Τω μεθύειν το εράν όμοιόν εστι. Ποιεί γαρ θερμούς και ιλαρούς και διακεχυμένους

12 2 0
                                    

Μάνα φεύγω.
Ακούγετε  και κλείνει η πόρτα . Φεύγει σκέφτηκε η Νάντια. Σηκώνεται μαζεύει τα πράγματα της και ετοιμάζεται να φύγει από το σπίτι. Δεν ήθελε, όμως έπρεπε. Αρκετά τους ταλαιπώρησε . Πρέπει να φύγει , που θα πάει δεν είχε ιδέα ακόμα όμως μετά το χθεσινό ήξερε ότι έπρεπε να φύγει. Για αυτό και τους τα εξηγούσε όλα στο γράμμα που τους άφησε στο κομοδίνο. Περπατά σιγά προς την πόρτα και ξάφνου η πόρτα ανοίγει ήταν ο Μάνος.
Τι κάνεις, που πας; της λέει .
Πάω να πάρω λίγο αέρα του λέει εσύ γιατί ήρθες ;
Ξέχασα ένα φάκελο  μου για το γραφείο της λέει.
Ωραία του απαντά .
Θα σε δω όταν γυρίσω  της είπε βασικά την ρωτούσε στην ουσία! Ναι ναι του απάντησε.
Κοιτούσε την πόρτα για κανένα δίλεπτο ακίνητη. Αναστέναξε δυνατά και ανοίγει την πόρτα.
Ότι έκλεψες την καρδιά του γιου μου το ήξερα, ότι θα έφευγες όπως τον κλέφτη δεν το περίμενα.
Ήταν η κυρία Αντρη,πως το ξέχασε ότι ο Μάνος πριν φύγει την πρώτη φορά της είπε ότι φεύγει.
Δεν ήξερε τι να πει. Άλλωστε τι να πει ; και ότι έκλαιψες την καρδιά του Μάνου.;;;!! Όχι όχι κάτι λάθος άκουσε .
Κυρία Αντρη καμιά φορά τα φαινόμενα απατούν της είπε.
Εγώ δεν έκλαιψα κανενός την καρδιά μάλλον το αντίθετο όμως δεν μπορώ να παίξω αυτό το παιχνίδι άλλο. Όχι πια. Έχω κουραστεί κυρία Αντρη ,δεν ξέρω γιατί αλλά δεν αντέχω να είμαι το παιχνίδι ξανά κάποιου. Θέλω απλά να πάψω να πονώ, να πάψω να υπάρχω καταλαβαίνετε ;
  Έλα εδώ της λέει άντε και φεύγεις να πας που στο δρόμο ; Άτε και έφυγες από  εδώ θα γυρίσεις Κομοτηνή ή θα πας Κύπρο; Ή μήπως εννοείς θα φύγεις από αυτό τον κόσμο. Τους γονείς σου δεν τους σκέφτηκες; τα αδέλφια σου; Τον Μάνο; έλα δω να σου πω δυο πράγματα ο Μάνος και ο Αντώνης είναι φίλοι πολλά χρόνια τώρα . Όταν ο Αντώνης μίλησε στον Μάνο για εσένα κατάλαβε ότι θα έχανε τον φίλο του. Ο Αντώνης έστελνε καθημερινά φωτογραφίες στον Μάνο για τα πράγματα που κάνατε μαζί. Ήταν εξάλλου ο κολλητός του. Πολλές φορές ήρθαν σε αντιπαράθεση για σένα. Όμως πάντα τα βρίσκανε. Ο Μάνος πληγώθηκε πολύ από μια σχέση που είχε. Την αγαπούσε την κοπέλα αυτή πολύ. Καταπίνει η μαμά σαν να ήθελε να πνίξει αυτά που έπρεπε να πει και συνεχίζει
Ο Αντώνης ήταν ήδη αφεντικό και έκανε τ δικά του ,ο Μάνος ήταν απλά ένας εργαζόμενος στο εργοστάσιο τότε. Ίσως να έφταιγε η ηλικία ίσως να έφταιγαν τα λεφτά τον απάτησε τον Μάνο με τον Αντώνη η κοπέλα.Εγινε αυτό το βράδυ που βγήκαν έξω  και ο Μάνος έμεινε σπίτι γιατί ήταν κομμάτια από την κούραση. Είχαν πιει πολύ από ότι μας είπε ο Αντώνης και δεν θυμόταν και πολλά. Ο ίδιος ο Αντώνης τα είπε όλα στον Μάνο. Καταλαβαίνεις τώρα ότι και ο Μάνος δεν πέρασε λίγα και μάλιστα από την κοπέλα του και τον κολλητό του. Έχει πάνω από 20 χρόνια αυτή η ιστορία. Τον Μάνο έχω να τον δω έτσι από τότε!!! Είναι παιδί μου και τον ξέρω πολύ καλά! Για αυτό και εγώ θα σε ρωτήσω όπως ρώτησα και το παιδί μου. Έχεις συναισθήματα για αυτόν και αν ναι ποια είναι την ρωτάει.
