Κεφάλαιο 13

1.7K 139 12
                                    


ΒΑΣΙΛΗΣ

    Σήμερα είναι προπαραμονή της πρωτοχρονιάς, και για αύριο έχουμε κανονίσει ένα μεγάλο πάρτι στο σπίτι της Άννας ώστε να μας βρει ο καινούριος χρόνος μαζί και ευτυχισμένους. Αλλά σήμερα έχω άλλα σχέδια. Της είπα να έρθει κατά τις εννιά στο σπίτι μου που της έχω μια έκπληξη. Έχω στολίσει όλο το σπίτι με κεράκια και ροδοπέταλα, ενώ στην μέση στου σαλονιού έχω στρώσει αρκετές κουβέρτες ώστε να είναι μαλακά και μπροστά καεί το τζάκι. Για οποίον δεν κατάλαβε, σήμερα θα την κάνω δικιά μου και όχι μόνο μια φορά. Όσο και να μην ήθελα να το παραδεχτώ στην Άννα, είναι και για εμένα η πρώτη φορά και έχω τόσο άγχος.

    Το κουδούνι χτύπησε, και ο Βασίλης άνοιξε μέσα στο άγχος και αυτό που αντίκρισε τον άφησε άφωνο.

Βασίλης: Είσαι πολύ όμορφη σήμερα.

Άννα: Ευχαριστώ αγάπη μου

    Μπαίνοντας μέσα η Άννα, ήταν η δικιά της σειρά να πάθει σοκ από την διακόσμηση.

Άννα: Μόνος σου τα έφτιαξες όλα αυτά;

Βασίλης: Ναι, σήμερα απλά θα κάτσουμε μπροστά στο τζάκι με λίγο κρασί, απλά θα συζητάμε...

Άννα: Έχεις άγχος για κάτι;

Βασίλης: Όχι καλέ, ιδέα σου, θα κάτσεις;

    Δεν χρειάστηκε να της πει τίποτα άλλο. Πέταξε τα παπούτσια της στην γωνιά και έκατσε στο χαλί. Ο Βασίλης έκατσε δίπλα της, πήρε το κρασί στο χέρι του και γέμισε δυο ποτήρια.

Άννα: Γιορτάζουμε κάτι;

Βασίλης: Ναι, το πόσο ευτυχισμένο με κάνεις

     Η Άννα πήρε το ποτήρι από τα χεριά του και το κατέβασε μονορούφι.

Βασίλης: Πιο σιγά, θα σε χτυπήσει.

Άννα: Αυτό θέλω, βάλε άλλο ένα.

   Της το ξανά γέμισε και πριν προλάβει να πάρει το μπουκάλι μακριά από το ποτήρι της, η Άννα το είχε κατεβάσει ήδη

Βασίλης: Δεν θα πιεις άλλο.

Άννα: Δεν χρειάζεται, απλά ήθελα λίγο θάρρος.

    Δεν πρόλαβε να την ρωτήσει για ποιο πράγμα ήθελε θάρρος. Σηκώθηκε, πήρε το μπουκάλι από το χέρια του και το ακούμπησε στο τραπέζι.

   Έτσι όρθια που ήταν πάνω στις κουβέρτες, έκανε μια κίνηση και έβγαλε το φόρεμα της. Μόλις είδε την κίνηση αυτή ο Βασίλης ήπιε μονορούφι το κρασί που κρατούσε και ακούμπησε το ποτήρι δίπλα του.

    Σηκώθηκε και αυτός όρθιος μπροστά της. Την κοιτούσε συνεχώς στα μάτια ενώ παράλληλα έβγαζε τα ρούχα του. Είχαν μείνει και οι δυο με τα εσώρουχα αλλά κάνεις δεν έκανε ένα βήμα μπροστά ώστε να κλείσει το κενό ανάμεσά τους. Είχαν μείνει να κοιτάζονται στα ματιά.

    Κάμποσα δευτερόλεπτα μετά ο Βασίλης έκλεισε το κενό ανάμεσά τους κάνοντας επίθεση με φιλιά στο λαιμό της. Μόλις την άκουσε να αναστενάζει την ξάπλωσε στης κουβέρτες και έπεσε από πάνω της.

«Μην φοβάσαι τίποτα αγάπη μου, σήμερα είναι η μέρα μας»

Της ψιθύρισε αισθησιακά στο αυτί και άρχισε να χαράζει πάλι ένα μονοπάτι από φιλιά σε όλο της το σώμα. Κάθε ένα από τα φιλιά του η Άννα το ένιωθε σαν πύρινο αποτύπωμα από τα χείλια του. Είχε χάσει πια κάθε λογική. και το συναίσθημα έπαιρνε το πάνω χέρι στης πράξεις της.

Ο Παιδικός μου ΈρωταςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora