Πεδίο μάχης

123 38 36
                                    

Ο στρατιώτης τρέχει
Πλησιάζει το πεδίο της μάχης
Κινεί τα πόδια του σε χώμα αφιλόξενο
Το χώμα που τόσα γέννησε
τώρα διψά για αίμα

Τα πουλιά φοβούνται να χαρίσουν το τραγούδι τους
Οι νεράιδες σταματούν τον χορό τους -
ετοιμάζουν τα αόρατα μονοπάτια

Απόλυτη σιγή στο θέατρο
Τα βλέμματα στις χοντρές κουρτίνες
που θα ανοίξουν για το ίδιο έργο που τόσους αιώνες το κοινό δοξάζει

Η αναμονή έρχεται στο τέλος της
Οι κουρτίνες ανοίγουν
Μπρος το πεδίο της μάχης
Ο στρατιώτης έφτασε

Η σκηνή ζωντανεύει
μόνο για να γεμίσει θάνατο

Παλικάρια σε ρόλο δύσκολο, καιρό δύσκολο
Μη δείξουν τρόμο, μη δείξουν άγχη
Φορούν τη στολή και το κουράγιο τους

Κουράγιο...
Το μόνο που δεν τους δόθηκε
Κι ας είναι η μεγαλύτερη απαίτηση
Κουράγιο να σηκώσουν το όπλο
Κουράγιο να ελπίζουνε σ' αυτό

Το μόνο που δεν του δόθηκε
Το φύλαγε όμως στο πνεύμα του
για στιγμές όπως αυτή
που θα χρειαστεί να σκοτώσει πιόνια με πνοή
που θα χρειαστεί να κρατήσει τη γη του ζωντανή

Το πνεύμα φυλάει όλα τα αγαθά για εκείνους που δε θα τα ατιμάσουν
Αυτή η δύναμη!
Ανάθεμα αυτούς που την πατάνε!

Ο στρατιώτης πολεμά
με ορμή που θα σας βούρκωνε
Αξίζει κάθε παρέλαση, κάθε μαθητική εκδήλωση
κάθε πίνακα, κάθε τραγούδι, κάθε ταπεινό ποίημα
Είναι ικανή η τέχνη να εκφράσει το μεγαλείο;
Σας ρωτώ, φίλοι μου, που μαζί κοιτάμε τη σκηνή με δέος

Αυτός δεν είναι ρόλος, τολμώ να σχολιάσω
Μπορεί να μην ήταν το μέλλον που θέλησε
αλλά το πίστεψε

Δώστε του τον θάνατο!
Απλά για να αποδείξω κάτι
Εσύ, ναι, εσύ!
Μπήξε του το σπαθί!
Πιο βαθιά, δε σου 'χουν μάθει να μη λυπάσαι τον εχθρό;

Τώρα σταθείτε
Θα δείτε, δε θα χάσει την όψη του
Το θάρρος θα παραμείνει ζωγραφισμένο στα χαρακτηριστικά του δύσμοιρου νέου
Τόσο νέος, και τόσο όμορφος...

Αίμα, στάζει στο χώμα
Η ανάσα του σβήνει
Δεν του μένει χρόνος, και ψάχνει για το φως που του υποσχέθηκαν
το φως της λύτρωσης

Το σκοτάδι της δικής του απόγνωσης τον πνίγει
Εύχεται τον θάνατό του, σαν να 'ναι δική του απόφαση

Νεράιδες ακούν τον βουβό ήχο της ευχής του
Μια κοπέλα χορεύει αέρινα κοντά του
Μαλλιά ξανθά, δέρμα από αστέρια

Με μουδιασμένα χείλη, ο στρατιώτης μουρμουρά πως το φως υπάρχει
Προσπαθεί να φωνάξει στίχους για τη γοητεία του θανάτου
Μα σε κάθε αέρινο βήμα, η δύναμη χύνεται με το αίμα πιο γρήγορα, πιο φοβερά

Του δίνει το χέρι της, τυλίγει τα λεπτά της δάχτυλα στα δικά του
Τον βοηθά να σηκωθεί
Δάκρυα ρέουν στο πρόσωπό του, δεν είναι νεκρός θαρρεί
Σκέφτεται τη γυναίκα και το παιδί του που δεν πρόδωσε αφήνοντάς τους μόνους

Η κοπέλα τον οδηγεί χαμογελαστή στα μονοπάτια
«Κουράγιο» του ψυθιρίζει με φωνή τόσο γλυκιά, που κάνει την κάθε ανάμνηση θολή, μακρινή

Υπνοτισμένος περπατά μόνος μπροστά
Υπήρχε κανείς μαζί του πριν;
Υπήρξε ποτέ κάτι άλλο στον κόσμο;

Βηματίζει σε λευκή λάμψη
Όσο το σώμα του κείτεται νεκρό
Καθώς εξετάζουν τη γενναιότητα χαραγμένη στην ασάλευτη έκφραση του πτώματος

Δε θέλει πολλά για να αχρηστεύσει η σάρκα

Το παχύ ύφασμα πέφτει ξανά στο θέατρο

Οι θεατές σηκώθηκαν
ψάχνοντας για την έξοδο χαμένοι

Αθήνα, 3/3/2020

ὕμνων πτυχαί [✓]Where stories live. Discover now