Περπατούσα αργά και σταθερά μεςα στο δάσος. Τα δέντρα υψώνονταν περήφανα και τα σκαλιστά κλαδιά τους άγγιζαν τον ουρανό ,χαϊδεύοντας τα σύννεφα. Δεν ήξερα πως είχα φτάσει εκεί αλλα ένιωθα τα ποδια μου να καίνε σαν να είχα τρέξει χιλιόμετρα για πολυ ωρα. Κοίταξα τα γυμνά πέλματα μου και ήταν γεμάτα αίμα και γρατζουνιές. Πως βρέθηκα εκει; Απο ποιον έτρεχα να ξεφύγω με τέτοιο φόβο και ορμή; Ξαφνικά ,χαμένη στις σκέψεις μου, δεν συνειδητοποιησα οτι είχα φτάσει σε μια πανέμορφη λίμνη. Ολα εδω ειναι τόσο γαλήνια. Όμορφα πουλιά πετουν στον ουρανό και κελαϊδουν μια γνωστή μελωδία. Σίγουρα την είχα ξανακούσει. Δεν θυμάμαι όπως καθαρά απο που. Το γρασίδι ειναι κοντό κουρεμένο και τόσο δροσερό λες και το ποτισαν εκεινη την στιγμή. Ένιωθα τα τραύματα στα ποδια μου να επουλώνονται μαγικά. Πολλά ζωάκια περπατούν γύρω γύρω ξεγνοιαςτα και αισθάνθηκα σαν να βριςκομουν σε παραμύθι. Κοίταζω την αντανάκλαση μου στο νερό. Απαλά κάστανα μαλλιά σαν μεταξυ πέφτουν στους ώμους μου. Το λευκό φόρεμα μου φτάνει μεχρι το γόνατο και φωτίζει την ελαφρώς σκουροχρωμη επιδερμίδα μου καθώς ήταν καλοκαίρι και ο ήλιος ειχε δώσει ενα σοκολατένιο χρώμα στο δέρμα μου. Τα ματια μου ξεχώριζουν στο νερό. Φωτεινά καφέ σαν μέλι με πραςινες ανταυγιες. Το σώμα μου φαινεται ακόμη μικρότερο στο καθρεπτισμα του νερού. Καλα εντάξει ειμαι και χωρίς αυτή την παρέμβαση μικροσκοπικη, πρέπει να το παραδεχτώ. Σκύβω και αγγίζω απαλά το κρυστάλλινο νερό. Εχει μια αίσθηση τόσο απαλή και αναζωογωνητικη. Εκεινη την στιγμή κοιταζω γύρω μου και καταλαβαινω που ειμαι. Ειχα διαβάσει στα παραμύθια και σε πολλά βιβλία για αυτο το μέρος αλλα δεν ήξερα οτι υπήρχε στην πραγματικότητα. Ειμαι σίγουρη οτι βρίσκομαι στον...
Ξαφνικά ακούω κάποιον να πλησιάζει και αναπηδώ απο την θέση μου.
Δεν θα μιλήσω. Δεν πρόκειται να πω την κλασική ατάκα "ποιος ειναι εκει;". Τι βλακεία! Λες και θα σου πει "ελα μωρε εγω ειμαι ελα πιο κοντά να τα πούμε λιγακι". Αντιθέτως πλησιάζω στο μέρος που άκουσα τα βήματα.
Τα ξανακουω. Τωρα πιο κοντά. Σταματάω γιατι είχα φτάσει πλεον σε ενα μικρό καταρράκτη με όμορφες αμυγδαλιές. Βλεπω κάποιον να στέκεται στηριγμένος σε μια ανθισμένη αμυγδαλια. Το πρόσωπο του δεν μπορω να το διακρίνω απο την σκιά του δέντρου αλλα καταλαβαινω οτι ειναι ψηλός, στέκεται χαλαρός και γαληνιος σαν να ειναι μέρος του παραμυθιού.
"Ποια είσαι;"είπε χαμηλοφωνα
Η φωνή του ειναι τόσο βελούδινη και ακουγεται στα αυτιά μου σαν τραγούδι. Μου θυμιζει το τραγούδι που άκουσα πριν λιγο απτά πουλιά. Δεν μπορω να θυμηθώ απο που το ξερω. Παρόλο που δεν διακρίνω τα ματια του νιώθω οτι με εχει καρφώσει με το βλέμμα του. Ξαφνικά η καρδια μου χτυπάει πολυ δυνατά. Ξερω οτι θα κανω κατι χωρίς να το πολυ σκεφτώ αλλα δεν με νοιάζει. Κατι με ωθεί προς εκείνον.
"Πες μου πως σε λένε, μην με φοβάσαι" αποκρίθηκε ξανά.
Πλησιάζω πιο κοντά του.
"Δεν φοβάμαι!" του λεω απότομα.
"Χμμμ...ενδιαφέρον. Παρεμπιπτόντως με λένε Τζος . Χάρηκα για την τυχαία γνωριμία μας, όμορφη άγνωστη." είπε με ενα αχνό χαμόγελο στην φωνή του.
" Και γω χάρηκα, Τζος. Εμένα με λένε..." πήγα να συνεχίσω αλλα δεν πρόφτασα.
"Μη μου πεις! Μου αρέσει περισσότερο να μην ξερω το όνομα σου. Με νοιάζει μονο που σε βλεπω." είπε ήρεμα.
