Κεφάλαιο Τριακοστό Έβδομο

279 50 73
                                    

Για λίγο δεν ακούγεται τίποτα. Η εκπυρσοκρότηση του Colt Combat βουίζει ακόμη στα αυτιά της Άιβορι, που, από το σημείο όπου στέκεται, μπορεί να δει τον Έιντεν να την κοιτάζει περιφρονητικά. Ναι, περιφρόνησέ με, γαμιόλη νάρκισσε, σκέφτεται. Για να δούμε αν θα συνεχίσεις να με κοιτάζεις έτσι όταν θα φανεί πως έχω δίκιο.

Σηκώνεται στα πόδια της τρέμοντας, κι αφήνει τον Έιντεν να σφαδάζει από τον πόνο που του προκάλεσε όταν έπεσε πάνω του με όλο της το βάρος. Σφίγγει στα χέρια της το πιστόλι του και στρέφεται αργά προς το μέρος του λύκου, για να τον δει προστατευτικά απλωμένο επάνω από τον Ντάνιελ και με τα μάτια του κατάμαυρα από τον φόβο. Το αριστερό του αυτί τρέμει και μικρές στάλες αίμα κυλάνε στην γκριζωπή του γούνα, από την σφαίρα που πέρασε αρκετά κοντά του για να του το σκίσει. Της έρχεται να βάλει τα κλάματα από την ανακούφιση. Αν δεν έπεφτε επάνω στον Έιντεν, ο Έμπονι τώρα θα ήταν νεκρός· μ' ένα τρίτο μάτι ανάμεσα στα άλλα δυο, το πράσινο και το γαλανό.

Ο Ντάνιελ αρχίζει να τρέμει περισσότερο κι από 'κείνην, και πλέκει τα δάχτυλά του στο πυκνό του γκρίζο τρίχωμα. Φέρνει διστάζοντας το χέρι του πρώτα στον λαιμό, έπειτα στη μουσούδα, στην υγρή μαύρη μύτη και τα λεπτά σκούρα χείλη, και τέλος στο τραυματισμένο αυτί, που το αγγίζει με τρυφερότητα, με αγάπη. Σηκώνει και το άλλο του χέρι και σφίγγει το πελώριο κεφάλι στο στήθος του, κι ο λύκος αφήνει ένα μακρόσυρτο, σκυλίσιο κλαψούρισμα. 

Όταν, έπειτα από λίγο, ανασηκώνεται για να σπάσει την προστασία της αγκαλιάς του Ντάνιελ, από τα διαφορετικά του μάτια τρέχουν δάκρυα. Παραπατάει ως λίγο παραπέρα και αφήνεται μ' έναν πνιχτό αναστεναγμό, που ηχεί σχεδόν ανθρώπινος, και χάνεται καθισμένος στο χώμα πίσω από μια δίνη φύλλων και καφετιάς σκόνης. Όταν το ξέσπασμα της φύσης γύρω του υποχωρεί, ο Έμπονι ξεπροβάλλει αργά βρώμικος, ταλαιπωρημένος, με τα λιγοστά ρούχα του σκισμένα και το δέρμα του γεμάτο πληγές και μώλωπες.

Η Άιβορι απελευθερώνει μια κραυγή μόλις τον βλέπει, σε απόλυτο συγχρονισμό μ' εκείνην του Ντάνιελ. Τον παρακολουθεί ανήμπορη να σηκώνεται όρθιος άτσαλα και να τρέχει προς το μέρος του Έμπονι, για να γονατίσει απότομα μπροστά του και να τον κλείσει ξανά στην αγκαλιά του. Εκείνος κρατιέται από πάνω του σχεδόν απελπισμένα, κι από τα χείλη του ξεχύνεται ένας θλιμμένος λαρυγγικός ρόγχος που της ξεσκίζει την καρδιά.

«Προσπάθησα να σε σκοτώσω» του λέει, και στα μάτια του φαίνεται τέτοια απέραντη θλίψη, που του αλλάζει ολόκληρο το πρόσωπο. «Προσπάθησα να σε σκοτώσω, Ντάνιελ!»

Αιωνιότητα: Οι Συλλέκτες των ΝεκρώνWhere stories live. Discover now