Απογοήτευση...

191 28 4
                                    

'' Πού πάμε;'' τον ρώτησε η Λίζα μόλις βγήκαν από την αποθήκη.

'' Για αρχή, πρέπει να περάσουμε από το σπίτι μου να αλλάξω ρούχα και να κάνω ένα μπάνιο'', της απάντησε και σταμάτησε για λίγο να ξεκουραστεί, τρίβοντας τα γόνατά του. '' Και μετά  θα πάμε αμέσως στο νοσοκομείο.''

" Ωραία, ακολούθησέ με", του είπε και μετά από λίγα λεπτά περπάτημα, βγήκαν στον κεντρικό δρόμο του Περάματος. " Καβάλα!" τον προέτρεψε δείχνοντάς του την κόκκινη μηχανή, και του έδωσε το κράνος της. " Πού είναι το σπίτι σου;"

'' Στο Παγκράτι'', είπε κοιτώντας με έκπληξη. '' Εγώ θα οδηγήσω;''

" Τη μηχανή μου δεν τη δανείζω ποτέ", πέρασε το πόδι της και έβγαλε το στήριγμά της. " Καβάλα!!" του είπε ξανά κι εκείνος ακολούθησε την εντολή της.

Έπιασε με ένα λαστιχάκι τα μαλλιά της και έβαλε μπρος. Οι άδειοι δρόμοι τους βοήθησαν να φτάσουν σε χρόνο μηδέν στο Παγκράτι, με τη μηχανή της Λίζας να πιάνει κόκκινο όπως και η δεξιοτεχνία της σαν οδηγός. Μόλις έφτασαν στο πάρκινγκ της παλιάς πολυκατοικίας, η Λίζα έσβησε τη μηχανή και κατέβηκε. " Νομίζω πείνασα, έχεις τίποτα να φάμε στο σπιτικό σου;" τον ρώτησε αφού άνοιξαν την πόρτα του μικρού διαμερίσματος. 

" Πότε ήταν η τελευταία φορά που καθάρισες εδώ μέσα;" Άλλη μια ερώτηση βγήκε από το στόμα της, βλέποντας τη συσσωρευμένη σκόνη παντού γύρω της.

'' Σπάνια μένω εδώ. Ειδικά τον τελευταίο μήνα, με όσα έγιναν με την Κλειώ, δεν πάτησα καθόλου το πόδι μου εδώ μέσα'', είπε ανοίγοντας ένα από τα ντουλάπια της κουζίνας, και έβγαλε ένα πακέτο μακαρόνια για να της μαγειρέψει. '' Μπορεί να έχει σκόνη, αλλά τουλάχιστον είναι τακτοποιημένο. Θα τα φτιάξω στα γρήγορα'', συμπλήρωσε και έβαλε μια κατσαρόλα με νερό στο μάτι της κουζίνας. '' Βολέψου, σαν στο σπίτι σου.''

" Δεν κατάλαβες κούκλε μου, εσύ θα πας για το μπάνιο σου και η Λίζα θα σε φροντίσει", τον έσπρωξε απαλά για να τον διώξει από την κουζίνα. "

 Τώρα πρέπει να βγάλω φτερά!" μονολόγησε η κοπέλα που είχε μείνει μόνη, και άρχισε να κάνει δουλειές σαν μανιακή. Σε χρόνο μηδέν καθάρισε τα πολλά πολλά, έφτιαξε τα μακαρόνια,, άλλαξε σεντόνια και χτύπησε την πόρτα του μπάνιου. " Είσαι καλά εκεί μέσα;"

'' Τώρα βγαίνω.''

Τον άκουσε να της φωνάζει και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκε μπροστά της με μια μαύρη πετσέτα τυλιγμένη γύρω από τη μέση του και τα νερά να στάζουν από το κορμί του στο πάτωμα. '' Πότε πρόλαβες να τα κάνεις όλα αυτά;'' απόρησε βλέποντας πίσω της το στρωμένο τραπεζάκι της κουζίνας και τον καθαρό νεροχύτη, την ίδια στιγμή που το πάτωμα έλαμπε από καθαριότητα και το άρωμα από το απορρυπαντικό τρυπούσε τα ρουθούνια του.

Νιώσε με: Η αλήθεια... ( Βιβλίο πρώτο)Where stories live. Discover now