Αργά εκείνη τη νύχτα γύρισα στο ξενοδοχείο κι όμως λίγοι ήταν εκείνοι που είχαν γυρίσει από το γλέντι. Το δίπλα δωμάτιο είχε φώτα. Υπέθεσα πώς η Αγαθή θα ήρθε να αλλάξει. Μπήκα στο δωμάτιο. Φόρεσα τη σατέν πυτζάμα κι από πάνω ένα φανελάκι. Είναι τέλη Αυγούστου και κάνει αρκετή ζέστη. Με σαπούνι καθαρισμού ξέβαψα το πρόσωπό μου. Κάθισα στο κρεβάτι. Άκουσα ένα χτύπημα και δεν ήταν η πόρτα. Κοίταξα προς την μπαλκονοπορτα. Είχα τραβήξει την κουρτίνα. Η μπαλκονοπορτα άνοιξε και μπήκε μέσα ο Γιώργος.
"Τι κάνεις εσύ εδώ;" ρώτησα θυμωμένη.
"Τι ήταν αυτό που είπες πριν;" ρώτησε. Πετάχτηκα από το κρεβάτι να τον βγάλω ξανά έξω.
"Ό,τι κατάλαβες. Τώρα φύγε." Είπα.
"Πρέπει να μιλήσουμε." Είπε.
Όλα γύρω μου αρχίζουν να γυρνάνε.
"Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή."Λέω.
"Μια χαρά στιγμή είναι." Λέει.
Νιώθω όλο και πιο αδύναμη.
"Σε παρακαλώ." Προλαβαίνω να πω και νιώθω να πέφτω. Ο Γιώργος με κρατά και με βοηθά να ξαπλώσω στο κρεβάτι. Μου φέρνει λίγο νερό."Ευχαριστώ. Μπορείς να πηγαίνεις." Είπα.
"Μα..."
"Η θέση σου είναι δίπλα της. Θα φροντίσω να μην το μάθει κανένας. Θα είναι το μυστικό μας. Δεν θα σας ενοχλήσω ποτέ." Είπα.
"Το καλύτερο που θα μπορούσες να κάνεις." Είπε με βλέμμα γεμάτο περιφρόνηση.Έφυγε κι έκλεισε την πόρτα. Ένιωσα πως τον συχαίνομαι εκείνη τη στιγμή. Ένιωσα ακόμη και πολύ μπερδεμένη για το μέλλον εκείνου του παιδιού. Το ήξεραν μόνο τρία άτομα. Η ύπαρξη του ταραζε τους δύο από αυτούς. Ήμουν μόλις 17. Τι θα γινόταν μετά; Αν υπήρχε 'μετά' για το παιδί, υπήρχε 'μετά' για εμένα;
Το επόμενο πρωί φύγαμε νωρίς. Ήταν σαν να μην είχε γίνει τίποτα. Όλες οι συμπεριφορές ήταν ίδιες. Κανείς δεν είχε μάθει τίποτα. Το ζευγάρι ήταν ακόμη στο δωμάτιό του.
Στο αυτοκίνητο δεν μιλούσε κανένας. Σε τρεις ώρες φτάσαμε σπίτι. Κλείστηκα αμέσως στο δωμάτιό μου. Έπρεπε να σκεφτώ τόσα πράγματα. Σε δύο μέρες άρχιζαν τα μαθήματα στο φροντιστήριο και σε μια εβδομάδα άρχιζε το σχολείο. Ξεκινά η τρίτη Λυκείου. Είχα τόσα όνειρα. Τι θα κάνω;!
Όσο εμένα στο δωμάτιο κατάλαβα ότι γινόμουν χειρότερα. Πήγα μέχρι το σαλόνι. Όλοι η οικογένεια στεκόταν εντρομη μπροστά στην τηλεόραση. Εκεί μιλούσαν για νέες επιθέσεις στην Ελλάδα και εκρήξεις.
Μα καλά γίνονται τέτοια τον 21ο αιώνα?
Πηγαίνω μέχρι την κουζίνα. Σε ένα μπολ βάζω δημητριακά και γάλα. Αρχίζω να τρώω. Κι έπειτα πήγα ξανά στο δωμάτιό μου. Άνοιξα το τηλέφωνό μου μετά από μέρες. Είδα πολλές αναπάντητες από την Λυδία, την κολλητή μου. Την κάλεσα."Μήπως μπορείς να έρθεις από δω;" ρώτησα.
"Κλείσε έρχομαι." Είπε.Σε δέκα λεπτά ήταν στο σπίτι μου στο δωμάτιό μου.
"Που είσαι παιδί μου? Έχω πεθάνει από την αγωνία μου." Είπε ανήσυχη.
