Αυτο το ευλογημενο σπιτι

261 14 8
                                    

Δεν είχε αλλάξει στιγμή πλευρό από την ώρα που είχε ξαπλώσει και είχε αρχίσει να πιάνεται.

Ώρες τώρα το πείσμα της δεν υποχωρούσε. Ετοιμάστηκε για ύπνο δυο ώρες πριν έρθει εκείνος στο κρεβάτι όμως η νύστα ποτε δεν σφάλισε τα ματια της, παρόλο που προσποιήθηκε την κοιμισμένη όταν μπηκε ο Αντρει στο δωμάτιο.

Εκείνος είχε ξαπλώσει ήσυχα χωρίς να την ενοχλήσει, είχε γυρισει την πλάτη του σε εκείνη όπως ακριβως είχε κάνει και η ίδια. Μάλιστα είχε φροντιστεί ώστε να μην την αγγίξει καθόλου. Στην ακρη του στρώματος είχε αναπαυθεί.

Και όση ώρα ήταν ξαπλωμένοι, που ισως ξεπερνούσε την μια ώρα, είχε φροντίσει να μην την αγγίξει καθόλου. Ούτε φευγαλέα.

Ανυπόμονη είχε αρχίσει να αισθάνεται η Θεοφανω. Ανυπόμονη και απογοητευμένη σίγουρη πως ο Αντρει δεν θα τολμούσε να γυρισει προς το μέρος της εκείνη την νύχτα.

Ώρες πριν είχε γυρισει φορτωμένος από έξω, κουρασμένος από την πολύωρη ορθοστασία και τον ήλιο. Έπρεπε να παραμείνει παραπάνω στην δουλειά, να βοηθήσει τους υπόλοιπους ψαράδες με τα δίχτυα και τις βάρκες όπως συνήθιζαν μια φορά τον χρόνο. Γύρισε εξαντλημένος, και άναψε την φωτιά να χαλαρώσει επιτέλους.

Και εκείνη του είχε βάλει τις φωνές. Την είχαν τρελάνει οι ορμόνες της, δεν την άντεχε την ζέστη και ας έκανε ακόμα εντονο κρυο έξω.

Τα έβαλε μαζί του χωρίς κανεναν απολύτως λόγο και εκείνος, προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία του όπως έκανε πάντα με όλες τις καταστάσεις, την έσβησε με απότομες κινήσεις.

Τιποτα δεν ειπε, την καταλάβαινε την κατάσταση της, παρόλα αυτά, άνθρωπος ήταν, κουρασμένος και παρασυρμένος σε έναν τσακωμό που κανενα νόημα δεν έβγαζε και πουθενά δεν έφταιγε.

Πολύ δεν ήθελε.

Της ειπε μόνο ότι ήταν παρά πολύ κουρασμένος για να ξεκινήσει έναν καβγά που δεν είχε κανενα απολύτως νόημα και την άφησε να φαει μονη της εκείνο το βράδυ.

Και έτσι τσακώθηκαν πρώτη φορά ως ζευγαρι.

Στους ήδη τρεις μήνες που έμεναν στο μικρό σπίτι τους, είχαν τσακωθεί για έναν τόσο ασήμαντο λόγο. Και τώρα που ο θυμός της είχε καταλαγιάσει και το πείσμα της είχε αρχίσει να υποχωρεί, τώρα καταλάβαινε ότι δεν έπρεπε να τα βάλει μαζί του.

Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος Where stories live. Discover now