20 | L'inverno op.8 no.4 f minor (ii)

822 83 89
                                    

«Επέλεγε τους εραστές της για την δύναμη και την επιρροή τους, ωστόσο δεν ενοχλούσε αν ήταν και ωραίοι. Συμπάθησε ποτέ κάποιον εραστή; Ποτέ. Δεν μπορούσε να κρατήσει ούτε τους υπηρέτες της».
- Η Τριλογία του Κόσμου, Φιλιπ Πούλμαν.

«Αν γνωρίζατε πως αύριο θα πεθάνετε, τί είναι αυτό που θα έπρεπε οπωσδήποτε να κάνετε;»

Η Μάρι πνίγεται σε μια γουλιά καφέ που δεν προφτασε να καταπιεί πταν η Κάσι αποφασίζει να ανοίξει το στόμα της. Η Μαλένα βγάζει μια τσιρίδα και σπεύδει να χτυπήσει την πλάτη της για να την βοηθήσει. Η σγουρομάλλα φίλη τους τις κοιτάζει αποσβολωμένη.

«Εμ...είπα κάτι που δεν έπρεπε βρε κορίτσια; Γιατί με κοιτάτε έτσι;»

«Τα θες και τα λες αυτά ή σου ξεφεύγουν;» η Μαλένα δίνει στην Μάρι ένα ποτήρι νερό αφού ηρεμεί ο βήχας της.

«Μια απορία είχα!»

«Δεν πας καλά».

Η Κασσάνδρα μουτρώνει και πιάνει ένα κουλουράκι ενώ η Μάρι την αγριοκοιτάζει.

Οι τρεις φίλες κάθονται στην κουζίνα ενώ η Μαλενα μαγειρεύει. Το μικρό αυτό τετ-α-τετ είναι χορηγούμενο από τον Νίκολας, που για να μην έρθει για ψώνια μαζί της το απόγευμα, πρότεινε να φέρει τις φίλες της μαζί. Μάλιστα, προσφέρθηκε ακόμη να ψωνίσουν οτιδήποτε τους γυάλιζε με την πιστωτική του. Η προσφορά ήταν προφανώς δύσκολο να την απορρίψει κανείς. Μόλις το άκουσαν, η Μάρι και η Κασσάνδρα ήρθαν τρέχοντας. Δεν πήραν πολλά, όμως η κάρτα του Νίκολας ζημιώθηκε αρκετά. Η Μάρι είχε πάρει νέα επώνυμη τσάντα για να παίρνει στην δουλειά και το πανεπιστήμιο, η Κάσι είχε αγοράσει ένα πανάκριβο ζευγάρι Mary Janes και μερικά ρούχα. Θα έπαιρνε και άλλα πράγματα αν δεν της έβαζαν φρένο έγκυρα. Η Μαλένα από την άλλη αρκέστηκε στην αγορά της για την δεξίωση- ένα απλό κόκκινο, βελουδένιο φόρεμα, που κάνει μια μικρή ουρά πίσω και έχει την πλάτη έξω, στολισμένη μόνο με έναν πολύ λεπτό, διακριτικό φιογκάκι. Το επέλεξε διότι αναδεικνύει το μπούστο της- που ο Νίκολας αγαπά τόσο και ας αρνείται να το παραδεχθεί.

«Τελικά δεν απαντήσατε στην ερώτησή μου».

«Ιδανικά δεν θα ήθελα να σκέφτομαι τον θάνατο μου. Είμαι μόλις είκοσι πέντε» η Μάρι μουρμουρίζει, πετώντας ανόρεχτα το κομμάτι που είχε στο χέρι της. «Υποθέτω θα προσπαθούσα να απολαύσω τον καφέ μου την ησυχία μου».

«Βαρετή» τα μάτια της κασσανδρας γυρίζουν προς το ταβάνι. «Εσυ Λένα;»

«Θα έτρωγα δεκαπέντε κιλά τιραμισού χωρίς να με νοιάζει αν θα με πονέσει η κοιλιά μου».

Ο ΒιρτουόζοςWhere stories live. Discover now