Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο

347 69 51
                                    

Η θέρμη του τζακιού βρίσκει την Ελάιζα στο δεξί της μάγουλο κι έχει αρχίσει να της προκαλεί πονοκέφαλο. Οπουδήποτε αλλού όμως θα κρυώνει, οπότε το ανέχεται. Θα μπορέσει να πάρει κάποιο παυσίπονο αργότερα, αν το θελήσει. Τώρα όμως ούτε θέση μπορεί να αλλάξει. Όχι μόνο πιστεύει ότι αν γυρίσει με το πρόσωπο στη φωτιά θα πονέσει χειρότερα, αλλά θα χάσει και την Άιβορι από το οπτικό της πεδίο. Από τη στιγμή που μπήκαν στο δωμάτιό της δεν έχει μιλήσει.

Κάθεται στο πάτωμα με την πλάτη της ακουμπισμένη κάτω από το εσωτερικό περβάζι του παραθύρου, με τα πόδια της μαζεμένα κάτω από το σώμα και μια από τις σοκολάτες της στα χέρια της. Την τρώει κομματάκι κομματάκι εντελώς μηχανικά, σαν να μην καταλαβαίνει ότι την σπάει με τα δάχτυλά της και φέρνει στο στόμα της τα μικρά τμήματα που ξεχωρίζει. Το βλέμμα της είναι μακρινό και στραμμένo προς τα μέσα. Το έχει ώρα στυλωμένο στα κρόσια του χαλιού, όμως είναι ολοφάνερο πως δεν τα βλέπει στην πραγματικότητα. Έτσι όπως στέκεται ακίνητη, επαναλαμβάνοντας μονότονα με το χέρι της την ίδια κίνηση, με το λευκό της δέρμα και τα κατακόκκινα μαλλιά, μοιάζει με μια πανέμορφη, εξαιρετικά αληθοφανή πορσελάνινη κούκλα.

Κάποια στιγμή τα δάχτυλά της αγγίζουν το κενό, και φαίνεται να συνέρχεται αμυδρά από τον λήθαργό της. Εξετάζει το περιτύλιγμα της σοκολάτας ψηλαφώντας το με τις άκρες των δαχτύλων της, και το πρόσωπό της συσπάται μόλις συνειδητοποιεί ότι δεν υπάρχει άλλη μέσα στο χαρτί.

  «Τελείωσε!» αναφωνεί, λες και αναφέρεται στον χρόνο που της απoμένει πάνω στη γη. «Τι θα κάνω τώρα;»

Η Ελάιζα δεν της απαντάει. Από τη μια δεν είναι σίγουρη πως θα την ακούσει, μιας και φαίνεται να διαλέγεται λιγότερο με την ίδια παρά με τον εαυτό της, και από την άλλη δεν θέλει να της πει ότι της έχει πάρει κι άλλες σοκολάτες. Δεν είναι και καμιά τρελή ποσότητα αυτή που κατανάλωσε, όμως η Άιβορι δεν είναι συνηθισμένη στα γλυκά. Δεν θέλει να της προκαλέσει, μαζί με όλα τα άλλα, και υπερβολική συγκέντρωση ζάχαρης στο αίμα της. Μπορεί να της κάνει ζημιά. Άλλωστε έχει ήδη πολλά να σκεφτεί.

  «Δεν πειράζει» αποφασίζει στο τέλος να της πει, αργά. «Θα πάρουμε άλλες».

Η Άιβορι σκάει ένα μικρό, στραβό χαμογελάκι. Η Ελάιζα χαλαρώνει κάπως στη θέα του.

  «Δεν κατάλαβες...» της εξηγεί. «Είχα θέσει την κατανάλωση της σοκολάτας ως όριο. Μέχρι να την φάω όλη έπρεπε να έχω σκεφτεί τι θα κάνω μ' όλα αυτά που λέει ο Έμπονι».

Αιωνιότητα: Οι Συλλέκτες των ΝεκρώνOù les histoires vivent. Découvrez maintenant