ΡΑΦΑΕΛ
Άφησα κάπου στο ανθισμένο έδαφος την πανοπλία που είχα κλέψει από έναν στρατιώτη στα τείχη. Ο ήλιος πλούτισε τους δρόμους της πόλης που γέμιζαν με περαστικούς.
Κάποιοι από αυτούς μου έδωσαν λοξές ματιές μόλις έστριψα σε ένα από τα πολλά σοκάκια της περιοχής. Το σκοτάδι σκέπαζε μέχρι και το τελευταίο πλακάκι του στενού δρόμου. Ο ψυχρός αέρας και η μούχλα στις άκρες των μαύρων πέτρινων τοίχων προκαλούσε μια ανατριχίλα σε όποιον τολμούσε να τα διασχίσει.
Γνώριζα αρκετά καλά αυτό το μέρος άλλωστε συνήθιζε να συχνάζει εδώ ο πατέρας μου. Τα βήματα μου γρήγορα πάνω στην τραχιά επιφάνεια ενώ απέφευγα να κοιτάξω το γύρω περιβάλλον μου.
Ένας άντρας πέρασε από δίπλα μου φουριόζος με το πρόσωπό του καλυμμένο με μια βάρδια κουκούλα ενός μανδύα. Σταμάτησε απότομα μόλις με αντίκρισε και στάθηκε παγωμένος. Κατέβασε το ύφασμα που κάλυπτε το κεφάλι του ενώ φάνηκαν οι φλέβες στα χέρια του που πριν ήταν κρυμμένες κάτω από τα μανίκια της ενδυμασίας του.
Τα μάτια του ένα έντονο κόκκινο χρώμα και τα μαλλιά του μισά άσπρα και μισά κάστανα. Ουλές είχαν καλύψει το δέρμα του και μια μαύρη δερμάτινη οφθαλμοκαλύπτρα ήταν τυλιγμενη γύρω από το κεφάλι του καλύπτοντας το αριστερό του μάτι.
"Ραφαέλ"
Αναφώνησε ψύχρα χωρίς κάποιο ίχνος χαράς στην έκφραση του.
"Σε ψάχνουν όλοι αν θες να ξέρεις"
Είπε και χαλάρωσε τον εαυτό του με τα μάτια του να παίρνουν για μια ακόμα φορά την αρχική μαύρη τους απόχρωση. Δεν τόλμησα να βγάλω λέξη από το στόμα μου ούτε αυτός έκανε το ίδιο.
Μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα σιωπής άρπαξε το πάνω μέρος την μπλούζας μου σπρώχνοντας με όλη του την δύναμη το σώμα μου πίσω. Μόλις η πλάτη μου ακούμπησε τον κρύο τοίχο από το σοκάκι ένοιωσα ένα πόνο να διαπερνάει την σπονδυλική μου στήλη. Έσφιξα ελαφρώς τα δόντια μου για να το κρύψω και γύρισα να τον κοιτάξω.
"Δεν νομίζω να χαρεί και κάνεις που θα δει τα άχρηστα σου μούτρα στην γειτονιά μια ακόμα φορά. Προδώσει τον ίδιο σου τον άρχοντα"
Μουρμούρισε μια επιβλητική φωνή ενώ ένιωθα την καυτή ανάσα του να σχίζει το δέρμα του προσώπου μου. Δεν τόλμησα να κουνήσω ούτε το μικρό μου δαχτυλάκι ακόμα και αν ήθελα.
"Κάνεις λάθος"
Απάντησα στο τέλος με μια τρεμαάμενη φωνή. Το κάθε σάλιο που κατέβαινε από τον λαιμό μου έμοιαζε με μια μπάλα φωτιάς που γλίστραγε σιγά σίγα στο στομάχι μου. Δεν ήθελα να ξεκινήσω κάποια σκηνή ενώ είχε περαστικούς για αυτό δεν ανταπέδωσα τις κινήσεις του.
ČTEŠ
WARRIOR WITHOUT FEAR: AND THE LOST WORLD
FantasyΗ Άννα ένα κορίτσι δεκαοκτώ χρόνων έχασε τον πατέρα της στην ηλικία των τεσσάρων. Τα χρόνια πέρναγαν γρήγορα με την ζωή της να βυθίζεται πιο πολύ στην αθλιότητα. Όλα όμως πήραν μια απότομη στροφή όταν ανακαλύψε καταλάθος ένα μυστικό της οικογένεια...