μυαλό του Γουίλ και κάνει ότι τον διατάζουν. Δεν φταίει αυτός. Βοήθησε τον, σω-σώσε τον. " Είπε καθώς το οξυγόνο του λιγόστευε.
" Και εσείς; " Ρώτησα και το κλάμα μου δυνάμωσε.
" Κάποιος έπρεπε να θυσιαστεί Λίσα. Είχα υποσχεθεί ότι θα σας προστάτευα. Πήγαινε και να θυμάσαι όλα όσα σου έχω πει. Όλα εξαρτώνται από εσένα. " Είπε και άρχιζε να χάνει σιγά σιγά τις αισθήσεις του.
Εγώ άρχισα να κλαίω με λυγμούς πάνω από το νεκρό σώμα του κύριου Μίλερ.
" Σας υπόσχομαι ότι θα κάνω τα πάντα. " Του είπα ψιθυριστά και του έσφιξα το χέρι. Έπειτα σηκώθηκα με βαριά καρδιά και ξεκίνησα για το σύστημα. Όταν έφτασα ο ήλιος ήδη έδυε. Ανέβηκα τα σκαλιά για να πάω στον τρίτο όροφο και μέσα με περίμεναν όλοι οι βρυκόλακες της νέας γενιάς.
" Βρε, Βρε καλώς την! Εσένα περιμέναμε. " Μου είπαν.
Εγώ τους κοίταξα άγρια.
" Δεν θες να δεις τον Γουίλ; Προχώρα μέσα είναι σε περιμένει. " Μου είπε ένας ειρωνικά.
Εγώ προχώρησα και είδα τον Γουίλ να κρατάει στα χέρια του την τουλίπα και να προσπαθεί να ξαναδηλητηριάσει το σύστημα.
" Γουίλ, Γουίλ τι κάνεις; Σταμάτα." Του φώναξα.
Αυτός γύρισε το κεφάλι του προς σε εμένα αλλά δεν έδωσε σημασία. Έπειτα ξαναστράφηκε προς το μηχάνημα. Εγώ έτρεξα κοντά του και προσπάθησα να τον σταματήσω αλλά αυτός με έσπρωξε απότομα και έπεσα κάτω. Σήκωσα το βλέμμα μου πάνω και τον είδα να με κοιτάει με μίσος.
" Γουίλ, τι σου έχουν κάνει και δεν μπορείς ούτε καν να με αναγνωρίσεις; " Ρώτησα σιγανά απελπισμένη.
" Α, ο Γουίλ τώρα είναι δικός μας. Ελέγχουν το μυαλό τοθ οι αυθεντικοί βρυκόλακες από το κάστρο και κάνει ότι τον διατάζουν
. " Είπαν οι βρυκόλακες.
" Αφού δεν ήταν κανείς στο κάστρο. " Είπα ξερά.
" Αυτό δεν το ξέρεις γλυκιά μου. Εσύ ήσουν στο υπόγειο. " Μου είπαν.
Εγώ στράφηκα πάλι στον Γουίλ και αυτός συνέχιζε να με κοιτάει ξερά και θυμωμένα. Έπρεπε να κάνω κάτι για να τον σώσω. Θυμήθηκα ότι είχα την ικανότητα να ορματίζομαι το μέλλον. Ίσως θα μπορούσα να δω το μυαλό του Γουίλ και να μάθαινα τι είχαν σκοπό να κάνουν. Στάθηκα ακριβώς μπροστά στον Γουίλ και τον κοίταξα για αρκετή ώρα στα μάτια. Έπειτα άρπαξα το χέρι του και έκλεισα σφιχτά τα μάτια μου προσπαθώντας να συγκεντρωθώ στις σκέψεις του. Ευτυχώς ο Γουίλ δεν αντέδρασε ούτε και οι βρυκόλακες. Ακολούθησα το μυαλό του και βρέθηκα ακριβώς εκεί που δεν έπρεπε.

Το Ματωμένο ΦεγγάριDonde viven las historias. Descúbrelo ahora