Το αντιο δεν υπαρχει.

254 15 4
                                    

Αργά το απόγευμα όλοι οι άντρες ήταν έτοιμοι να υποχωρήσουν. Στην πραγματικότητα το μόνο που περίμεναν ήταν τον Αντρει και τον Κανελλο.

Ακόμα βρισκοταν στην τραπεζαρία και οργάνωναν τις τελευταίες αλλαγές στον δρόμο που θα ακολουθούσαν. Ο Αντρει, τόσες μέρες προσπαθούσε να φτιάξει την διαδρομή που εμπροκειτο να ακολουθήσουν σε έναν μήνα. Οι αλλαγές που έπρεπε να γίνουν για την ίδια αυτήν μέρα, θα έπρεπε να πάρουν πολύ περισσότερο χρόνο.

Είχαν προσπαθήσει το καλύτερο που μπορούσαν όμως ο κίνδυνος μιας πιθανής ενέδρας τώρα ήταν πιο έντονος από ποτε. Φυσικά αυτό δεν το μαρτύρησαν σε καμία γυναίκα μέσα στο σπίτι.

«Μήπως το πιο φρόνιμο είναι να φύγετε αύριο;» Ρώτησε η Ρηνιω έχοντας σταυρωμένα τα χέρια της. «Βραδιάζει... και επιπλέον, ισως χρειάζεστε περισσότερο χρονο για να οργανωθείτε».

Ο Κανελλος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. «Είναι αδύνατον κάτι τέτοιο ανίψια. Η παρουσία μας εκεί... πραγματικά είναι άμεση όπως φαίνεται».

«Μην ανησυχείς Ρηνιω, τίποτα δεν θα συμβεί» ειπε αφηρημένος ο Αντρει, κλείνοντας στην σάκα του τα τελευταία πράγματα που έπρεπε να πάρει μαζί του.

Ο Κανελλος φίλησε την Ρηνιω, σήκωσε στα χέρια του του τον Τζανετο για να αστειευτεί με την άστατη φυγή τους, και αφού βεβαιώθηκε ότι τους κοιταξε όλους σαν να ήταν η τελευταία φορά, βγήκε έξω.

Ο Αντρει έμεινε πίσω για να χαιρετήσει τους ανθρώπους που τώρα ένιωθε οικογένεια του. Παιδικά βήματα ακούστηκαν στο δάπεδο και τα χέρια του Τζανετου τυλίχτηκαν γύρω από το πόδι του σφιχτά.

Ο Αντρει τον σήκωσε στην αγκαλιά του και φίλησε τρυφερά τις ξανθές μπούκλες των μαλλιών του.

«Τι βλέμμα είναι αυτό;» Τον ρώτησε παρατηρώντας τα σκοτεινιασμένα ματάκια του. Το στόμα του είχε στραφεί προς τα κάτω.

«Θα λείπεις πάλι για καιρό, θειε Αντρει;»

Σήκωσε τους ώμους του. «Αυτό δυστυχώς δεν εξαρτάται από εμενα. Όμως θα προσπαθήσω να μην λείψω για παρά πολύ καιρό».

Είχε έναν παραπάνω λόγο να γυρισει.

«Θα είσαι καλό παιδι», του ειπε ήρεμα. «Και είσαι ο άντρας του σπιτιού όσο λείπουμε, μην το ξεχνάς αυτό».

«Θα προσέχω την μαμά!», του ειπε έντονα.

Ο Αντρει κοιταξε την Θεοφανω που ήταν μαζεμένη στην ακρη της τραπεζαρίας και τους κοιτούσε με ένα σφιγμενο χαμόγελο να αποχαιρετιούνται.

Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος Where stories live. Discover now