Βυθίζομαι,
ένα χέρι ψηλά στην επιφάνεια.
Νιώθω τον ήλιο στην παλάμη μου,
ζεστό,
κι ένα ψιλό αεράκι,
να θυμίζει ότι είναι Άνοιξη...Ο Χειμώνας πέρασε,
όμως δεν πέρασε από εμένα,
αφού τον κράτησα σαν φυλαχτό,
σε μια στιγμή που χρειαζόμουν προστασία
ασφάλεια βάρβαρη, αυτήν εμπιστευόμουν,
τους παγωμένους τοίχους, ψηλούς όπως τα πρώτα βουνά που ασπρίζουν.Έτσι έκλεισα τον κόσμο κι έκρυψα το κορμί μου,
πριν με βάλω να καώ,
πριν ωριμάσει η φλόγα,
να με ζεστάνω, στην παιδική μου γύμνια.
Σαν σπίρτο, σε μια ανάσα θα είχα σβηστεί, το ξέρω –
μια ανάσα που εμπόδισα, ένας αέρας, μπόρα, θύελλα που δεν πέρασε το τείχος.Και υψώθηκαν τα τείχη πιο απροσπέλαστα,
ύστερα υψώθηκε ο καπνός, μα ποιος τον είδε;
Έγινα φωτιά δυναμωμένη,
θολή από τους καπνούς εικόνα και ανάμνηση, μια πυρκαγιά ανεξέλεγκτη. Βέβαια ελεύθερη. Εκεί.
Είδα στάχτη απέραντη,
καταστροφή, κραυγή και ξένο σπαραγμό.Και ο σπαραγμός, ο δεύτερος και καταληκτικός, δικός μου,
θέλησα και έριξα τους τοίχους μου, για μια στιγμή απόλυτης ελευθερίας, αυτό είναι μια στιγμή θανάτου,
θυσίασα τον έλεγχο του εαυτού μου, έπεσα διάχυτη. Εις το όνομα της ελευθερίας.
Την ελευθερία κανείς την χάνει συναντώντας τα όριά του,
την ξαναβρίσκει όταν θυμηθεί πως τα έβαλε αυτοβούλως,
την ξαναχάνει καθώς το μετανιώνει. Έννοιες που δεν έχουν πρακτικό σκοπό.Έλιωσα τον πάγο, και έγινε ποτάμι, χείμαρρος που με παρέσυρε σε λίμνες,
και το νερό είναι κρύο, δε ζέστανε ακόμη.
Μούδιασα, κοκάλωσα, και βάρυνα.
Απροστάτευτη. Με κρατάει η ανάσα που μού έλειψε,
και την κρατάω.
Είμαι οι στάχτες μου, ηττημένες.Αθήνα, 9/11/2022
VOCÊ ESTÁ LENDO
ὕμνων πτυχαί [✓]
PoesiaΕνας πυρετος στο αίμα μια θηλιά στο λαιμό μηνίγγια που βροντοχτυπούν φωνές που σε προστάζουν κρύψου σ' ακούν τα θηλυκά φωνήεντα να στριγκλίζουν στο σκοτάδι διάττοντες ν' αργοπεθαίνουν χρώματα να στροβιλίζουν κι η διάγνωση κατηγορηματική ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ Γ...