07

835 101 9
                                    


Κεφάλαιο 07

Πτώματα.

Όχι δύο ή τρία αλλά πολλά παραπάνω. Μύριζαν αηδιαστικά και η σάρκα είχε αρχίζει να σαπίζει. Άρα βρίσκονταν καιρό εδώ. Τριγύρισα για λίγο στο δωμάτιο. Όλα φαίνονταν ήσυχα. Άγγιξα τις γεμάτες με αίμα κουρτίνες και πήρα μια τρεμουλιαστή ανάσα. Πόσες οικογένειες έχασαν αυτοί οι άνθρωποι; Πόσες στιγμές με τους αγαπημένους τους; Τι να κάνουν τώρα οι γνωστοί τους; Χιλιάδες ερωτήσεις έσκαγαν σαν πυροτεχνήματα στο κεφάλι μου αλλά σε καμία δεν δίνεται απάντηση. Έπειτα από μερικά λεπτά έπιασα τον απαλό ήχο μιας αναπνοής. Κάποιος είναι ζωντανός!

Ακολούθησα την αναπνοή που οδηγούσε μέσα στην ντουλάπα. Αν βρισκόμουν σε ταινία τρόμου εδώ θα ήταν το κατάλληλο σημείο να πεταχτεί κάτι και να μου κόψει τον λαιμό δίνοντας τέρμα στη ζωή μου. Αλλά τίποτα δεν πετάχτηκε όταν άνοιξα την ντουλάπα. Αντίθετα τα μάτια μου συνάντησαν αυτά ενός μικρού αγοριού.

«Δεν θα σε πειράξω.» του λέω απαλά, χώθηκε πιο μέσα στην ντουλάπα. Δεν πρέπει να είναι πάνω από τριών χρονών. Επιφυλακτικά μου έδωσε το χεράκι του.

«Πως σε λένε;» με ρωτά σιγανά, δεν μπόρεσε να δει το αποτρόπαιο θέαμα γιατί τον είχα πάρει αγκαλιά και το κεφάλι του είχε χαθεί τον λαιμό μου.

«Με λένε Έιντεν. Εσένα;»

«Σεμπάστιαν»

«Λοιπόν Σεμπάστιαν θα σε πάρω από εδώ μέσα.»

Βγήκα γρήγορα από το δωμάτιο και αναστέναξα, ο Σεμπάστιαν ξετύλιξε τα χεράκια του από τον λαιμό μου και ακούμπησε στο πάτωμα.

«Μπα, μπα ήρθες να μας κάνεις παρέα;» γύρισα απότομα προς τα δεξιά μου. Λίγα μέτρα πιο πέρα στεκόταν εκείνος. Ο Σεμπάστιαν κρύφτηκε από πίσω μου. Η καρδούλα του χτύπαγε πολύ πιο δυνατά και η ανάσα του έγινε ρηχή.

«Που είναι η Άλις, Φιν;»

Χασκογέλασε και έβγαλε ένα επενδυμένο με ασήμι μαχαίρι από πίσω του.

«Θα φροντίσω να μην την ξαναδείς Έιντεν.» απειλεί και ορμά πάνω μου με τη λεπίδα στραμένη στον λαιμό μου.

Δεν πρόλαβε να με αγγίξει το μαχαίρι. Ο Φιν ούρλιαζε πεσμένος στο έδαφος, αίμα έτρεχε από το στομάχι του.

Άνοιξα το στόμα μου για να μάθω τι στο καλό έγινε αλλά αντί για μένα η φωνούλα του μου τρύπησε τα αυτιά.

«Το άξιζες αυτό παλιο-, εσύ φταις για τα δάκρυα στο πρόσωπο του πατέρα μου και για τα ουρλιαχτά της μαμάς μου! ΣΕ ΜΙΣΏ!» φωνάζει ο Σεμπάστιαν και το μαχαίρι έπεσε από το χέρι του. Δάκρυα έτρεχαν σαν ποτάμι.

«Μαλακισμένο λυκάκι.» βόγκηξε ο Φιν «Θα σε βρω και θα σε βασανίσω.» συνεχίζει. Δεν έχασα χρόνο και πήρα το μαχαίρι του παιδιού και το κάρφωσα κατευθείαν στην καρδιά του Φιν.

«Κλείσε τα μάτια σου Σεμπάστιαν.» του λέω, δεν χρειάζεται να δει το παιδί το αποτρόπαιο θέαμα. Υπάκουσε και έτσι με μια κίνηση έβγαλα το κεφάλι του τέρατος μπροστά μου.

«Στο διάβολο Φιν.» 

.................................................

Τέλος ο Φιν! Ελπίζω να χαρήκατε όσοι τον μισείτε! Το βιβλίο έχει ακόμα τρία κεφάλαια μπορεί και τέσσερα με τον επίλογο για να τελειώσει, και δεν θα υπάρξει τρίτο.

ΚΑΙ είπα να ψωνιστώ και έβαλα χαρακτήρα με το αρσενικό του ονόματός μου στα αγγλικά! Πως σας φάνηκε ο μικρός Σεμπάστιαν; 

Αν σας άρεσε  το κεφάλαιο ψηφίστε και σχολιάστε! 

Σ.Α.


Vampire HateWhere stories live. Discover now