Η Νάντια κάγκελο τι να πει ; Λες και η ίδια ήξερε πως νιώθει για τον Μάνο;
Δεν ξέρω κυρία Άντρη αλήθεια δεν ξέρω . Ελάτε στην θέση μου. Ο γιός σας είναι ο κολλητός φίλος του πρώην μου από αυτόν που με φυγαδέψατε.Μου λέτε ότι ο Αντώνης κοιμήθηκε με την κοπέλα του γιου σας αλλά πριν από πολλά χρόνια και τώρα ειναι φίλοι. Άρα γιατί να μην σκεφτώ ότι είναι στημένο  όλο αυτό;
Αχ κορίτσι μου πιστεύεις ότι θα ξεκινούσε από την Αθήνα για την Κομοτηνή μέσα σε μια νύχτα για εκδίκηση;
Η Μαρία δεν ήταν που τον φώναξε; ρωτάει η Νάντια.
Ναι όμως ο Μάνος ήταν ήδη στον δρόμο όταν τον πήρε η Μαρία. Δεν ξέρω πως έγινε όμως σε είχε ερωτευτεί πολύ πριν σε δει κορίτσι  μου. Μέσα από τα λόγια του Αντώνη και της Μαρίας. Μέσα από αυτούς σε ερωτεύτηκε και όταν έμαθε τι έγινε με τον Αντώνη πήρε άδεια για να σε φέρει εδώ μέσα στο σπίτι του. Μια άγνωστη ,γνωστή αγαπημένη,της είπε. Ετσι σε έλεγε σε εμάς . Τα τελευταία χρόνια δεν ήθελε να βγαίνει έξω, δεν ήθελε σχέσεις μόνο για την ανάγκη του να βρεθεί για κάτι περαστικό.
Η Νάντια καθόταν και την άκουγε με προσοχή. Αυτήν την γυναίκα την αγαπούσε πολύ! Της θύμιζε την μαμά της. Στοργική, ήρεμη και πάντα με ένα καλό λόγο να πει. Λοιπόν κορίτσι μου τι έχεις να μου πεις; την ρώτησε.
Δεν ξέρω κυρία Αντρη δεν ξέρω φοβάμαι πολύ.
Λοιπόν θέλω να κάτσεις σαν μεγάλο κορίτσι που είσαι και να αποφασίσεις τι θέλεις ναι; και εγώ θα σας στηρίξω σε ότι απόφαση και να πάρετε. Άντε σήκω τώρα να μειρέψουμε της είπε και γελούσαν.
Η Νάντια όταν τελείωσαν το μαγείρεμα μπήκε στο μπάνιο. Σκεφτόταν ξανά και ξανά την κουβέντα που είχε κάνει νωρίτερα με την κυρία Αντρη. Βυθιζόταν στο μπάνιο κρατώντας την αναπνοή της για πολλή ώρα. Αυτό την βοηθούσε πάντα για να αδειάσει το μυαλό της. Όταν πήγε στο δωμάτιο της είδε το φόρεμα που της είχε πάρει ο Μάνος πριν από μέρες στο κρεβάτι. Περίεργο δεν τρομακρατηθηκε αυτή την φορά δεν της θύμισε τον Αντώνη. Αντίθετα το είδε με πολύ τρυφερότητα. Στάθηκε λίγο και το κοιτούσε. Το φόρεσε, ήταν στα μέτρα της το ίδιο και τα παπούτσια. Είχε ξεκινήσει να βάφεται όχι πολύ, λίγη μάσκαρα ,λίγο κραγιόν και πούδρα στο πρόσωπο. Τα μαλλιά της τα μάζεψε πάνω αλογοουρά . Είχε πλησιάσει η ώρα που όπου να ναι θα ρθει σκέφτηκε. Άκουσε κλειδιά στην πόρτα και μετά ακούει το κλασικό Μάνα γύρισα !! Και τότε βγαίνει από το δωμάτιο η Νάντια.
Χριστέ μου ψέλλισε ο Μάνος χαμογελώντας και κρατώντας το κεφάλι του. Δεν ήξερε αν αυτό που έβλεπε ήταν αληθινό η ονειρεύονταν! Γέλασε και κουνώντας το κεφάλι του καταφατικά της λέει
Σου πάει πολύ!!
