Κεφάλαιο 20

71 21 14
                                    

Η ανάσα της ήταν βαθιά και διακεκομμένη. Το λαχάνιασμα της ήταν τόσο δυνατό που το κορίτσι είχε την αίσθηση ότι αντηχούσε σε όλο το δάσος.Το μόνο σίγουρο ήταν ότι η κρυψώνα που είχε βρει ήταν άχρηστη καθώς ο Εμμανουήλ είχε εξαιρετική ακοή και θα την άκουγε σίγουρα. Ήταν πίσω από ένα τεράστιο κορμό δέντρου και περίμενε... Τα βήματα του νεαρού άντρα ακουγόντουσαν πίσω της.Περπατούσε εκείνος αργά και κάτω από τα πόδια του θρυμματίζονταν τα ξερά φύλλα.

<<Έχω αρχίσει να βαριέμαι>> της είπε εκείνος ενώ περπατούσε γύρω από τα δέντρα αργά για να την κάνει να φοβάται και για να τις σπάσει τα νεύρα. <<Κρυφτό θέλεις να παίξουμε;>> την ρώτησε. <<Φανερώσου!>>.

Η Λυδία βγήκε από την κρυψώνα της και τον κοίταξε κατάματα καθώς ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπο της. Ο Εμμανουήλ της όρμισε με το τεράστιο σπαθί που κρατούσε. Στα χέρια της κοπέλας εμφανίστηκε από το πουθενά ένα σπαθί και το σήκωσε μπροστά στο πρόσωπο της. Το σπαθί του άντρα χτύπησε πάνω στο δικό της με φόρα και δύναμη τόσο πολύ που πέρασε από το μυαλό της ότι αν είχε λίγο πιο αργά αντανακλαστικά θα την είχε κόψει στην μέση χωρίς υπερβολές. Έμειναν με τα σπαθιά τους κολλημένα και κοιταχτήκαν, εκείνη μούσκεμα στον ιδρώτα και εκείνος ξεκούραστος και εντελώς στεγνός από ιδρώτα.

<<Χαίρομαι τόσο πολύ που δεν είμαι πραγματικός εχθρός σου...>> είπε η κοπέλα καθώς τρόμαξε λίγο από την αγριότητα που είχε ο αδελφός της στην μάχη.

<<Ποιος σου είπε ότι δεν είσαι αυτή την στιγμή αληθινός εχθρός μου;>> την ρώτησε εκείνος και σήκωσε το σπαθί του για να πάρει φόρα και να το ρίξει πάνω της.
Εκείνη άρχισε να τρέχει μακριά του και εκείνος να την κυνηγά με το σπαθί σφιχτά κρατημένο στο χέρι του. Η κοπέλα κοίταξε πίσω της και τον είδε να είναι πολύ κοντά της.Άρχισε να τρέχει ακόμα πιο γρήγορα και μετά από λίγο πήδηξε από το έδαφος πάνω σε ένα δέντρο. Είχε φτάσει ως την μέση του τεράστιου δέντρου και αμέσως άρχισε να σκαρφαλώνει γρήγορα ώσπου έφτασε στην κορφή του. Το δέντρο αυτό που είχε σκαρφαλώσει ήταν πιο ψιλό από τα υπόλοιπα εκεί γύρο και έτσι έμεινε να κοιτάει τις κορυφές των δέντρων με την καρδιά της να χτυπάει πανικόβλητη. Τα πόδια της πατούσαν σταθερά σε ένα γερό κλαδί και με το χέρι της έπιανε τον χοντρό κορμό του δέντρου. Κοίταξε λαχανιασμένη κάτω αλλά δεν μπορούσε να διακρίνει το έδαφος. Άρχισαν να περνάνε τα δευτερόλεπτα και δεν τον έβλεπε πουθενά.

Λουτσία.Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang