Chapter_9

5.3K 541 15
                                    

Την ίδια μέρα...

Για καλή μου τύχει η καφετέρια που συχνάζω με την Κελλυ δεν είναι μακριά από το σχολείο. Το μικρό αυτό μαγαζί το ανακαλύψαμε πριν τρία χρόνια όταν ψάχναμε μια καφετέρια κοντά στο σχολείο για να περάσουμε την ώρα ενώ είχαμε κενό. Είναι ένα μικρό μαγαζί στην γωνία μετά το σχολείο, είναι πολύ όμορφα διακοσμημένο και έχει υπέροχο καφέ.
Ανοίγω την πόρτα και ζεστός αέρας αναμειγμένος με την μυρωδιά του καφέ και τσιγαρίλα εισβάλει στα ρουθούνια μου. Ο φωτισμός είναι χαμηλός και για Δευτέρα έχει πολύ κόσμο. Βρίσκω την Κελλυ να κάθεται σε ένα μικρό τραπέζι σε μια γωνιά του μαγαζιού και να μου κάνει νόημα να πλησιάσω
"Γεια" Λέω και κάθομαι.
"Γειαα!" Λέει ενθουσιασμενη.
"Λοιπόν μπήκες στο δεκαπενταμελές; " Μπαίνω κατευθείαν στο θέμα.
"Ναιι! Αλλά πρέπει να μιλήσουμε για τον Μάριο! "Λέει και γελάω με τον ενθουσιασμό της.
'Εντάξει, εντάξει" Λέω και σηκώνω τα χέρια ψηλά.
"Ας μιλήσουμε για θα  τύπο που πήρα τιμωρία! "Λέω και γελάει.
"Είναι τέλειος! Μου είπε να βγούμε μία φορά!" Λέει και χτυπάει παλαμάκια.

Έτσι πέρασε η ώρα μιλώντας για τον Μάριο και αργότερα για το δεκαπενταμελές. Κατά τις δέκα αποφασίσαμε να φύγουμε μιας και αύριο έχουμε σχολείο. Περπατήσαμε μαζί μέχρι που φτάσαμε στο σπίτι της Κελλυ,από εκεί και μετά συνέχισα μόνη μου. Στο τέλος όμως κατέληξα να τρέχω γιατί είχε αρχίσει να βρεθεί καταρρακτωδώς.
"Που είναι τα κλειδιά μου; " Μουρμουρίζω.Τελικά αφού πρώτα έγινα μούσκεμα τα βρήκα. Ανοίγω και μείνω μέσα, αφήνω τα κλειδιά μου στο τραπεζάκι και προσπαθώ να βρω τον διακόπτη που είναι στο σαλόνι. Ξαφνικά ακούω έναν θόρυβο από από την κουζίνα και στην συνέχεια φωνές.
Κάποιος είναι μέσα στο σπίτι και δεν είναι η μαμά μου, η μαμά μου τώρα πρέπει να είναι Νέα Υόρκη!
Αρχίζω και περπατώ προς την κουζίνα ενώ ταυτόχρονα προσπαθώ να θυμηθώ πόσοι έχουν και το κλειδί του σπιτιού. Κρύβομαι πίσω από τον τοίχο και κοιτάζω προσεκτικά στην κουζίνα. Είναι δύο μυώδες τύποι να ανοιγοκλείνουν ντουλάπια στην κουζίνα, μα καλά τι κλέφτες είναι αυτοί; Την κατσαρόλα θα κλέψουν; 
"Πρέπει να την βρούμε και να φροντίσουμε να μην μιλήσει αλλιώς ο Σεμπάστιαν θα μας σκοτώσει!" Λέει ο ένας. Όπα ποια ψάχνουν;

"Από την στιγμή που θα βγεις από αυτό το δωμάτιο θα κάνεις λες και δεν μιλήσαμε ποτέ,κανείς δεν πρέπει να μάθει για όλο αυτό! Θα πρέπει να είσαι λίγο προσεκτική, ίσως έρθουν και σε ψάξουν"

