Κεφάλαιο 11

257 48 3
                                    

Οι ανάσες και των δύο βαριές μετά από το φιλί τους. Κοιτάζονται στα μάτια αλλά πρώτη η Λυδία αποτραβιέται απότομα από την αγκαλιά του και αμίλητη σηκώνεται από το κρεβάτι κσι βγαίνει γρήγορα από το δωμάτιο. Η κίνηση της Λυδίας να φύγει παραξένεψε τον Στράτο, ο οποίος δεν κατάλαβε πως το να την φιλήσει πάλι μετά από ότι προηγήθηκε την προηγούμενη νύχτα μεταξύ τους, ήταν σαν να επαναλαμβάνει την ίδια σκηνή.

Η Λυδία έφυγε γιατί δεν ήθελε και ούτε άντεχε να ακούσει την ίδια ατάκα από το στόμα του Στράτου. Πριν περίπου δώδεκα ώρες της είπε πως το να την φιλήσει ήταν λάθος και τώρα έρχεται και επαναλαμβάνει αυτό το φιλί. Της άρεσε και αυτό το δεύτερο φιλί αλλά είναι σίγουρη πως δεν θα της άρεσαν οι λέξεις στο τέλος και έτσι έφυγε από δίπλα του και πήγε στην κουζίνα όπου μετά από ψάξιμο, επιστράτευσε τον εαυτό της να κάνει μια ζεστή σούπα. Δεν έφυγε εντελώς από το σπίτι του Στράτου γιατί πήρε μια απόφαση και θα προσπαθούσε να μην τα παρατήσει τόσο σύντομα.

Ανακατεύει την σούπα ενώ σκέφτεται πως πρέπει να δράσει από 'δω και πέρα, ειδικά μετά από το φιλί τους. Σίγουρα δεν θα φύγει αλλά δεν ξέρει πως θα συνεχίσει να είναι δίπλα του. Δεν ξέρει τι κινήσεις πρέπει να κάνει και γενικά πως να συμπεριφερθεί. Νιώθει σαν 'πρωτάρα' που πάει αμαχητί στον έρωτα, έχοντας μαζί της μόνο την καρδιά της και τα πρωτόγνωρα - μετά Γιώργου - αισθήματα που νιώθει για τον Στράτο.

Το χέρι του Στράτου πέφτει απαλά στον ώμο της Λυδίας, τρομάζοντας την προς στιγμή αλλά γρήγορα επανέρχεται όταν ακούει την φωνή του.
"Λυδία νομίζω πρέπει να μιλήσουμε." λέει ο Στράτος την ώρα που γυρίζει να τον κοιτάξει. Αφήνει με νευρικές κινήσεις το κουτάλι από το χέρι της και κλείνει το μάτι της κουζίνας.

Γυρίζει ξανά προς τον Στράτο ο οποίος κάθεται απέναντι της, με γυρισμένη την πλάτη, σε ένα από τα ψηλά σκαμπό περιμένοντας την Λυδία με τους αγκώνες του να στηρίζονται στον πάγκο πρωινού και με τη παλάμη του χεριού του να αγγίζει το μέτωπο του. Η στάση του σώματος του δείχνει ακριβώς τι νιώθει αυτή τη στιγμή, τιμωρεί τον εαυτό του κατηγορώντας τον για την κίνηση που έκανε προηγουμένως, να φιλήσει την Λυδία.

Αρχικά δεν κατάλαβε το λόγο που έφυγε τόσο γρήγορα η Λυδία από δίπλα του, ήταν ακόμα ζαλισμένος από τον ύπνο, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησε πως είχε κάθε δίκιο να φύγει. Δεν ήθελε να την φέρει σε δύσκολη θέση αλλά όταν άνοιξε τα μάτια του και την είδε τόσο όμορφη μπροστά του υπέκυψε στην φωνούλα μέσα του που του φώναζε να την φιλήσει. Αμέσως το μυαλό του ταξιδεύει στο όνειρο που έβλεπε προτού τον ξυπνήσει το απαλό χάδι της Λυδίας στο μέτωπο του. Τον επισκέφτηκε η Ιωάννα στον ύπνο του λέγοντας του να μην κάνει πίσω και να προχωρήσει. Θυμάται έντονα το χαμόγελο της όσο του μιλόυσε και πράγματι παρέπεμπε σε έναν άγγελο. Μέσα στον ύπνο του δεν καταλάβαινε για ποιο πράγμα του έλεγε η Ιωάννα αλλά όταν ξύπνησε και είδε την Λυδία δίπλα του τότε κατάλαβε. Η Ιωάννα του έλεγε να προχωρήσει και εννοούσε να προχωρήσει έχοντας δίπλα του τη Λυδία. Η Λυδία σίγουρα είναι ένα άτομο που μπήκε στη ζωή του για να τον αφυπνίσει με την ομορφιά και τον χαρακτήρα της και να  τον κανει να θέλει να προχωρήσει.

Δεύτερη Ευκαιρία Τα Χριστούγεννα Where stories live. Discover now