Το ψεμα που δεν οφελει

230 15 1
                                    

Η Θεοφανω δεν μπόρεσε να καταλάβει γιατι ο άντρας που είχε έρθει είχε αντιδράσει τόσο ψυχρά μόλις την ειδε. Ούτε γιατι έκανε να την πλησιάσει τόσο απειλητικά και ο Αντρει με τον Κανελλο μπήκαν στην μέση.

Εκείνος άρχισε να φωνάζει ή μάλλον να ουρλιάζει, και η Ρηνιω οδήγησε την Θεοφανω στο δωμάτιο του Τζανετου και της ειπε να μην το κουνήσει από εκεί.

Το μόνο που κατάφερε να καταλάβει ήταν ότι ο άντρας, την θεωρουσε νεκρή, όμως για ακόμα μια φορά την είχαν απομακρύνει, της απέκρυπταν την αλήθεια.

Πρώτος ο Αντρει.

Καταλάβαινε τώρα ότι αυτό που έκρυβε το παρελθόν της ήταν τρομακτικό. Καταλάβαινε ότι της τα έκρυβε για να την προστατέψει και κυρίως για να βοηθήσει την μνήμη της να επανέλθει χωρίς φοβία.

Όμως το σκοτάδι που ένιωθε στο κεφάλι της δεν το άντεχε. Ήθελε να θυμηθει.

Ήθελε να καταλάβει.

Ήταν δύσκολο να βρίσκεται σε μια κατάσταση παγωμένης οικειότητας σίγουρη ότι τα πρόσωπα γύρω της ήταν δικά της, οχι όμως απόλυτα.

Ήταν δύσκολο να έχει απέναντι της το ίδιο της το παιδι και να δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει ότι είναι η μάνα του.

Ήταν δύσκολο να θυμάται μόνο την στιγμή που το έβγαλε από τα σπλάχνα της αλλά να μην μπορεί να θυμηθει τίποτα άλλο μαζί του παρά το πρώτο του κλαμα.

Ήθελε να θυμηθει.

Ήθελε να θυμηθει και ποια ήταν η σχέση της με τον Αντρει.

Ήθελε να θυμηθει τι σχέση είχε με την Τσαντουλα και τον Λουκά. Ήθελε να καταλάβει γιατι της είχε τόση μεγάλη αδυναμια ο Κοσμας. Ήθελε να θυμηθει τι άνθρωποι ήταν ο Κανελλος και η Ρηνιω.

Ήθελε τα πάντα.

«Μην στεναχωριέσαι μαμά», ο Τζανετος σήκωσε το κεφάλι του από το πάτωμα και από τα ξύλινα ανθρωπάκια του που τα είχε σκαλίσει ο Φρίξος για να κοιτάξει την μαμά του που καθόταν ήσυχη στο κρεβάτι του παιδιού και κοιτούσε το κενό. «Ξέρει τι κάνει ο θείος Αντρει».

Η Θεοφανω χαμογέλασε στο παιδι. «Δεν στεναχωριέμαι γλυκέ μου», του ειπε τρυφερά και έσκυψε προς το μέρος του. «Απλα ελπίζω να καταφέρω να θυμηθώ σύντομα».

Τα ματια του παιδιού χάθηκαν ξαφνικά αν και ακόμα την κοιτούσε. Το χαμόγελο του δεν έφυγε στιγμή από το πρόσωπο του.

Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος Where stories live. Discover now