04. Your Time Is Done

314 46 109
                                    

Ας πούμε πως το να πάμε σπίτι ήταν κάτι που χρειαζόμασταν όλοι. Όχι μόνο γιατί αναστατωθήκαμε, αλλά γιατί φοβόμασταν να παραμείνουμε περισσότερο στην αυλή τής σχολής χωρίς λόγο.

Οι διαλέξεις για σήμερα, και για λίγες ώρες αύριο ακυρώθηκαν πριν λίγο, λόγω έρευνας, αναζήτησης στοιχείων.

Η Natalie ήθελε να πάμε σπίτι όλοι μαζί, γιατί δεν ήθελε να είμαστε μόνες μας. Οπότε, αυτό που έκανε ήταν να καλέσει τον Dylan και τον Peter, για συντροφιά, για λίγο. Και εγώ συμφώνησα άφωνα.

«Δεν ήθελα να σε κάνω να νιώσεις άσχημα.» ψιθύρισε η Natalie, ενώ περπατούσαμε για το διαμέρισμά μας. Η αλήθεια είναι πως δεν ενοχλήθηκα με την πρόσκληση που έκανε στον Peter. Όχι τόσο δηλαδή, γιατί δεν φαινόταν να έχει σκοπό να μου μιλήσει, και αν δεν μου μιλούσε αυτός εγώ δεν είχα κάτι καινούριο να πω. Η Natalie δεν εννοούσε όμως αυτό. Εκείνη ένιωσε ένοχη γιατί προσκαλώντας τον ήμουν αναγκασμένη να τον αντιμετωπίσω. Και εφόσον τεχνικά, είμαστε ακόμα μαζί, χωρίς όμως να μιλάμε, εκείνη ένιωσε άσχημα που η επόμενη φορά που θα καθόμασταν μόνοι μας ήταν επειδή αυτή το ήθελε, και όχι κάτι που αυτός αποφάσισε.

«Δεν πειράζει.» είπα αν και με πείραζε λίγο. Τον είδα το πρωί, τον άφησα να είναι εκεί για εμένα όταν άδειαζα το στομάχι μου, αλλά μέχρι εκεί. Τον ευχαριστώ για αυτό αλλά δεν γίνεται να τον αφήσω να συνεχίσει να με πληγώνει όσο αυτός αρνείται να πληγώσει τον εγωισμό του. Λέει πως θα το κάνει, λέει επίσης πως θέλει να το κάνει. Αλλά στο τέλος κάνει πως δεν είπε ποτέ τίποτα, με λόγια του ξεχασμένα, συνεχίζει να θέλει να μείνει κοντά μου. Να κάνει τι, ακριβώς; Να πετάει κούφια λόγια που θα τα πάρει ο άνεμος ή να πει ψέματα νομίζοντας πως είμαι αφελής. Ίσως και να είμαι, τόσο που ελπίζω. Αν και ποτέ δεν φανταζόμουν πως η πίστη, η εμπιστοσύνη και οι πολλαπλές ευκαιρίες που δίνω θα ήταν πρόβλημα.

Μού χαμογέλασε, χωρίς να πει κάτι παραπάνω και φαντάστηκα πως κατάλαβε τι ένιωθα χωρίς να τής είχα πει εγώ τίποτα. Της χαμογέλασα και εγώ, με κάτι που έμοιαζε βαρύ και ξένο στο πρόσωπό μου. Ίσως μετά από τέτοιο πρωινό, το χαμόγελο είναι η πράξη δύναμης, κάτι που δεν φαινόταν να κατέχω, ούτε σωματικά αλλά ούτε ψυχικά.

«Εντάξει.» Μονολόγησε μετά από εξαιρετικά πολύ ώρα. Δεν μίλησα.

«Θα μιλήσει, πιστεύω. Σε αγαπάει.» την άκουσα να λέει, και χαμογέλασα σχεδόν στο ψέμα που έλεγε. Θα μιλούσε; Θα μιλούσε επειδή με αγαπάει;

Τελευταίο Βλέμμα | Βιβλίο 1 ✓Opowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz