Κεφάλαιο 20

119 13 0
                                    

Νύχτα. Νύχτα καλοκαιρινή μα το θέρος τελειώνει. 31 Αυγούστου και η νύχτα φορά το πιο λαμπρό της φόρεμα. Στολίζεται με χρυσές μεταξωτές κορδέλες ,να'ναι όμορφη, όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα. Μα από όσα αστέρια έχει φορέσει ένα το πιο ξεχωριστό, το πιο φωτεινό ή τουλάχιστον ένα ξεχωρίζουμε εμείς. Το πιο όμορφο. Ένα ξεχωρίζει και εκείνη.

  Έχουν περάσει σχεδόν οκτώ ολόκληρα χρόνια από εκείνο το γλυκό καλοκαιράκι στη Σαντορίνη. Κάθεται έξω καθισμένη να κοιτά την αυλή του σπιτιού της. Είναι όμορφη. Ο ουρανός και τα φωτεινά στολίδια του καθρεφτίζονται στα μάτια της. Δεν έχει αλλάξει πολύ από τότε. Ίσως να τη σκότωσε εκείνη η νύχτα που τον έχασε και φαίνεται αυτό. Φαίνεται πληγωμένη κάθε 31 Αυγούστου κι ας μην πέθανε εκείνος τέτοια μέρα. Όμως αυτή, τότε θλίβεται και μαυρίζει η όψη της, την τελευταία μέρα του καλοκαιριού. Κι όλα αυτά γιατί θυμάται εκείνους τους μήνες. Θυμάται πόσο όμορφες στιγμές της χάρισε. Θυμάται τον εαυτό της να θέλει να πετάξει, να σπαρταράει σε μια σπάνια και ακριβή αγκαλιά, να χαμογελάει όπως δεν χαμογέλασε ποτέ.

  Κάθεται κάθε 31 Αυγούστου εκεί μαζί του. Περνά την νύχτα της έξω, στο πλάι του και θυμάται πόσο έκλαψε τότε στις 31 Αυγούστου. Θυμάται το τελευταίο τους φιλί που δεν έμοιαζε στα αλήθεια με φιλί. Ίσα που ακούμπησαν τα χείλη τους μα εκείνη τον ένιωσε. Της έφτανε αυτό.

  Κάθεται έξω πάλι και του μιλά όπως κάθε χρόνο... θα κάτσω μαζί σου πάλι. Δεν θα κλάψω. Φέτος θα τα καταφέρω, έλεγε και ποτέ δεν τα κατάφερνε. Μου λείπεις πάρα πολύ Κρις... δεν φαντάζεσαι πόσο! Σε θυμάμαι και πονάω. Την τελευταία μέρα που σε είδα, σε εκείνη τη δεξίωση είχα μια ελπίδα πως θα είμαστε πάλι μαζί. Από την πρώτη στιγμή που έφυγα από κοντά σου εκείνο το καλοκαίρι είχα μια ελπίδα πως θα ξαναβρεθούμε. Είχα μια ελπίδα πως κάποια μέρα θα με έχεις πάλι αγκαλιά και ίσως ...δεν ξέρω ίσως ζούσαμε μια ολόκληρη ζωή μαζί Κρις. Γιατί όχι? Να γερνούσαμε μαζί, ας έφευγες τότε κι ας μου άφηνες κάτι πίσω. Ας άφηνες δυο παιδιά, ναι! Αν το ήθελες και εσύ... θα είχα κάτι να σε θυμίζει πιο βαθιά. Κάποιον να σου μοιάζει, κάποιον να σε θυμάται μαζί μου τα βράδια. Κάποιον να σε αγαπάει όπως εγώ. Δεν ξέρω αν ήθελες εσύ ποτέ μια τέτοια ζωή μα θα σου πήγαινε. Άλλωστε ο καθένας θα την ήθελε γιατί όχι εσύ? Επειδή ήσουν δολοφόνος?, λέει και γελάει. Δεν έμοιαζες με δολοφόνο εκείνο το καλοκαίρι. Δεν θα μπορούσε ένας δολοφόνος να με αγαπήσει έτσι. Δεν θα μπορούσε να μου χαρίσει τόσες πολλές αξέχαστες στιγμές. Δεν θα μπορούσε να κάνει όσα έκανες. Αυτός είναι κι ο λόγος που δεν φαντάστηκα ποτέ πως η δύσκολη καθημερινότητα που έλεγες ήταν αυτή. Δεν σε φαντάστηκα ποτέ με περίστροφο στο χέρι σου. Για αυτό ,τότε ,ήμουν θυμωμένη και δεν σε δικαιολόγησα όταν είπες πως ήθελες να τελειώσει. Δεν πίστεψα στη σκληρότητα που περιέγραφες... μέχρι την τελευταία μέρα στο ξενοδοχείο. Τότε που σε είδα με το περίστροφο στο χέρι. Η καρδιά μου ...χτύπαγε σε τόσο γρήγορους ρυθμούς. Δεν σου θύμωσα όμως γιατί ανακάλυψα πως τελικά εγώ σε άλλαζα... ήσουν κοντά μου και με κάποιο τρόπο ξεχνούσες τα πάντα. Αν δεν ήμουν θα είχες σκοτώσει τον Κέβιν και το Ρόμπερτ κι όλους. Το ξέρω. Ήσουν καλός στη δουλειά σου. Ήσουν καλός σε ό τι κι αν έκανες. Ίσως να συνέχιζες και τη βραδιά σου με τη Νατάσα, συνεχίζει και γελά. Δεν με πειράζει, μην ανησυχείς. Χαίρομαι που σε άλλαξα... ή καλύτερα σου έδειξα μια άλλη σου πλευρά. Την είχες μέσα σου... και εγώ την ανακάλυψα. Χαίρομαι που ήμουν η πρώτη που την απόλαυσα αυτή την πλευρά... η πρώτη κι η τελευταία. Χαίρομαι που μόνο εμένα ερωτεύτηκες και μόνο εσένα ερωτεύτηκα τόσο βαθιά. Δεν σε μίσησα και δεν θα το κάνω ποτέ. Μόνο εμένα μίσησα που δεν έμεινα κοντά σου εκείνο το βράδυ της δεξίωσης και με έπιασε ο εγωισμός μου. Μου έδωσες την ευκαιρία να θυμηθώ το καλοκαίρι μας, μου φώναξες με εκείνο το φιλί πόσο πολύ σου έλειψα. Μπορούσα να μείνω εκεί μαζί σου, να σε χορτάσω κι ύστερα να μην μας ενοχλήσει κανείς. Θα σε προστάτευα. Θα σε έκανα να φύγουμε, να τα παρατήσεις όλα μα δεν μου είχες πει τίποτα.

Μόνο ένα καλοκαίρι #SBC2018 #WCC Où les histoires vivent. Découvrez maintenant