31 | she's not gone yet but she's leaving.

626 63 41
                                    


Ο Νίκολας σηκώθηκε τα χαράματα, παλιά του τέχνη κόσκινο. Ήταν θαύμα που κατάφερε και κοιμήθηκε παραπάνω από το καθιερωμένο του τρίωρο. Η συνήθεια του ήταν να υποφέρει, στριφογυρίζοντας στα σεντόνια του ώσπου να δει την Ανατολή ή να λιποθυμήσει από την εξουθένωση. Σπανίως κρατούσε για αρκετή ώρα η αποστασιοποίηση του από την πραγματικότητα- οι εφιάλτες τον κυνηγούσαν ο ένας μετά τον άλλο, σαν κατάρες. Ήταν εφιάλτες πολύ ρεαλιστικοί που πάντοτε τον άφηναν άφωνο, άναυδο. Δεν σηκώνονταν καν από το στρώμα από το σοκ. Ξυπνούσε ιδρωμένος, με την πίεση του να φτάνει νέα ύψη. Ήταν λες και η καρδιά του είχε πάρει την απόφαση πως ήθελε να πάψει να είναι διακοσμητική και έτσι έβγαινε από το στόμα του. Οριακά την περίμενε όντως να το κάνει. Κοιτούσε το ταβάνι μέχρι να ηρεμήσει προτού γυρίσει πλευρό. Έκλεινε τα μάτια. Έκανε πως το μυαλό του δεν του είχε επιτεθεί ποτέ έτσι. Μα δεν μπορούσε ποτέ να κοιμάται ξανά.

Τώρα είχε πέσει σε έναν ύπνο αρκετά βαθύ ύπνο, τόσο βαθύ που ήταν περίεργο. Μα πάντοτε έτσι ήτανε όποτε κοιμόταν δίπλα της. Μπορούσε να κοιμηθεί. Άλλες βραδιές ωστόσο έμενε ξάγρυπνος κοιτάζοντας τη, θέλοντας να σιγουρευτεί πως ανέπνεε και ήταν ζωντανή και θερμή.

Γύρισε στο κρεβάτι, αναζητώντας την. Δεν ήταν εκεί.

Σηκώθηκε, κάπως αναστατωμένος που είχε διακοπεί ο ύπνος του. Οι κουρτίνες στο διαμέρισμα δεν επέτρεπαν φως να παρεισφρήσει. Η Μαλένα είχε πάρει σκουρόχρωμες επειδή τα παράθυρα στο διαμέρισμα τους στην Νέα Υόρκη ήταν πελώρια και έμπαινε πολύ φως σε όλα τα δωμάτια. Σηκώθηκε, έκανε πέρα μια κουρτίνα. Ήταν ακόμη σκοτεινά έξω. Έψαξε για το ρολόι μα δεν το βρήκε. Περίεργο. Το μπάνιο ήταν άδειο. Μα πού βρίσκεται η Μαλένα;

Έλυσε την απορία μόνος του, βγαίνοντας στον διάδρομο. Ένα αχνό φως προέρχονταν από τον ξενώνα.

Όχι, διόρθωσε. Το δωμάτιο του γιου μου.

Απόρησε με τον εαυτό του. Πως το είχε ξεχάσει; Μάλλον ήταν πιο πτώμα από ότι περίμενε.

Η Μαλένα σήκωσε το βλέμμα της μόλις άνοιξε ελαφρώς την πόρτα.

«Νικ; Τί κανείς τέτοια ώρα; Έχεις πτήση το πρωί».

«Ανησύχησα που δεν ήσουν δίπλα μου». Μα ποσό ειλικρινές εκ μέρους του! Πως κατάφερε και ξεστόμισε τέτοια λόγια δίχως να πνιγεί με το σάλιο του; Πρόοδος!

Ένα απαλό, κουρασμένο χαμόγελο φάνηκε στο πρόσωπο της.

«Το μωρό ήθελε άλλαγμα» αποκρίθηκε απαλά. Αμέσως η ματιά του κατευθύνθηκε στο βρέφος που κρατούσε στην αγκαλιά της. Μαύρες μπούκλες είχαν αρχίσει καλύπτουν το κεφάλι του, όμοιες με τις δικές του. Πηγαίνοντας πιο κοντά βρήκε και ένα πρόσωπο που θύμιζε το δικό του. Τα μάτια του, η μύτη του- παρομοίαζε εκείνον σε ανησυχητικό βαθμό για το νεαρό της ηλικίας του.

Ο ΒιρτουόζοςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant