Κεφάλαιο 14

48 5 3
                                    

Κάθομαι στον καναπέ για πόσες ώρες. Ο Έρικ δεν απαντάει στα τηλεφωνήματα μου. Αρχίζω να ανησυχώ. Ποιος να τον έχει πάρει τηλέφωνο άραγε; Που πήγαινε σαν κυνηγημένος; Κι αν έχει γίνει κάτι σοβαρό; Φαινόταν ταραγμένος..

Ξέρω που είναι η αποθήκη της συμμορίας του..λογικά θα είναι εκεί. Αποφάσισα να πάω, ετοιμάστηκα γρήγορα, έφτιαξα όσο μπορούσα τα μαλλιά μου και ξεκίνησα για τον προορισμό μου. Διότι έχω και την αίσθηση του προσανατολισμού (ειρωνεία), πήρα τηλέφωνο τη Ιζαμπέλα για να μου υπενθυμίσει την τοποθεσία. 

<<Το κατάλαβες τώρα;>> με ρώτησε αγανακτισμένη για χιλιοστή φορά η φίλη μου.

<<Ναι ρε Ιζ, κατάλαβα σου λέω!>> Κι αν κατάλαβα τίποτα..θετικές σκέψεις, θα το βρω! Εντάξει είναι κολλητή μου αλλά μην με παρεξηγήσει κιόλας. Ναι, αυτό περίμενε για να σε παρεξηγήσει! Δεν έχω χρόνο τώρα για τέτοια.

<<Τι έγινε Έμμα; Δεν ήσουν με τον Έρικ;>> άρχισε να με βομβαρδίζει με εκατομμύρια ερωτήσεις.

<<Θα σου τα εξηγήσω όλα, άλλη στιγμή.>> είπα και της το έκλεισα χωρίς να περιμένω απάντηση. 

Μετά από πολλές μάταιες προσπάθειες βρήκα την αποθήκη. Να'ναι καλά και η Ίζα που την πήρα εκατό τηλέφωνα, κι αφού χάθηκα και δυο-τρεις φορές να ΄μαι κι εγώ. Το τέλειο αποτέλεσμα θα είναι να μην είναι εδώ ο Έρικ. Για μισό, κι αν τον είχε πάρει τηλέφωνο η ιγκουάνα;! Με αυτήν την ιδέα στο μυαλό έκανα επίθεση στην πόρτα της αποθηκούλας.

Χτύπησα ρυθμικά την πόρτα, τρεις φορές- αυτό είναι το σύνθημα τους-κλασικό. Ίσως όχι και τόσο ευγενικά τα χτυπήματα μου. Ένα άγνωστο αγόρι γύρω στα 25 άνοιξε την πόρτα και με κοίταξε εξεταστικά με την απορία χαραγμένη στο πρόσωπο του. Είναι ψηλός, με ξανθά μαλλιά, γαλανά μάτια και τατουάζ στα χέρια του. Άνετα τον μπερδεύεις με μοντέλο του Calvin Klein. Όλοι οι ωραίοι σε αυτήν την συμμορία..

<<Ποια είσαι εσύ;>> ρώτησε μα δεν του απάντησα,

Έκανα ένα βήμα μπροστά, η μυρωδιά του αλκοόλ τρύπησε την μύτη μου και η εικόνα που αντίκρισα με σόκαρε. Ο Ορέστης ήταν σωριασμένος στο κρύο τσιμέντο της αποθήκης, τα μάτια του κόκκινα, πρησμένα, με μαύρους κύκλους. Στεγνωμένα δάκρυα στα μάγουλα του ήταν εμφανή και στο χέρι του κρατούσε ένα μπουκάλι ουίσκι, το οποίο και κατεύθυνε προς τα χείλη του. 

Αναρωτιέμαι γιατί βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, τι να έχει γίνει άραγε;! Τον πλησίασα με αργά και σταθερά βήματα. Καλό θα ήταν να μην τον ρωτήσω τι έχει τώρα. Γονάτισα δίπλα του και τον ακούμπησα τρυφερά στα χέρια. Φαινόταν χαμένος στον κόσμο του, δεν είχε καταλάβει την παρουσία μου μέχρι που του τράβηξα το μπουκάλι από το χέρι. 

Ε1: The Mysterious BoyDonde viven las historias. Descúbrelo ahora