"Marco δεν νομίζω πως μπορώ να σου δώσω αυτό που θες."
"Τι εννοείς."
Δεν του απάντησα. Τον κοιτούσα επίμονα στα μάτια περιμένοντας να πάρει την απάντησή μου. Μόλις πήγε να μιλήσει γύρισα την πλάτη μου προς το μέρος μου και ξεκίνησα να περπατάω.
"Isabella!"
"Ευχαριστώ για την συνέντευξη και για την υποτροφία."
Συνέχισε να με φωνάζει αλλά δεν έδινα σημασία. Καυτά δάκρυα θόλωσαν τα μάτια μου και ο πρώτος λυγμός έκανε την εμφάνισή του. Κάθισα σε ένα παγκάκι και άρχισα να κλαίω περισσότερο, να φωνάζω πιο πολύ, να καταριέμαι ακόμη περισσότερο τον εαυτό μου.
"Τι μου έχω κάνει. Τι μου έχει κάνει..."
Άρχισα να πληκτρολογώ τον αριθμό της Άνελιζ.
"Ελπίζω να μην έχεις διάβασμα."
"Όχι κάνω ένα διάλλειμα τώρα. Τι συμβαίνει; Ακούγεσαι χάλια."
"Βγήκα με αυτόν τον Marco για να μου πάρει συνέντευξη και μου την έπεφτε. Εγώ έφυγα γιατί στο μυαλό μου δεν ήταν κανένας άλλος εκτός του Στέφαν. "
"Γιατί δεν ενέδωσες; Δεν θες να κάνεις μια καινούρια αρχή;"
Η φωνή της ήταν ανήσυχη. Κάτι έκρυβε.
"Άνελιζ κάτι κρύβεις και δεν θες να μου πεις τι."
"Πας καλά; Απλά α-αύριο γράφω synthèse και όσο να'ναι δυσκολεύομαι."
"Εξακολουθώ να μη σε πιστεύω."
"Κακό του κεφαλιού σου."
"Πες μου τι κάνει, που είναι, περνάει καλά;"
"Δεν νομίζω πως πρέπει να ξέρεις."
"Έμπλεξε κάπου;"
"Ιζαμπέλ πρέπει να κλείσω είναι από το νοσοκομείο."
Δεν χρειάστηκε να τερματήσω την κλήση αφού έπεσε το κινητό μου από τα χέρια. Το σήκωσα και δοκίμασα να την ξανακαλέσω. Μιλούσε. Όταν ήμουν έτοιμη να την πάρω για τρίτη φορά, με πήρε εκείνη.
"Μπορεί να σε αφήσω και στον τόπο και γι'αυτό μάλιστα δεν ήθελα να σου πω και τίποτα αλλά ο Στέφαν είχε ένα ατύχημα και είναι σε σοβαρή κατάσταση. Πράξε όπως θες και τη διεύθυνση του νοσοκομείου θα σου την στείλω σε μήνυμα."