Ο Αντρει καθόταν κάτω από το δέντρο μαζί με τον Διογενη για πολύ ώρα.
Κρατούσε στα χέρια του το μενταγιόν και το κοιτούσε σαν εμπροκειτο από στιγμή σε στιγμή να βγουν τέρατα από αυτό. Ο Αντρει τον παρατηρούσε με χέρια σταυρωμένα αλλά είχε αρχίσει να χάνει την υπομονή του εδώ και ωρα.
«Τι θα γίνει Διογενη;» Τον ρώτησε ήρεμα. «Θα μου πεις τι συμβαίνει εδώ πέρα;»
«Γιατι πιστεύεις ότι ξερω τι συμβαίνει;» Τον ρώτησε ήρεμα.
«Είσαι η τελευταία μου ελπίδα», του ειπε σαν να ήταν το πιο φυσιολογικο πραγμα στον κόσμο. «Είσαι ο μόνος που ήρθε σε επαφή με την μάνα μου όταν ζούσε, περιμένω απαντησεις λοιπόν, οτιδήποτε».
Ο Διογένης έσκυψε ξανά πάνω από την πέτρα. Την κοιταξε μια τελευταία φορά στρέφοντας την προς το φως του φεγγαριού.
Εκείνη γυάλισε περίεργα κάνοντας τον Αντρει να αισθανθεί έναν περίεργο κόμπο στο στομαχι του που δεν είχε καμία σχέση με την ανυπομονησία του να ακουσει.
Τελικά ο Διογένης του την έτεινε και η παράξενη αίσθηση έφυγε σαν να μην είχε έρθει ποτε.
«Ξέρεις», ειπε ήρεμα ο Αντρει.
Δεν ήταν ερώτηση.
«Τι μου ζητάς, Αντρει; Που πας να μπλέξεις;» Τον ρώτησε αυστηρά ο Διογένης.
Εκείνος αναστέναξε. «Αν σημαίνει ότι θα σώσω την ζωή της γυναίκας μου... θα μπλέξω παντού», ειπε ήρεμα. «Έλα τώρα», του ειπε ειρωνικά. «Με ξέρεις καλύτερα από τον καθένα και ας μην μιλάμε πολύ. Ξέρεις τι έχω περάσει στην ζωή μου και ποσο μου έχει στοιχίσει. Σταματα τις υπεκφυγές».
Ο Διογένης αναστέναξε και έμπλεξε τα χέρια του πίσω από την πλάτη του. «Τα πάντα δεν είναι όπως φαίνονται. Υπάρχουν πράγματα...»
«...ανεξήγητα», συμπλήρωσε ο Αντρει χαμογελώντας στραβά.
Ο Διογένης έμεινε λίγο παραπάνω να κοιτάει αυτό το χαμόγελο με το οποίο λίγες φορές είχε έρθει αντιμέτωπος στην ζωή του. Ο Αντρει το έκρυβε και μάλιστα καλά.
«Είμαι προετοιμασμένος να ακούσω οτιδήποτε κι αν μου πεις. Τίποτα δεν μπορεί να μου κάνει εντύπωση πια».
Δεν ήταν όμως πολύ σίγουρος για αυτό. Στην πραγματικά, κανένας από τους δυο δεν ήταν σίγουρος για αυτό.
«Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι αυτό το κολιέ ανηκε στην μητέρα σου;»
Ο Αντρει κοιταξε την πέτρα στο χέρι του. «Αυτό μου ειπε ο Κανελλος την πρώτη φορά που το ειδε. Επιπλέον... ήταν φυλαγμένο με αλλά μικροαντικείμενα της. Την χτένα των μαλλιών της και κάποια μαργαριτάρια, στα γράμματα του γράφει ότι της ανήκουν πράγματα από το κουτί. Αλλά επίσης...» σταμάτησε και κοιταξε μακριά.
YOU ARE READING
Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος
FanfictionΤην ημέρα που πέθανε η Θεοφανω, ο κόσμος σταμάτησε να γυρίζει για τον Ανδρέα Λάσκαρη. Εκείνη την ημέρα εκείνος φόρεσε ξανά το ατσαλάκωτο προσωπείο του Αντρει Σιντοροφ και προσπάθησε να επικεντρωθεί στην ζωή που είχε πριν από εκείνη. Στην ζωή που δε...