"Ηρέμησε και θα σου τα πω όλα." Είπα.
"Πες παιδί μου..." Ειπε.
"Έγινε ο γάμος. Ο γάμος τους. Ο Γιώργος με την Αγαθή παντρεύτηκαν. Ο άνθρωπος που πέρασα μαζί του τόσα και τόσα παντρεύτηκε την πρώτη μου ξαδέρφη. Το έχω πει τόσες φορές κι ακόμη να το πιστέψω. Και ξέρεις ποιο είναι το θέμα; Ότι εκείνος το ζήτησε." Είπα κι εκείνη με κοίταξε με βλέμμα γεμάτο απορία.
"Τον γάμο. Αυτός τον ήθελε. Δεν ήξερε λέει στην αρχή ότι ήταν ξαδέρφη μου. Αλλά μετά που το έμαθε δεν τον χάλασε." Εξήγησα.
"Γιατί να κάνει κάτι τέτοιο;" ρώτησε.
"Αυτή λέει είναι η λογική της οικογένειας. Να παίρνουν κάποια που θα πει ο μπαμπάς. Ανοησίες. Ψεύτης ήταν. Μόνο που σκέφτομαι τα δύο χρόνια που χαραμισα...." θύμωσα που τα θυμήθηκα.
"Ε μην τα σκέφτεσαι." Είπε η Λυδία.
" Δεν είναι και τόσο εύκολο." Απάντησα.
"Γιατί; υπάρχει κάτι που δεν μου έχεις πει;" ρώτησε.
"Σου έχω πει ήδη πως εδώ και τέσσερις μήνες έχουμε ολοκληρώσει τη σχέση μας σε κάθε βαθμό." Είπα
"Ναι και...." Περίμενε να ολοκληρώσω.
"Πριν γίνουν όλα αυτά ήμασταν μια χαρά. Όταν τον έδιωξα άρχισα να μην νιώθω καλά. Στην αρχή νόμιζα ότι φταίει το ψυχολογικό. Η Άντι πήγε στο φαρμακείο να πάρει κάτι για να μου περάσει αυτή η ναυτία. Ο Φαρμακοποιός της έδωσε τεστ εγκυμοσύνης. Δεν ήθελα να το κάνω. Λίγο πριν το γάμο το έκανα..." σταμάτησα για λίγο.
"Και..;" ρώτησε.
"Βγήκε θετικό. Μου ξέφυγε και το είπα στον Γιώργο και το άκουσε και η Αγαθή το βράδυ του γάμου." Είπα."Και τι είπε ο Γιώργος;" ρώτησε.
Σωπασα για λίγο. Ένιωσα τα μάτια μου υγρά."Ότι δεν θέλει καμία σχέση με αυτό." Είπα. Η Λυδία με αγκάλιασε.
"Θα πάμε Αύριο στον γιατρό. Θα μείνω εδώ απόψε. Πρωί πρωί θα πάμε." Είπε.
"Σε ευχαριστώ." Απάντησα.Μετά από πολύ καιρό κοιμήθηκα αγκαλιά με την καλύτερή μου φίλη. Το πρωί πήγαμε στον γιατρό. Η εγκυμοσύνη δεν είναι προχωρημένη. Είμαι μόνο τριών εβδομάδων. Θα μπορούσα είτε να συνεχίσω είτε να σταματήσω την κύηση. Πήγαμε σε ένα κοντινό καφέ. Ήρθε και η Αλίκη. Μια εξίσου καλή φίλη.
"Τι σκέφτεσαι να κάνεις;" ρώτησε η Αλίκη.
"Δεν ξέρω. Πραγματικά δεν ξέρω καθόλου." Είπα.
"Τι σε προβληματίζει;" ρώτησε η Λυδία.
"Έχω τόσα όνειρα, τόσο κόπο έκανα αυτά τα χρόνια για να περάσω κάπου." Εξήγησα.
"Αυτό δεν είναι πρόβλημα. Μπορείς να δώσεις εξετάσεις." Είπε η Αλίκη.
"Σκέφτομαι κι άλλα. Όπως, αυτό το παιδί δεν θα γνωρίσει ποτέ μπαμπά. Κι αν ο Γιώργος δεν θέλει επαφές μαζί του, ποιος θα το αναγνωρίσει;" ρώτησα χωρίς να περιμένω απάντηση.
"Η απόφαση είναι δική σου. Ανεξάρτητα από τον Γιώργο κι από εμάς. Μόνο δική σου." Είπε η Αλίκη. Κοίταξα την Λυδία.
"Δίκιο έχει." Συμφώνησε με την Αλίκη.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Δεν ήσουν εδώ!
Genç KurguΜερικές φορές αυτό που έχουμε δεν είναι αυτό που νομίζουμε.