Θαυματα

381 17 11
                                    

«Πες μου που έστειλες αυτό το γράμμα;»

Ο Κοσμας είχε μείνει να παρατηρεί από μακριά τον Αντρει όσο διάβαζε το γράμμα. Και μετά, εξαφανίστηκε στο γραφείο, ένα τέταρτο αργότερα γύρισε με ένα νέο, σφραγισμένο. Το εδωσε στον μαντατοφορο που Πύργου ψιθυρίζοντας του κάτι που φαινοταν πολύ σημαντικο.

Μετά έκατσε στο πηγάδι και έμεινε εκεί πολύ ώρα.

Δεν άντεξε και τον πλησίασε.

Ο Αντρει γύρισε αργά το κεφάλι του προς το μέρος του. Δεν είχε ξαφνιαστεί. Τον είχε δει να στέκεται εκεί και να τον κοιτάζει όλη αυτήν την ώρα.

«Στην Γαλλία».

«Γιατι;» Τον ρώτησε κατευθείαν.

Μπορούσε να σκεφτεί γιατι το έκανε αυτό. Μπορούσε να σκεφτεί τι έψαχνε. Από την στιγμή που άνοιξαν εκείνο το καταραμένο φέρετρο είχε καταλάβει ότι ο Αντρει προσπαθούσε να βρει απαντησεις.

Αλλά δεν θα σταματούσε εκεί.

Και το εβλεπε από τον προβληματισμό του προσώπου του.

«Προτιμώ να το κρατήσω για εμενα», ειπε ήρεμα ο Αντρει.

Ο Κοσμας έκατσε δίπλα του στο πηγάδι και τον κοιταξε όσο εκείνος είχε προσηλώσει το βλέμμα του κάπου μακριά.

Αλλά ακόμα και έτσι μπορούσε να δει τους δαίμονες που έκρυβε μέσα του.

«Δεν θα την βοηθήσεις αν παλεύεις μόνος σου», του ειπε.

Ο Αντρει κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

Δεν ήθελε να μιλήσει για όλα αυτά. Δεν ήθελε ούτε στον ίδιο του τον εαυτό να παραδεχτεί ποσο φοβόταν.

Για όλα.

Για το ονειρο του Τζανετου.

Για τις μνήμες της Θεοφανως.

Ακόμα και για την ίδια της την επιστροφή φοβόταν.

Φοβόταν παρά πολύ.

Τον χτύπησε απαλά στον σβέρκο αγκαλιάζοντας τον.

«Άσε με να σε βοηθήσω σε αυτό», του ειπε.

Ο Αντρει τον χτύπησε φιλικά στο πόδι. «Είναι δικη μου μάχη».

«Είναι μάχη για όποιον σας αγαπάει, Αντρει. Μου μίλησε ο Κανελλος για...»

Ο Αντρει γύρισε προς το μέρος του. Η αντίδραση του τον έκανε να σταματήσει.

«Γιατι το έκανε αυτό;»

Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος Where stories live. Discover now