Αφήνει τον χαρτοφύλακα του κάτω και την παίρνει αγκαλιά . Μια αγκαλιά γεμάτη με παθιασμένα φιλιά.Δεν την άφηνε κάτω ήθελε να την κρατά εκεί στην αγκαλιά του ψηλά να την κοιτάζει. Δεν χόρταινε να την κοιτάζει. Τα μάτια του σου μίλαγαν. Και έλεγαν πολλά ,είχε πολύ εκφραστικά μάτια . Γαλάζιο με πράσινο μαζί . Στα χείλη του μόνιμα εδώ και ώρα το χαμόγελο. Είσαι πολύ όμορφη της είπε. Ευχαριστώ πολύ του έσκασε ένα χαμόγελο κάπως πονηρό.
Νομίζω πως φταίνε τα ρούχα και όχι εγώ του λέει και σκάει στα γέλια.
Ναι μπορεί... της απαντά και συνεχίζει να την κοιτά με τον ίδιο τρόπο. Σαν να μην ήξερε αν είναι πραγματικότητα ή ονειρεύονταν. Ειχε αυτό το γλυκό,σέξυ, πονηρό χαμόγελο στα χείλη. Της άρεσαν πολύ τα χείλη του ήταν πολύ εκφραστικά, όπως και τα μάτια του. Την άφησε κάτω και της φίλησε τα χέρια .
Σε 5 είμαι έτοιμος και φύγαμε πάμε βόλτα και για φαγητό της λέει. Βγαίνει από την κουζίνα η κυρία Αντρη χαμογελαστή με την πετσέτα στο ώμο της όπως πάντα. Αγκαλιάζονται δυνατά.
Την ευχή μου κόρη μου της λέει. Βγαίνει ο Μάνος από τον μπάνιο τραγουδώντας ,έχει υπέροχη φωνή δεν τον έχει ξανά ακούσει να τραγουδά.
Γεια σου ρε μάνα όμορφη της λέει. Και προσπερνά να πάει στο δωμάτιό του. Βγαίνει έξω και η μυρωδιά του γέμισε το σαλόνι. Ήταν κούκλος μύριζε υπέροχα και το καλύτερο θα βγαίνανε έξω μόνοι τους για φαγητό!! Ξέσπασαν στα γέλια από αμηχανία.
Πάμε;;  της λέει και της δίνει το χέρι του για να τον συνοδέψει. Είχε χρόνια να ζήσει κάτι τέτοιο. Οδηγούσε και κάθε λίγο γύριζε και  κοιτούσε σαν να ήθελε να βεβαιωθεί ότι ήταν εκεί. Η Νάντια κάθε φορά του χαμογελούσε. Όταν έφτασαν στο εστιατόριο συνειδητοποίησαν και οι δύο ότι η Νάντια του κρατούσε το χέρι σε όλη την διαδρομή. Της το φιλά και βγαίνει έξω γρήγορα να της ανοίξει την πόρτα.
Κυρία μου της λέει και της ανοίγει την πόρτα του εστιατορίου.
Κύριε Μάνο !!! φώναξε με έκπληξη η κοπέλα στην είσοδο.
Τι κάνετε; Έχετε κάποια κράτηση; όχι της απαντά με τα μάτια της στραμμένα πάνω στην Νάντια .
Το συνηθισμένο μου τραπέζι είναι διαθέσιμο την ρωτά.
Μάλιστα του απαντά
Να το στρώσω για δύο; ρωτά η κοπέλα.
Και αφού συνειδητοποίησε την βλακεία τους ζήτησε συγγνώμη.
Οι μακαρονάδες τους εδώ είναι υπέροχες της λέει .
Λατρεύω τις μακαρονάδες του λέει.
Το ξέρω της απαντά και σε εμένα . Και σκάει ένα χαμόγελο!
Έτοιμη ; την ρωτά
Ναι, λέω να πάρω την μακαρονάδα με τα θαλασσινά  εσύ;
Μάλλον έχεις άγριες διαθέσεις της απαντά .
Γιατί ;του κάνει με σουφρωμένα τα φρύδια
Τι εννοείς δεν καταλαβαίνω.
Οι μακαρονάδες με θαλασσινά είναι διεγερτικές της λέει και να πάλι σκάει αυτό το υπέροχο χαμόγελο.
Ωωω δεν το ήξερα, όμως για να το λες εσύ όμως σημαίνει ότι την έχεις δοκιμάσει όταν την χρειάστηκες.
του λέει και πίνει μια γουλια νερό.
Καλό της λέει και γέλασε με την καρδιά του τινάζοντας τη πετσέτα στα πόδια του.
Για αυτό μην ανησυχείς δεν θα παραγγείλω αυτό απόψε πλέον  δεν το χρειάζομαι εξάλλου . Της απάντησε με όλο νόημα.