Θυμάμαι τα λόγια που μου είχε πει ο Λούκας. Αυτοί είναι! Τι θα κάνω; Αρχίζω και κάνω μικρά βήματα προς τα πείσω, πρέπει να φύγω από εδώ! Θεέ μου φαντάσου να βρίσκανε την μαμά μου εδώ.Τα καταφέρνω μια χαρά κοντεύω να ξεφύγω μέχρι που σκοντάφτω σε ένα τραπεζάκι. Οι φωνές σταματάνε και βήματα ακούγονται.Οι δύο άντρες εμφανίζονται και με κοιτάνε με ένα πονηρό χαμόγελο.
"Αυτή είναι, η Ντάρσυ Άντερσον!" Φωνάζει και αρχίζουν να έρχονται απειλητικά προς το μέρος μου.Γυρνάω γρήγορα και αρχίζω και τρέχω μες στο σκοτάδι προς στις σκάλες. Αρχίζω και τις ανεβαίνω γρήγορα μέχρι που ο ένας με αρπάζει από τον αστράγαλο με αποτέλεσμα να πέσω και να χτυπήσω δυνατά το γόνατο μου στο σκαλοπάτι.
"Ααα" Ουρλιάζω από το πόνο. Ο άνδρας με τραβάει προς το μέρος του και με χτυπάει δυνατά στο πρόσωπο. Ουρλιάζω για κόμη μία φορά. Η όραση μου θολώνει και νιώθω ένα υγρό να κυλάει από το κούτελο μου.Βλέπω κάποιον να πλησιάζει και να κρατάει σχοινιά. "Όχι Ντάρσυ μην τα παρατήσεις τώρα! Μπορείς!" Σκέφτομαι.
"Ο Σεμπάστιαν θα χαρεί πολύ για αυτο-" Λέει ο ένας.
Μα τον διακόπτω κλοτσώντας τον στο κεφάλι, αυτός πέφτει πίσω παρασύροντας και τον άλλο μαζί του. Γρήγορα σηκώνομαι και παρά τον πόνο αρχίζω και τρέχω προς το δωμάτιο μου. 
"Βλάκα! Θα ξεφύγει!" Ακούω φωνές από τις σκάλες. Μπαίνω στο δωμάτιο μου και κλειδώνω την πόρτα πίσω μου. Τρέχω και ανοίγω το παράθυρο μου και απέναντι μου βλέπω τον Τζακ να φοράει αυτά τα μεγάλα ακουστικά κουνώντας το κεφάλι του στον ρυθμό της μουσικής. 
"ΤΖΑΚ!ΤΖΑΚ!" Αρχίζω και φωνάζω μα αυτός δεν με ακούει. Χτύποι ακούγονται έξω από την πόρτα. Πρέπει να φύγω η πόρτα δεν θα αντέξει πολύ.Δεν μπορώ , δεν μπορώ άλλο έχω κουραστεί, ζαλίζομαι."Όχι όχι μπορείς Ντάρσυ" Λέει μια φωνούλα μέσα μου. Αρπάζω ένα παλιό παπούτσι μου και το πετάω στο παράθυρο του.
"ΤΖΑΚ! ΤΖΑΚ!" Ουρλιάζω ξανά αλλά τίποτα. Με ένα δυνατό χτύπο μία ρωγμή ανοίγει στην πόρτα.
Παίρνω άλλο ένα αντικείμενο και το πετάω με δύναμη στο παράθυρο του.
"ΤΖΑΚ ΤΖΑΚ!" Ουρλιάζω. Γυρνάει το κεφάλι του και μετά κοιτάει πάλι στο κινητό του, όμως το βλέμμα του ξαναγυρνάει σε εμένα και με κοιτάει μπερδεμένος. Τρέχει και ανοίγει το παράθυρο.
"Είναι εδώ!" Φωνάζω και τα μάτια του γουρλώνουν όταν βλέπουν την πόρτα που είναι έτοιμη να καταρρεύσει.
"Πήδα Ντάρσυ!" Φωνάζει και ανεβαίνω στο περβάζι του παραθύρου, κοιτάω κάτω και αρχίζω να ζαλίζομαι.
"Ντάρσυ τώρα!" Ουρλιάζει και με όσες δυνάμεις μου έχουν απομείνει πηδάω την μικρή απόσταση που έχουν τα παράθυρα μας.Πέφτω πάνω στον Τζακ και με σπρώχνει στο πάτωμα. 
"Είσαι ασφαλής" Ακούω πριν όλα σκοτεινιάσουν...

Είμαι ασφαλής...




  Hey everybody!
#3 Μυστήριο/Τρόμου/Θρίλερ OMGGG!♥
Όπως το υποσχέθηκα ανέβασα και το βράδυ!
Αυτό το κεφάλαιο είναι από τα αγαπημένα μου...

Σχολίασε και ψηφίστε παρακαλώ★

See ya chicas!★

Οι Γείτονες Where stories live. Discover now