Κεφάλαιο 13

427 42 6
                                    

Στο προηγούμενο κεφάλαιο...

Δεν σκέφτηκα ιδιαίτερα πριν αφήσω τις λέξεις από το στόμα μου... "Μήπως ο Πέτρος είναι ζωντανός;"

"Εσύ είσαι τελείως τρελή. Άντε γεια ρε. Εξακολουθείς να παίζεις ε; Μην ξανάρθεις.", είπε και έφυγε.

Ωραία. Δεν θα έχουμε καλή κατάληξη....

***

"Όχι! Δεν πρόκειται να φύγω! Γιατί δεν μου απαντάς;", φώναξα και έτρεξα πίσω του.

Σταμάτησε, και γύρισε να με κοιτάξει.

"Δεν μπορείς να με καταλάβεις! Έχω κολλήσει στο παρελθόν. Δεν μπορώ να φύγω! Δεν ξέρεις πώς είναι ρε συ!", συνέχισα να φωνάζω, μα στο τέλος χάθηκε η φωνή μου.

"Προσπάθησε να ξεκολλήσεις τότε. Είσαι κουραστική πλέον."

"Εξακολουθείς να μην απαντάς στην ερώτηση μου."

"Δεν πρόκειται να σου απαντήσω.", είπε.

"Ώστε γι' αυτό το φέρετρο ήταν κλειστό κατά την διάρκεια της κηδείας...", μουρμούρισα. "Και γι'αυτό δεν αφήσατε κανέναν, ούτε εμένα να τον πλησιάσω όταν ήταν στο νοσοκομείο....", ξαφνικά άρχισαν να κυλάνε δάκρυα από τα μάτια μου.

"Εγώ δεν είπα τίποτα. Εσύ τα υπέθεσες όλα.", μου είπε. Εξακολουθούσε να το αρνείται... Δεν ξέρω τι να πιστέψω. Θέλω το σενάριο ότι ο Πέτρος είναι ζωντανός να είναι πραγματικό.

Πόσο άρρωστη είμαι πια..., σκέφτηκα.

Κοίταξα μια τελευταία φορά στα μάτια του Νίκου πριν φύγω. Φαινόταν να φοβόταν την αντίδραση μου, και με το δίκιο του. Έφυγα από εκεί πέρα, αλλά ήξερα πως θα επέστρεφα σύντομα, απλά χρειαζόμουν χρόνο να οργανώσω το σχέδιο μου και να τακτοποιήσω τον Δημήτρη.

Έπρεπε να τον στείλω πίσω στην Αμερική, έχει δουλειές άλλωστε. Εγώ εδώ χρειάζομαι χώρο και χρόνο.

Όταν έφτασα σπίτι είδα πως ο Δημήτρης είχε επιστρέψει ήδη. Πίστευα πως θα καθόταν περισσότερο έξω, αλλά απ'οτι φαίνεται έκανα λάθος.

"Σε περίμενα... Θέλω να μιλήσουμε.", μου είπε και έγνεψε να κάτσω απέναντι του. Έμοιαζε ανήσυχος, γιατί έπαιζε με τα χέρια του.

"Έγινε κάτι;", ρωτησα. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή, φοβόμουν μήπως με κατάλαβε. Κατάλαβε πού πηγαίνω, τι ψάχνω.

"Ναι...", κοιτούσε κάτω. "Έχουμε αλλαγή στα σχέδια μας..."

"Έχουμε;", αναρωτήθηκα.

Με αγνόησε, "Η μητέρα μου δεν είναι καλά. Θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω."

ΌΧΙ, ΌΧΙ, ΌΧΙ, φώναζε το μυαλό μου. Τόσο δυνατά, που πίστευα πως μπορούσε να με ακούσει.

"Ε... Κοίτα.... Δεν μπορώ να έρθω.", δαγκωθηκα. Πόσο εγωίστρια είμαι...

"Γιατί; Υποτίθεται πως είμαστε μαζί σε όλα.", έσμιξε τα φρύδια του.

"Αυτό ακριβώς, υποτίθεται."

Σκέφτηκε πριν μιλήσει. "Καλώς. Εγώ αύριο το πρωί θα πάω στο πατρικό μου. Το απόγευμα λογικά θα φύγω. Αν θέλεις, ακολουθείς. Αν όχι...", έκανε μια παύση. "Δεν θα κάτσω να μαλώσω μαζί σου, ούτε θα σε αναγκασω να κάνεις κάτι που δεν θέλεις."

Εγώ απλά κούνησα το κεφάλι μου. Όσο και αν με βόλευε αυτό που έτυχε, ένιωθα άσχημα. Όχι ότι επρόκειτο να το παραδεχθώ βέβαια. Όπως επίσης, αυτή τη φορά δεν θα τον ακολουθήσω.

Είχα σχέδιο στο μυαλό μου....

Καλοκαιρινό Φόντο (Βιβλίο #2) Donde viven las historias. Descúbrelo ahora