"Σε μια ακριβώς ώρα τελειώνω.... Θα έρθεις να με πάρεις ή να περάσω από εκεί να σε πάρω;...Ναι, στο πανεπιστήμιο είμαι...Εντάξει, θα τα πούμε τότε....Ευχαριστωωω." Είπα γελώντας κι έκλεισα το τηλέφωνο.
Επέστρεψα στη θέση μου. Έβαλα το κινητό στο αθόρυβο και στη συνέχεια στη τσάντα. Έβγαλα το βιβλίο μου, τις σημειώσεις και το τετράδιο μου. Τα άφησα πάνω στο θρανίο. Άρχισα να ξεφυλλιζω τις σημειώσεις μου και να κοιτάζω τα θέματα προς συζήτηση.
Ένα από τα αγαπημένα μου θέματα είναι η οικογένεια. Πολλοί θα μπορούσαν να αναλογιστουν ότι μου αρέσει αυτό το θέμα και γενικότερα ο θεσμός της οικογένειας γιατί δεν είχα ποτέ κάποιο πρόβλημα με την οικογένειά μου. Είχα πάντοτε μια αγαπημένη και ήρεμη οικογένεια. Σίγουρα είχαμε και στιγμές εντάσεις, όπως όλοι άλλωστε, όμως κατά γενικό κανόνα πήγαιναν όλα καλά.
Η ώρα του μαθήματος περνά γρήγορα. Μόλις τελειώσουμε, φτιάχνω γρήγορα τα πράγματά μου, αποχαιρετώ τους συμφοιτητές μου και κατεβαίνω βιαστικά τη σκάλα. Προχωράω στον πεζόδρομο και βγαίνω στο δρόμο. Εκεί βλέπω παρκαρισμένο το μαύρο τζιπ να μου κορναρει. Μπαίνω στη θέση του συνοδηγού.
"Καλησπέρα κούκλα μου." Λέει μόλις με βλέπει
"Ευχαριστώ που ήρθες να με πάρεις" Είπα
"Μα είναι εννιά η ώρα. Τέτοια ώρα τελειώνω κι εγώ." Είπε
"Πολύ ωραίο αυτό το αμάξι. Το έχω πει και κάθε φορά θα το λέω." Είπα
"Τη δουλειά του την κάνει τουλάχιστον." Είπε
"Πρέπει όμως να είναι και ωραίο. Δίνει ένα άλλο κύρος στον οδηγό." Λέω και του κλείνω το μάτι. Εκείνος γελά.
"Ασημίνα κορίτσι μου, εγώ πάει μεγάλωσα πια." Είπε
"Μα βρε Γιώργο, κι εσείς οι μεγάλοι έχετε δικαίωμα στον έρωτα." Λέω και πάλι
"Ασημίνα, έχεις βάλει κάτι στο μυαλό σου και τα λες όλα αυτά;" ρώτησε
"Να μωρε έλεγα, αφού μιλάτε με την κυρία Αμαλία, γιατί δεν προχωράτε και λίγο πιο πέρα;" ρώτησα συνέχισε να γελάει ενώ παρκάρει το αυτοκίνητο στην πυλωτή του σπιτιού του.
Κατεβαινουμε και οι δύο. Μπαίνουμε στο σπίτι."Είναι λίγο κρύα εδώ μέσα. Θα πάρει λίγη ώρα να ζεστάνει το καλοριφέρ. Έως τότε πες μου τι θες να φας;" ρωτάει ενώ μπαίνει στη κουζίνα
"Καμιά σαλάτα προτείνω να φτιάξουμε." Είπα
"Σαλάτα με ρόδι, μπαλσάμικο και μέλι;" ρώτησε
"Την σπεσιαλιτέ σου." Απάντησα
"Ωραία. Πήγαινε άλλαξε εσύ. Νομίζω έχει ζεστό νερό για ντουζάκι αν θες." ΕίπεΠήγα στο μικρότερο δωμάτιο του σπιτιού που είχε διαμορφώσει ειδικά για εμένα ή και τον Αλεξ. Βρήκα τα ρούχα μου κι αφού έκανα ένα ντουζάκι κατεβηκα και πάλι στη κουζίνα.
"Έτοιμη η σαλάτα." Είπε
"Έτοιμη κι εγώ." Απάντησα
"Πάρε πιάτο και πάμε στο σαλόνι. Έχω και ταινία αλλά και επιτραπέζιο με κάρτες." Είπε
"Απόψε προτιμώ να μιλήσουμε." Είπα
"Ωχ. Να ανησυχήσω;" αναρωτήθηκε
"Όχι. Απλά μου έχουν λείψει οι συζητήσεις που έκανα συνέχεια με τους δικούς μου." Είπα
"Τότε να συζητήσουμε ότι θες." ΕίπεΤο τηλέφωνο χτύπησε. Ήταν ο Αλέκος.
"Έλα βρε Αλέκο μου."
"Ασημίνα; Τον βρήκες τον Γιώργο εντάξει;' ρώτησε
"Ναι σπίτι του είμαστε. Φιλιά σου στέλνει." Είπα
"Κι από εμένα δώσε του."
"Η μαμα κι ο μπαμπάς;" ρώτησα
"Μαζί μου είναι. Πάρε την μαμά πρώτα." Είπε και μου την έδωσε στο ακουστικό. Καληνυχτισα και τους δύο γονείς μου κι έπειτα έκλεισα το τηλέφωνο."Λοιπόν που είχαμε μείνει;" ρώτησα τον Γιώργο
"Εκεί που θέλεις να συζητήσουμε." Είπε γελώντας
"Πολύ σωστά." χαμογέλασα αφού ήξερα ακριβώς τι έπρεπε να συζητήσουμε σαν θείος με ανηψιά.
![](https://img.wattpad.com/cover/111778514-288-k733573.jpg)