28 : αναπάντεχη συζήτηση

619 59 2
                                    

Δύο μέρες μετά ήμουνα ξανά στην βάση. Η ώρα ήταν 12 τα μεσάνυχτα. Καθόμουν και παρακολουθούσα την Σάρα που έπαιζε χαρτιά με τον Μανώλη, ο οποίος με κοιτάει συνέχεια περίεργα, τους δίδυμους και κάποιους άλλους που δεν ξέρω.

Ο Μαρίνος μας κοίταζε αναλυτικά από μια σκοτεινή γωνιά. Ήταν ξανά μόνος του.

«Τον βλέπεις τον Μαρίνο ;;» ψιθύρισα στην Σάρα. «Για κάποιον λόγο δεν τον έχω δει ποτέ να πηγαίνει σε καμία δουλειά. Ο Μπλάκ τον αφήνει συνέχεια εδώ.»

«Δίκιο έχεις. Αλλά νομίζω πως τον χρησιμοποιεί σαν χάκερ. Τον έχει να μπλοκάρει λογαριασμούς, να μπαίνει στα αρχεία άλλων.» έριξε μια ανήσυχη ματιά γύρω της.
«Βασικά ο Μπλακ θέλει να δει πόσα ξέρει η αστυνομία για αυτόν και την συμμορία. Έχει σκοπό να μπει στα αρχεία τους και αν δει κάτι σχετικό με εμάς να τα διαγράψει. Για αυτό προσέλαβε τον Μαρίνο.»

Ξανά γύρισε στο παιχνίδι. Είχε έρθει η σειρά της να παίξει.

«Βαρέθηκες ;;» μου ψιθύρισε η Σάρα.

«Λιγο αλλά δεν πειράζει σε λίγο πρέπει να φύγουμε για την δουλειά που μας είπε Μπλάκ.»

Θα πηγαίναμε εγώ, ο Μανώλης και ο Βασίλης να πάρουμε ένα φορτίο που έφτανε στο λιμάνι με παράνομα τσιγάρα. Μετά αυτά θα τα δίναμε στον Μπλάκ κι εκείνος θα τα πούλαγε στην τριπλάσια τιμή από ότι θα τα πάρουμε εμείς τώρα.

Όταν είδα τον Βασίλη να μου κάνει νόημα, σκουντηξα τον Μανώλη.

«Και κέρδιζα...» είπε απογοητευμένος και ακολουθήσαμε έξω τον Βασίλη.

Έξω από την βάση δεν υπήρχαν και πολλές μηχανές. Οι περισσότεροι της συμμορίας έλειπαν σε δουλειές του Μπλάκ.

«Βασίλη θα πάρω εγώ στην μηχανή μου την Σία.»

Τον κοίταξα ειρωνικά. «Οχι, ευχαριστω προτιμώ να πάω με τον Βασίλη.»

Δεν υπάρχει περίπτωση να πήγαινα με τον Μανώλη. Ο τύπος την πέφτει σε όλες, τώρα και σε εμένα.

«Ενταξει.»

Ανακουφιστηκα. Για μια στιγμή νόμιζα πως θα με άφηνε να πάω με τον Μανώλη. Προχωρήσαμε προς την μηχανή του.

«Ξερω γιατί δεν θες να πας με τον Μανώλη αλλά στον γυρισμό είναι αναγκαίο γιατί εγώ θα πάρω το φορτίο μαζί μου.»

«Καλα.»

Η απόσταση ήταν αρκετά μεγάλη μέχρι το λιμάνι. Όταν φτάσαμε περιμέναμε στις σκιές μέχρι να ακούσουμε ένα χαρακτηριστικό σφιριγμα. Ο Βασίλης μας έκανε νόημα να τον περιμένουμε κρυμμένοι. Πλησίασε έναν τύπο, του έδωσε καποια χρήματα ενώ έπαιρνε στα χέρια του ένα ξύλινο κουτί.

The dealWhere stories live. Discover now