Αρχή του τέλους

52 13 10
                                    

«Καλώς τα λυκειόπαιδα!». Λυκειόπαιδα Πόσο γρήγορα πέρασαν τα χρόνια. Κι έμειναν άλλα τρία. Και  μετά; Ούτε να το σκέφτομαι θέλω. Πρώτη μέρα μαθημάτων και ήδη νιώθω ξένος εκεί μέσα.

Η πλειονότητα των παιδιών είναι από το άλλο γυμνάσιο από το οποίο ξέρω ελάχιστους. Βέβαια, ήταν επιλογή μου. Αν δεν ήταν η μετεγγραφή θα συνέχιζα να είμαι κοντά στους γνωστούς μου. Κατά βάθος, όμως, ξέρω ότι ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να γίνει.

«Ωραία, λοιπόν. Τώρα τι; Θέλετε να σας αφήσουμε σε εκείνο το λύκειο που σας στείλανε ή να σας πάμε στο άλλο; Από απόσταση πάνω – κάτω τα ίδια είναι. Το θέμα είναι τι θέλετε εσείς…»

Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα διλλήματα που είχα να αντιμετωπίσω. Η αλήθεια είναι ότι για εκείνο το σχολείο δεν είχα ακούσει και τα καλύτερα λόγια. Ιδιότροποι καθηγητές, απαρχαιωμένες εγκαταστάσεις… Αλλά οι περισσότεροι πήγαιναν εκεί.

«Αν θέλετε τη γνώμη μου, δεν αξίζει να μείνετε εκεί. Θυμάμαι, την εποχή που πήγαινα κι εγώ εκεί, το ίδιο τρισάθλιο ήταν. Μην πω και χειρότερα. Τουλάχιστον, αλλάζοντας σχολείο, έστω και στην Γ’ Λυκείου, βρήκα την ησυχία μου. Το άλλο είναι λίαν καλύτερο. Και το θεωρώ προτιμότερο να στερηθείτε τους πολλούς φίλους από το να γίνει η ζωή σας πατίνι για τα επόμενα 3 χρόνια…»

Καλώς ή κακώς η μάνα είχε δίκιο. Με τρόμαζε και μόνο η ιδέα ότι θα μετανιώνω που δεν έκανα τη σωστή επιλογή τότε και που θα την πλήρωνα για τα επόμενα τελευταία χρόνια σχολείου.

«Πρέπει όμως να βρείτε άτομα για ανταλλαγή». Ευκολάκι

Ήξερα ήδη αρκετά άτομα που είχαν σταλεί στο άλλο και δεν ήθελαν. Το θέμα ήταν το τι πραγματικά ήθελα. Για την αδερφή μου δεν ήταν ιδιαίτερο πρόβλημα αφού και στη μία και στην άλλη περίπτωση θα βολεύονταν.

Και το σκέφτηκα. Το σκέφτηκα πολύ. Αναλογίστηκα τι αφήνω πίσω και με τι προχωράω. Ιεραρχώντας τις προτεραιότητες σκέφτηκα ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να θυσιάσω την «φιλία» για χάρη της διευκόλυνσης. Όποιος είναι να μείνει, θα μείνει…

Πριν χτυπήσει το κουδούνι βλέπω τον Σάκη να κάθεται σε μια γωνιά.

«Hey ρε, τι γίνεται; Πώς πέρασες το καλοκαίρι; Όλα καλά;»

Αρχίσαμε να λέμε τα των διακοπών, για τα βάσανα που ξεκινούν, ώσπου αντιλήφθηκα ότι κάτι λείπει…

Και το κουδούνι χτυπάει. Και μαζί με αυτό συμπληρώνεται το προηγούμενο κενό. Να κι ο Ερμής. Στην ώρα, όπως πάντα…

«Γεια παιδιά, χτύπησε για μέσα νομίζω…». Ο σαρκασμός σπάει κάθε κοντέρ. Ευτυχώς υπάρχουν κι αυτοί και δεν αισθάνομαι εντελώς άσχετος.

Ώρα για προσευχή. Το προαύλιο γεμάτο. Πρώτες μέρες, αναμενόμενο. Όσο, όμως,  περνάει ο καιρός τόσο λιγότεροι έρχονται σε αυτήν και τόσο περισσότερες γίνονται οι μονόωρες απουσίες.

«Εθελοντές;»

Φαίνεται πώς όσο πολλοί κι αν ήμασταν, μηδαμινή παρέμενε η ανταπόκριση για την προσευχή. Κι ο υποδιευθυντής ο ίδιος το ήξερε κατά βάθος.

«Έλα ρε Λάκη…»

Τουλάχιστον ο εθελοντής βρέθηκε. Τον ήξερα από το κατηχητικό που πηγαίναμε παλιότερα. Τριτάκι πλέον. Περνάν τα χρόνια…

«Αμήν». Τέλειωσε κι αυτό…

«Καλημέρα παιδιά, καλή αρχή»

Η σκυτάλη δίνεται στην μια και μοναδική Σταμάτα για να πει ακριβώς τα ίδια, ίσως λίγο πιο εμπλουτισμένα. Παρόλο που δεν ήταν της μοίρας μου γραφτό να  την έχω καθηγήτρια θα τη μάθαινα ούτως ή άλλως. Απουσιολόγια, υπογραφές, σφραγίδες, χαμός. Τότε δεν ήξερα τι φασαρία συνεπαγόταν ο ρόλος του απουσιολόγου. Ζούσα στο δικό μου παραμύθι. Τώρα, κάτι ξέρω…

«”Καλό” μάθημα, παιδιά!»

Ο προσωρινός αποχωρισμός των φίλων είναι επώδυνος, αλλά ξέρω ότι το διάλειμμα θα μας επανασυνδέσει. Προς το παρόν, ώρα για μάθημα…

Ταξίδι ζωήςWhere stories live. Discover now