Τρώγανε, μιλούσαν, γελούσαν πίνοντας λευκό κρασί. Η ώρα του λογαριασμού .
Επ τι πας να   κάνεις; εκεί της λέει. Όταν έρθω στην Κύπρο θα πληρώσεις εσύ της λέει. Τώρα είσαι φιλοξενούμενη μου.
Χάθηκε το χαμόγελο από το πρόσωπό της. Άρα θα είναι μακριά ο ένας από τον άλλον σκέφτηκε. Πως γίνεται αυτό; Νάντια ζήστω και όπου βγει σκέφτηκε. Σταμάτησαν με το αυτοκίνητο μπροστά τους μια υπέροχη θέα. Χωρίς να το πολύ σκεφτεί τον αρπάζει και τον φιλάει. Κυλά την καρέκλα του οδηγού προς τα πίσω ο Μάνος και την ανεβάζει πάνω του. Την φιλούσε σαν να μην ήθελε να τελειώσει ποτέ αυτό. Άγγιξε την καρδιά της και έβαλε το κεφάλι του στο στήθος της. Άκουγε την καρδιά της να χτυπά γρήγορα.
Για έμενα χτυπά τόσο γρήγορα ;την ρωτάει χαμογελαστά. Η
Νάντια κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. Φιλούσε υπέροχα. Ένιωθε κάθε κύτταρο της να ξυπνά. Ένιωθε την καρδιές τους να συγχρονίζονται. Χτυπούσαν με τον ίδιο γρήγορο ρυθμό. Η Νάντια δεν είχε ξαναζήσει κάτι τέτοιο ή κάτι παρόμοιο. Ο Μάνος όμως δεν ξέρει μπορεί και ναι μπορεί και όχι.
Την κρατούσε αγκαλιά στο πίσω κάθισμα κοίταζαν τα αστέρια.
Να κοίτα Μάνο πέφτει ένα αστέρι του λέει κάνε γρήγορα μια ευχή του λέει.
Δεν χρειάζεται.  της απαντά και συνέχισε να την κοιτά
Ότι θέλω ,μα ότι χρειάζομαι τώρα πια το έχω ,της λέει και την φιλά στο μέτωπο. Η Νάντια χαμογέλασε και κρύφτηκε στην αγκαλιά του . Μείνανε εκεί λίγο ακόμα. Στην επιστροφή η Νάντια ήταν τώρα αυτή που δεν ξεκολλούσε τα μάτια της από πάνω του. Αυτός πότε να  την κοιτά πότε να  κοιτά μπροστά στο δρόμο όμως πάντα χαμογελαστός. Φτανουν στο σπίτι.
Καληνύχτα και όνειρα γλυκά του λεει  φιλώντας τον για να πάνε για ύπνο.
Επ επ πού πας της λέει μαζί θα κοιμηθούμε της λέει.
Το θέλω και εγώ όσο και εσύ του λέει όμως δεν είναι σωστό Μάνο μου όχι τουλάχιστο ακόμα.
Την τραβά πάνω του την παίρνει αγκαλιά την φιλά με το πάθος που Νάντια δεν κατάφερνε να αναπνεύσει. Όμως για πρώτη φορά αυτό δεν την πείραξε.
Καληνύχτα του λέει
Καληνύχτα της απαντά . Το πρωί η Νάντια ξύπνησε πολύ νωρίς πιο γρήγορα και από την κυρία Άντρη έφτιαξε καφέ τοστ βρήκε διάφορα καλουδια για πρωινο. Μετά ακριβώς ξύπνησε η κυρία Αντρη. Καλημέρα της λέει. Η Νάντια γυρνά και της απαντά
Καλή σας μέρα κυρία Αντρη, καθίστε έφτιαξα πρωινό θέλετε να σας φτιάξω τον ελληνικό σας; την ρώτησε.
Κάθισε θα τον φτιάξω εγώ κοπέλα μου. Πως είσαι σήμερα; της λέει
Όλα καλά χθες με τον Μάνο; 
Η Νάντια ντράπηκε τι ερώτηση ήταν τώρα αυτή;
Ναι πήγαμε για φαγητό  και μετά είδαμε και ένα αστέρι να πέφτει της λέει με ενθουσιασμό η Νάντια.
Η κυρία Άντρη γελάει
Είσαι ρε κορίτσι μου αλήθεια, τόσο αθώα;της λέει. Η Νάντια μένει σιωπηλή. Απορρημένη και ντροπιασμένη. Δεν είπε τίποτα απλά σώπασε και ήπιε λίγο από τον καφέ της.

Η Ζωή μιας Φοιτήτριας Στην Κομοτηνή Where stories live. Discover now