Ήταν ένα ζεστό πρωί Σαββάτου και ευτυχώς δεν είχα δουλειά. Απόλυτη ελευθερία. Έφτιαξα μία πορτοκαλάδα, πήρα ένα βιβλίο (κοινή βιβλιοφάγος) και έπεσα στον καναπέ με φόρα. Πρωτού αρχίσω να το διαβάζω έκανα την καθιερωμένη διαδικασία. Το ξεφύλλισα, το μύρισα, χάιδεψα τα χρυσά γράμματα του εξώφυλλου και μόνο τότε άρχισα να διαβάζω απο 'κεί που είχα μείνει. Μπορεί να ακούγεται λίγο ψυχαναγκαστικό ξέρω, αλλά τι να κάνουμε.
Και εκεί, πάνω στην δράση πρωτού αποκαλυφθεί ο δολοφόνος, παρεμπιπτόντως είμαι σίγουρη ότι ήταν ο μπάτλερ, οκ πλακίτσα δεν υπήρχε μπάτλερ, δυνατά χτυπήματα στην πόρτα με αιφνιδίασαν τελείως. Να θυμόμουν να πήγαινα σε κάποιον γιατρό αυτές τις μέρες, ξαφνιαζόμουν πολύ εύκολα. Τα χτυπήματα γίνονταν πιο επίμονα καθώς περνούσε η ώρα. Άφησα το βιβλίο μου εκνευρσμένη στην άκρη.
«Καλά, καλά! Έρχομαι», φώναξα δυνατά.
Άνοιξα με δύναμη και η Φένια έπεσα πάνω μου κλαίγοντας. Τα μαλλιά της είχαν γίνει ένα κουβάρι, πράγμα περίεργο για εκείνη και τα μάτια της ήταν κατακόκκινα. Έκλεισα την πόρτα μη μου κάνει παράπονα και κανάς γείτονας και έβαλα τα χέρια μου στους ώμους της ανήσυχη.
«Τι έγινε;», ρώτησα.
Μετά την αγκάλιασα βλέποντας πως δεν μπορούσε να μου μιλήσει μέσα απο τα αναφιλητά για να την ηρεμήσω.
«Έι, όλα θα πάνε καλά».
«Τίποτα δεν πάει καλά!», η ξαφνική αλλαγή σε θυμό με ξάφνιασε. «Τα ίδια έλεγαν ο κύριος και η κυρία Γκίπσον αλλά τίποτα!», μου φώναξε.
«Έλα ηρέμησε. Γιατί μιλάς για αυτούς τώρα; Δεν πιστεύω να έγινε κάτι!»
Ο κ. και η κ. Γκίπσον ήταν ανάδοχοι γονείς και των δυό μας. Ουσιαστικά μας είχαν μεγαλώσει μαζί με τον Λίαμ. Και οι δυό μας είχαν αγαπήσει σαν παιδιά τους και ακόμα τους επισκεπτόμασταν καμιά φορά αν και είχαν αλλά ανάδοχα παιδιά πλέον. Δεν θεωρούμασταν αδέλφια στα χαρτιά όμως και ο καθένας μας είχα κρατήσει το επιθετό του. Μίρα Κέρυ, της μητέρας μου και Φένια και Λίαμ Χόλινς. Η Φένια ήταν αληθινή αδελφή του Λίαμ, έναν χρόνο μεγαλύτερος. Σε αντίθεση με εμενά τα δύο αδέλφια δεν είχαν καμία ανάμνηση απο τους βιολογικούς τους γονείς.
«Θυμάσαι τον Ντίν απο τη δουλειά, που βγαίναμε; Τον μπάσταρδο που χωρισα;», με ρώτησε και ρούφηξε την μύτη της.
«Ναι...».
«Πήγε σε όλους τους συναδέλφους και είπε ότι είμαι ορφανή. Τους είπε ότι του είχα εμπιστευτεί! Μέχρι και ότι έψαξα να βρώ τους γονείς μου αλλά δεν μπόρεσα. Δεν θα με θέλανε είπε. Είπε και ότι τον χώρισα επειδή ήμουν ανασφαλής και προβληματική! Σε όλους!».
«Σταμάτα. Αν και ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι είπε κάτι τέτοιο ξέρεις οτι οι άλλοι δεν θα σε παρεξηγήσουν».
«Αυτοί μπορεί να μην το κάνουν αλλά δεν καταλαβαίνεις Μίρα. Αυτό θα μας ακολουθεί παντού. Πάντα έτσι γίνεται. Πάντα εξαιτίας του παρελθόντος μας πληγωνόμαστε!».
«Έλα τώρα ρε Φένια...», πήγα να πω αλλά με διέκοψε και άμα την πιάσουν τα δικά της την Φένια δεν την σταματάει τίποτα.
«Άστο Μίρα! Το ξέρεις και εσύ καλά. Δεν υπάρχει κανονικό για μας. Πόσες φορές φοβάσαι να κάνεις πράγματα που θα σε βγάλουν από τον κύκλο ασφαλείας σου;», με ρώτησε χαμηλώνοντας τον τόνο της φωνής της και κοιτώντας με στα μάτια σοβαρά.
Αν και τα λόγια της με πλήγωναν σοβαρά δεν μπορούσα να πω οτι είχε και άδικο. Εγώ ήμουν η φοβητσιάρα και αυτή η ριψοκίνδυνη. Στο τέλος δεν ξέρω ποιό ήταν το καλύτερο ή χειρότερο. Αυτά σκεφτόμουν και χτές το βράδι έτσι κι αλλιώς.
«Λοιπόν, ποιός σου είπε οτι δεν έχουμε ζωή και 'μεις Φένια; Και δεν μου αρέσει να μου φωνάζεις έτσι. Μην μας ξαναβάλεις στην ίδια τρύπα, είμαστε διαφορετικές», είπα και έκανα να φύγω, «Ακολούθησέ με».
Πήγα γρήγορα στην κρεβατοκάμαρα μου και χωρίς να αφήσω την Φένια να μιλήσει σήκωσα την τσάντα μου από το πάτωμα όπου την είχα πετάξει. Έψαξα λίγο και τελικά το βρήκα, το χαρτάκι με το τηλέφωνο του Κρίστιαν.
«Το βρήκα!», έιπα.
«Τί ει...».
«Σσσς!».
Πάτησα το νούμερο στο κινητό μου πριν το μετανιώσω πικρά, δηλαδή πιό πικρά. Άκουσα τον ήχο που κάνει όταν καλεί και σφίχτηκα. Ένιωσα τα μάγουλά μου να φλέγονται και σχεδόν δεν μπορούσα να ακούσω το κινητό γιατί η καρδιά μου έκανε πολύ φασαρία. Να τι αναγκάζομαι να κάνω.
«Ναι;», ακούστηκε η φωνή από την άλλη μεριά του τηλεφώνου λίγο πρίν η καρδιά μου με ξεκουφάνει εντελώς υπέθεσα.
BẠN ĐANG ĐỌC
Χτυποκάρδια στις κερκίδες
Lãng mạnΟ Κρίστιαν, διάσημος ποδοσφαιριστής, και η Μίρα συναντιούνται εντελώς τυχαία. Αυτή δεν το γνωρίζει τότε, όμως όταν ξανασυναντιούνται όλα είναι διαφορετικά. Τι γίνεται ενώ όταν όλα ήταν ήρεμα γνωρίζεις κάποιον που σου κάνει την ζωή άνω κάτω; Όταν το...