Ξημέρωσε ένα από τα πιο όμορφα καλοκαιρινά πρωινά. Η θάλασσα ήσυχη πολύ. Καθρεφτίζονταν μέσα της τα λευκά σπίτια του νησιού, τα πλακόστρωτα μονοπάτια ,οι λόφοι. Από το παράθυρο του δωματίου της, το φως διεισδύει άπλετο και φωτίζει το πρόσωπό της. Ξύπνιος πια εκείνος με μια κούπα καφέ στο χέρι, αγναντεύει το απέραντο γαλάζιο. Το χρώμα των ματιών του έβαφε ολόκληρο το νησί. Στα αλήθεια έτσι έμοιαζαν τα μάτια του. Αποχρώσεις του γαλανού και του χρώματος της φύσης. Πανέμορφο και σπάνιο χρώμα. Και οι δυο είχαν την ίδια σκέψη: θα ξαναβρεθούμε? Μια κοινή πηγή ανησυχίας που βασάνιζε τα κορμιά και τις καρδιές τους. Παρ' όλα αυτά τα υπόλοιπα ερωτήματα ,οι υπόλοιπες σκέψεις δεν φανέρωναν ούτε ένα κοινό στοιχείο. Καθώς χτένιζε απαλά τα φρεσκολουσμένα μαλλιά μετά το δροσερό πρωινό της μπάνιο κατάλαβε πως τελικά την είχαν γοητεύσει αρκετά εκείνα τα γαλαζοπράσινα, υπέροχα χρωματισμένα μάτια. Της κίνησε το ενδιαφέρον αυτή η προσωπικότητα. Πίστευε πως θα ανακαλύψει το μυστήριο πίσω από το πρόσωπό του. Ήθελε να βρεθούν ξανά. Αυτή η μαγεία του μυστικού, του κρυφού κόσμου εκείνου του άντρα την παρέσερνε. Εκείνος από την άλλη, μπλεκόταν αρχικά με ρητορικές ερωτήσεις όπως γιατί εγώ? Γιατί όχι? Οι απαντήσεις έρχονταν ακούσιες και αυθόρμητες στο μυαλό του μα δεν είχε τη δύναμη ούτε να το πιστέψει ,να το παραδεχτεί. Γιατί ένιωσε έτσι όταν την είδε? Δεν το είχε ξανανιώσει. Σαν να τον αγκάλιασαν δύο ζεστά λευκά φτερά και τον νανούρισαν. Τέτοια γαλήνη ένιωσε πλάι της. Ξύπνησε κάτι μέσα του. Κάτι που δεν γνώριζε ούτε ο ίδιος ότι υπήρχε. Ήθελε να βρεθούν. Παράξενο πως δυο καρδιές χτυπούν με τον ίδιο ρυθμό, μιλούν κι ας είναι μακριά, τρελαίνονται από την πρώτη στιγμή. Παίζουν την μελωδία που λίγες καρδιές ξέρουν καλά. Τραγουδούν ψιθυριστά στα σοκάκια του μυαλού για να σβήσουν τον πόνο. Και ναι η καρδιά της μπορούσε να σιγοτραγουδήσει εκείνα τα στιχάκια. Αυτός όμως? Η καρδιά του θα έπρεπε και να τρομάζει μπροστά στα λαμπερά μάτια της αγάπης, στα δηλητηριώδη χείλη της, στο φλογερό, σαν τριαντάφυλλο φόρεμά της, στα χρυσά πολύτιμα μαλλιά της, στα λευκά σαν το χιόνι φτερά της. Όλοι ξέρουν για τη γυναίκα αυτή και τις δυνάμεις της. Σκορπά τον πόνο ανανεμιγμένο με το πάθος. Πόσο τρομακτικός συνδυασμός. Κι όμως η καρδιά αρχίζει να χάνεται ζαλισμένη και να ακολουθεί πιστά αυτό το τρομακτικό μονοπάτι. Περικυκλωμένο από άγρια όντα, μελωδίες που γδέρνουν την ευαίσθητη ψυχή ,κούραση, πόνος ,εξάντλιση, ό τι μπορεί να σου ευχηθεί ο καλύτερος εχθρός σου. Η ερώτηση είναι: θα μπορέσεις να αντέξεις? Θα φτάσεις στον τερματισμό? Γιατί ο τερματισμός είναι ο στόχος. Θεραπεύεσαι με ένα απλό άγγιγμα εκείνης της χρυσομαλλούσας κοπέλας με τα λουλούδια στα μαλλιά, που σε περιμένει. Σου ξεκλειδώνει την πόρτα του παραδείσου, του έρωτα , του πάθους. Σαν να ήταν όμως πιο δύσκολο το μονοπάτι το δικό του...
YOU ARE READING
Μόνο ένα καλοκαίρι #SBC2018 #WCC
RomanceΠώς μπόρεσε η καρδιά του να χτυπήσει έτσι; Τόσο αρμονικά, τόσο γαλήνια... Ήξεραν άραγε τα σκληρά βαμμένα με αίμα χέρια του να αγκαλιάσουν; Ήξεραν τι είναι ο έρωτας; Ήξεραν άραγε το τρόπο να μην πληγώσουν εκείνη τη μικρή με το όμορφο χαμόγελο... Εκεί...