Κεφάλαιο 6.

67 10 0
                                    

    

      Νιώθω τα μάτια μου βαριά. Δεν μπορώ να τα ανοίξω. Το μόνο που κάνω είναι να ακούω την φωνή του Κρις να με παρακαλάει να συνέλθω. Και το κάνω. Όχι αμέσως, βέβαια. Φαίνεται πως πέρασαν μερικές ώρες, αφού όταν ανοίγω τα μάτια μου επικρατεί σκοτάδι, η θέα είναι ευχάριστη από εδώ μιας και το φεγγάρι φωτίζει τόσο όμορφα το τοπίο. Κάνω να σηκωθώ και τα καταφέρνω, φοράω ακόμη τα ρούχα που φορούσα λίγο πριν χάσω τις αισθήσεις μου, χαίρομαι γιαυτό. Δεν θα άντεχα να ξέρουν πως η κοιλιά μου και τα μπούτια μου είναι γεμάτα σημάδια. Πλέον δεν ξεχωρίζω τις ραγάδες από τις χαρακές. Και δεν με νοιάζει κι' όλας. Έχω αποδεχτεί την ζωή μου και την ιστορία μου, το θέμα είναι πως οι άλλοι δεν το κάνουν.

    Σέρνω τα πόδια μου μέχρι την μισάνοιχτη πόρτα, βγαίνω και βλέπω τον Κρις να κάθεται με ένα βιβλίο στα χέρια, προσπαθώ να διαβάσω τον τίτλο μα δεν προλαβαίνω καθώς με βλέπει και είναι ήδη μπροστά μου.
'Έλ είσαι καλά γαμώτο;' τα καφέ του μάτια μου θυμίζουν πολύ του Δημήτρη. Έτσι με κοίταζε και εκείνος. Του χαμογελάω γνέφοντας θετικά. Τα μακριά του χέρια με αγκαλιάζουν και εγώ χαμογελάω ακόμη πιο πλατιά χωρίς όμως να έχω την δύναμη να σηκώσω τα χέρια μου.
'Έχασα και το ραντεβού μου για εσένα' λέει σαρκαστικά κοντά στο αυτί μου και εγώ τραβιέμαι. 'Θα πάω στο δωμάτιο μου' τον προσπερνάω και εκείνος αρχίζει να γελάει.
'Έλα τώρα, πλάκα έκανα' πιάνει το χέρι μου και με σταματάει.
'Πάμε πάνω; Σου έχω μια έκπληξη' λέει ψυθιριστά και εγώ η χαζή δέχομαι χωρίς δεύτερη σκέψη. Ανεβαίνουμε αθόρυβα τα σκαλιά. Ξεκλειδώνει την πόρτα με έναν τρόπο που ακόμη δεν έχω καταλάβει και βγαίνουμε έξω. Βλέπω ένα μικρό τηλεσκόπιο τοποθετημένο στην γωνία της ταράτσας και εκείνον να το πλησιάζει.
'Δεν δαγκώνω' ειρωνεύεται και εγώ πηγαίνω πίσω του δυσανασχετώντας.
'Εντάξει, και τώρα τι;'.

'Μπορούμε να κοιτάξουμε τα αστέρια, ή αν με αφήσεις θα κοιτάξω τα μάτια σου' με κοιτάζει σοβαρά και εγώ γυρνάω αμέσως αφού καταλαβαίνω πως έχω κοκκινίσει.
'Δες τα αστέρια καλύτερα' σταυρώνω τα χέρια μου και κάθομαι κάτω. Εκείνος χώνει το ένα του χέρι στην τσέπη του φούτερ του και βγάζει ένα κουτάκι μπύρα. Το ανοίγει και μου το δίνει. Σμίγω τα φρύδια μου και τον κοιτάζω με δυσφορία.
'Δεν πίνω' βλέπω στο πρόσωπο του την προσπάθεια να μη γελάσει. Αντίθετα ανασηκώνει τους ώμους του και κάθεται δίπλα μου πίνοντας μια γουλιά από την μπύρα.

     Παίρνει μια βαθιά ανάσα και χωρίς να με κοιτάζει μουρμουρίζει.
'Ήμουν δύσκολο παιδί, η μάνα μου με παράτησε στον πατέρα μου μόλις γεννήθηκα με την δικαιολογία πως δεν ήταν έτοιμη. Ας μη με γένναγε αφού δεν ήταν έτοιμη. Ο μπαμπάς μου προσπάθησε πολύ. Όταν έμαθε όμως πως η κόρη του ένιωθε άντρας μέσα της, απογοητεύτηκε και με άφησε στην γιαγιά μου. Η γιαγιά μου για ένα περίεργο λόγο ήταν πολύ δεκτική σε αυτό το κομμάτι. Με βοήθησε να γίνω αυτό που βλέπεις τώρα. Ένας κούκλος με χιούμορ.'
Με σκουντάει περιπαικτικά και εγώ ξεσπάω σε γέλια. 'Δηλαδή είσαι γυναίκα;' είμαι χαλαρή με αυτά τα θέματα, απλά ξαφνιάστηκα.
'Ήμουν. Έχω αλλάξει.' Κουνάω ικανοποιητικά το κεφάλι μου. Δεν με πειράζει που έχει αλλάξει έτσι την ζωή του, φαίνεται ευτυχισμένος. Και η ευτυχία είναι το πιο βασικό σε μια ζωή. Χαίρομαι που μου ανοίχτηκε. Έτσι του διηγούμαι την δική μου ιστορία και απολαμβάνω το πως αλλάζουν οι εκφράσεις του προσώπου του με κάθε τραγική σκηνή που του περιγράφω.

Τα σημάδια στο σώμα μου...Where stories live. Discover now