Ένας πολύχρωμος κήπος. Ολάνθιστος. Πρώτη φορά έβλεπε αυτό το μέρος. Μια γλυκιά μελωδία τον πλημύρισε ευτυχία. Ευτυχία; Νόμιζε πως ήταν ανίκανος να ξανά νιώσει αυτό το συναίσθημα. Ένα τραγούδι γνωστό. Αχ να δεις ποιο είναι... Μα βέβαια, το «είδα μάτια πολλά», ναι αυτό είναι, του Αττικ. Και τι δεν θα έδινε να μπορούσε πιο συχνά να ακούει μουσική. Μαργέτα;
Μια κοπέλα εμφανίστηκε απρόσμενα μπροστά του τρέχοντας και εξαφανίστηκε ξανά. Χαρακτηριστική περπατησιά, λεπτεπίλεπτη μέση, γλυκιά φωνή.
Εκείνη είναι.
Μαριέτα!
Ξυπνά.
Πετάγεται τρομαγμένος.
Κάθε βράδυ το ίδιο όνειρο, την έχει κοντά του και λίγο μετά, χάνεται.
Ανοίγει τα μάτια του και αντικρίζει το ίδιο ακριβώς θέαμα.
Το γκρίζο κελί της φυλακής, τα σιδερένια κάγκελα και τους δυο φοβερά εκνευριστικούς συγκρατούμενούς του.
Τουλάχιστον έχει παρηγοριά. Κάθε Κυριακή τον επισκέπτεται η Ελένη. Καμία φορά φέρνει και τα παιδιά μαζί. Χαίρετε πολύ να τα βλέπει. Η Ελένη επιμένει να τα φέρνει. Για να μην τον ξεχάσουν λέει. Εκείνος δεν θέλει να θυμούνται τον πατέρα τους ως δολοφόνο. Τι να κάνει όμως είναι η μόνη του παρηγοριά πια.~· ~
Η Μαργέτα καθόταν μόνη στο γραφείο του σπιτιού και ολοκλήρωνε τις δουλείες της ημέρας. Ούτε που είχε προσέξει πως ήταν πλέον περασμένα μεσάνυχτα. Το σπίτι ήταν ήσυχο και άδειο. Αλώστε είχε να δει τον γιο της πάνω από 4 μήνες. Ο Ιάσωνας σπούδαζε τα τελευταία δυο χρόνια στην Γερμανία. Πλέον στο αρχοντικό τους, στο Κιάρι, έμεναν εκείνη και η μητέρα της. Η Μαριέτα είχε αναλάβει την θέση της στην κεφαλή της εταιρίας με μεγάλη υπευθυνότητα. Είχε πλέον καταλάβει για τα καλά τι έκανε όλα αυτά τα χρόνια ο σύζυγος της. Παρόλα αυτά προσπαθούσε να ξεπλύνει τις βρώμικες δουλειές του, να διορθώσει τα λάθη του, να ξεχρεώσει τα χρέη του και φυσικά να συντηρήσει την περιουσία και γιατί όχι και να την επεκτείνει. Πλέον όλα περνούσαν από τα χέρια της. Η τεράστια περιουσία τους έμοιαζε πιο καθαρή από ποτέ, οι εργάτες πιο ευχαριστημένοι από τα αφεντικά τους και επιτέλους όλα λειτουργούσαν οργανωμένα. Το είπε γυναίκα το είπε ο θεός, της είχε πει κάποτε ο Στέφανος. Περισσότερο για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι δεν μπορούσε να της χαλάσει χατίρι και έκανε ο,τι του ζητούσε. Έτσι η Μαριέτα επέβαλε στους υπαλλήλους της την άποψη της κάθε φορά που το φύλο της γινόταν αφορμή να την παρακούσουν. Κατάφερνε λοιπόν να επιβληθεί στην κλειστή ανδροκρατούμενη κοινωνία της Μεσσήνης και θα έλεγε κανείς μάλιστα πως ήταν ικανότατη να ανταπεξέλθει σε κάθε δυσκολία. Ο ατσάλινος χαρακτήρας της, το βαθύ και εκφραστικό της βλέμμα και φυσικά η τετραπέρατη οξυδέρκεια της την καθιστούσαν άξια κυρίαρχο της εξουσίας και της περιουσίας, της περίφημης οικογένειάς της.
Απόψε είχε μόλις κλείσει την πρώτη της συμφωνία με έναν νέο γαιοκτήμονα της περιοχής. Είχε έρθει στο Κιαρι, είχαν δώσει τα χέρια, είχαν φάει όλοι μαζί. Θέλησε να έχουν μια οικεία σχέση για να υπάρξει εμπιστοσύνη. Ο Δεμερτζής συνήθιζε να κλείνει τέτοιες συμφωνίες στο γραφείο του, γρήγορα, απρόσωπα και με μοναδικό σκοπό να παγιδεύσει και να εκμεταλλευτεί. Απόψε η Μαριέτα φοβόταν. Αναρωτιόταν αν έπρεπε να ακολουθήσει τα χνάρια του. Πέρασε από το μυαλό της ο Στέφανος, όσο έσβηνε το φως του γραφείου. Είχε αποφασίσει να πάει να ξεκουραστεί.
- Εκείνος ήταν πάντα δίκαιος και ευγενικός. Έτσι θα το έκανε και ο Στέφανος. Σκέφτηκε.
Τι παράδοξο. Δυο άντρες στην ζωή μιας γυναίκας. Απ'την μια ο μεγάλος της έρωτας και από την άλλη ο μοναδικός σύζυγός της. Και οι δυο τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους. Το λευκό και το μαύρο, η μέρα και η νύχτα. Η Μαριέτα μέσα της κρατούσε αποθέματα από τον πραγματικό της εαυτό στην σκέψη του Στέφανου και στις συμβουλές που ίσως της έδινε αν ήταν εκεί. Μόνο αποθέματα όμως γιατί όσο και αν προσπαθούσε πλέον ήταν μια Δεμερτζή και στο μέλλον θα γινόταν όλο και περισσότερο όμοια τους.
Ξάπλωσε στο κρεβάτι της. Προσπάθησε να κοιμηθεί.
-Αχ όχι πάλι! Διαμαρτυρήθηκε, αφού μια μελωδία κόλλησε στο μυαλό της. Έπρεπε να το περιμένω! Κάθε φορά που σκεφτόταν τον Στέφανο, ακόμα και τόσο καιρό μετά, ερχόταν στο μυαλό της το «είδα μάτια πολλά» το τραγούδι που της αφιέρωνε τα ατελείωτα βράδια τους.
Άναψε την γυάλινη λάμπα που βρίσκοταν στο κομοδίνο της, άρπαξε την μεταξωτή της ρόμπα και με γρήγορα βήματα βρέθηκε στο μπαλκόνι.
Δεν έκανε κρύο ήταν καλοκαίρι. Ένα ζεστό Αυγουστιάτικο βράδυ.
-Έτσι εξηγείτε! Μουρμούρισε. Έχει φεγγάρι απόψε!
«Υποσχέσου μου ότι θα με φέρνεις εδώ κάθε πανσέληνο του Αυγούστου». Του είπε κάποτε που τον είχε στην αγκαλιά της ένα τέτοιο βράδυ. Εκείνος δίστασε να απαντήσει. «Πρέπει να μ'αγαπάς για πάντα», της είπε. Και εκείνη του το υποσχέθηκε.
Μετά την δίκη είχε πληγωθεί αρκετά. Ο γιος της και οι ψευδομάρτυρές του είχαν πείσει ακόμα και εκείνη για την ενοχή του Στέφανου. Για άλλη μια φορά είχε προσπαθήσει να τον ξεχάσει. Μάλλον ήταν δέσμια αυτής της υπόσχεσης γιατί δεν τα κατάφερνε. Τώρα κοιτούσε το φεγγάρι και το μυαλό της ταξίδευε σε εκείνη την νύχτα. Μια από τις τελευταίες νύχτες της ελευθερίας της.~· ~
Δεν μπόρεσε να κοιμηθεί ξανά. Όσες νύχτες την ονειρευόταν αδυνατούσε να ξανά κοιμηθεί. Σκέψεις, τύψεις και ενοχές βασάνιζαν την ψυχή του. Αναρωτιόταν τι θα είχε συμβεί αν είχε λίγο θάρρος παραπάνω όταν έπρεπε για να τη διεκδικήσει. Λυπόταν που την άφηνε μόνη της για δεύτερη φορά. Και ήλπιζε να μην τον μίσησε μετά την ενοχή του. Παρατήρησε πως το κελί απόψε φωτιζόταν περισσότερο από ότι συνήθως. Μια αχτίδα φεγγάρι διέσχιζε τον χώρο μέσα από το μικροσκοπικό παράθυρο. Σηκώθηκε. Στάθηκε όρθιος μπροστά του.
-Η πανσέληνός μας αγάπη μου. Ψυθίρισε.
Το φεγγάρι, ο μόνος μάρτυρας της αγάπης μας. Ο μόνος θεατής της αγκαλιάς μας. Ο μοναδικός ακροατής των ονείρων μας. Το είδες απόψε το φεγγάρι;
Κάθησε αντικριστά στο παράθυρο, κάτω στο παγωμένο και βρώμικο πάτωμα του κελιού του. Οι ενοχλητικοί ήχοι του ύπνου των υπολοίπων έμοιαζαν να μην φτάνουν στα αυτιά του.
Έκλεισε τα μάτια του και την φαντάστηκε δίπλα του όπως τότε, στην αγκαλιά του. Εκείνη τον κοιτούσε με τα λαμπερά της μάτια γεμάτα αγάπη. Αποκοιμήθηκε με την σκέψη της στο μυαλό του. Σβήστηκε ακόμα και ο φόβος του πως δεν θα την ξανά έβλεπε ποτέ.~· ~
Κοιμήθηκε τόσο βαθιά που δεν κατάλαβε πότε την θέση του φεγγαριού πήρε ο λαμπερός ήλιος. Ξύπνησε μόνο όταν μια δυνατή και άγρια φωνή συνοδευόμενη από μια γερή κλοτσιά τον επανέφερε στην θλιβερή πραγματικότητα.
-Παράσχος! Επισκεπτήριο! Ακολούθησέ μας.
CITEȘTI
Είδα μάτια πολλά
Dragoste«Δεν μπορείς να ξεφύγεις από την μοίρα σου» της είπε ένα βράδυ και είχε δίκιο. Δυο άνθρωποι που απέδειξαν τι θα πει πεπρωμένο. Μια σειρά από αυτοτελείς ιστορίες εμπνευσμένες από την καθημερινή σειρά εποχής του open «έρωτας φυγάς». Η ιστορία της Μαρ...