Δεν ξερω γιατι αλλα η καρδιά μου όλο και χτυπούσε δυνατοτερα. Ακόμη δεν τον εχω δει καλα. Μονο η φωνή του ειναι αρκετή για να νιώθω τα ποδια μου να τρέμουν. Θελω να δω το πρόσωπο του αλλα φοβάμαι οτι κατι κακό θα συμβεί. Παρ'ολο το προαίσθημα που εχω δεν χάνω τον χρόνο μου και πλησιάζω. Ξαφνικά ολα φωτίζονται και διακρίνω καθαρά το πρόσωπο του. Σκούρα καςτανα μαλλιά πέφτουν δεξιά και αριστερά χαλαρά στο πρόσωπο του. Ατημέλητα αλλα τόσο όμορφα. Τα χείλη του ειναι γεμάτα και εχουν ενα ρόδινο χρώμα πιο ωραιο και απτο δικό μου παρεμπιπτόντως. Τα ματια του ειναι καρφωμένα στα δικά μου και απο εκει νιώθω να πηγάζει όλο το φως. Κρυστάλλινα πράσινα ματια με γαλάζιες ακτίνες στεφανωμένα με πυκνές βλεφαρίδες. Η ομορφιά του ειναι εξωπραγματικη. Και το αιςθανομαι. Ειναι σαν ένας άγγελος. Το νιωθω πολυ δυνατά μεςα μου.
"Να ξέρες ποσο θα ήθελα να ειμαι τωρα βυθισμένος στις σκέψεις σου." είπε με την ίδια ηρεμία αλλα με ταρακούνησε λιγάκι και σταμάτησα να τον παρατηρώ τόσο επίμονα.
"Έχεις καταλάβει που βρίσκεσαι;" με ρώτησε κοιταζωντας με τα φωτεινά του ματια και βυθίζοντας με σε έναν βαθύ λιθαργο.
"Οχι" απαντάω σαν υπνοτισμενη.
"Ελα μαζι μου!" χαμογέλασε και με έπιασε απτο χέρι.
Ξαφνικά τιναχτηκαμε και οι δυο σαν να μας διαπέρασε ηλεκτρισμός. Το πρόσωπο του σκληρηνε λιγάκι και με πλησίασε.
"Ελα προς τα εδω" είπε αλλα δεν επειχηρησε να με ξανακουμπησει.
Προχωρήσαμε σε ενα μονοπάτι και φτάσαμε στην κορυφή του καταρρακτη. Ειναι οτι πιο όμορφο εχω δει. Το νερό πεφτει τόσο ήρεμα στην λίμνη και μας διαπερνά ενα δροσερό αεράκι. Τα μαλλιά μου ανέμιζαν απαλά και εκεινος με κοιτούσε με ενθουσιασμό.
"Είσαι τόσο όμορφη. Πραγματικά οταν σε ειδα δεν πίστευα στα ματια μου" είπε και η καρδιά μου πήγε να εκγαταληψει το στερνό μου σε μια στιγμή αδυναμίας.
"Μπορω να πω το ιδιο και για εσένα" αποκρίθηκα αμέσως.
Χαμογελάει πλατιά και με πλησίαζει. Κι αλλο. Κι αλλο. Μεχρι που τα χείλη του απέχουν 2-3 χιλιοστά απο τα δικά μου. Τα αγγίζει με τον αντίχειρα του. Νιωθω παλι εκείνον τον ηλεκτρισμό αλλα δεν κανω πίσω. Η έλξη μεταξυ μας ειναι τόσο έντονη. Θελω απλα να τον νιώσω. Πιάνει απαλά με τα δυο του χέρια το πρόσωπο μου και χαϊδεύει τα μαγουλα μου. Σκύβει και ακουμπαει τα χείλη του στα δικά μου. Πριν καν προλάβω να γευστω το άρωμα των χειλιών του νιωθω τα χέρια του να τρέμουν πανω στο πρόσωπο μου και τα ποδια του να λυγίζουν. Ενα βέλος ειναι καρφωμένο στην καρδιά του και βλεπω στα ματια του τον φόβο αλλα και την απορία. Γυρνάω το κεφάλι μου και βλεπω πίσω απο τα δέντρα έναν μαυροφορεμενο άντρα ψηλό μυώδη να κρατάει ενα τόξο. Χωρίς να το σκεφτώ τρέχω προς το μέρος του με μίσος να πλημμυρίζει τα δάκρυα μου.
"Μη σε παρακαλώ φύγε μακρυά του σε παρακαλώ θα σε σκοτώσει" φώναξε με όση δύναμη του ειχε απομείνει.
Δεν μπορούσε να με σταματήσει. Ο άντρας με κοιτούσε με ματια ανέκφραστα ανοιχτόχρωμα γαλάζια. Παω να του επιτεθω αλλα εκεινος πιάνει το χέρι μου και το σπάει με μια κίνηση. Πόνος διαπέρασε όλο μου το σώμα.
"Γαμωτο σου έχεις πεθάνει τωρα" φώναξε με μίσος ο Τζος αν και δεν μπορούσε να κουνηθεί. Πεθαίνει. Το νιωθω.
"Μπαααα δεν το νομίζω Τζοσετ" αποκρίθηκε ήρεμα ο άντρας ενώ με τραβούσε με δύναμη προς τον Τζος.
"Εμένα θελεις να εκδικηθεις οχι εκεινη άφησε την δεν φταει σε τιποτα" είπε με παρακλητικο τόνο αυτή τη φορά. Είχα παραλύσει απτον πόνο και δεν μπορούσα να μιλήσω.
"Πολυ αργά" λεει και παει να με ρίξει στον καταρρακτη.
Τότε ο Τζος βγάζει το βέλος και του το καρφωνει στο στήθος. Ο άντρας πέφτει αναίσθητος στο έδαφος. Ο Τζος παει να με πιάσει αλλα χάνω την ισορροπία μου και πέφτω. Όσο πεφτω βλεπω τον Τζος να πηδαει στον καταρρακτη για να με προλάβει. Τι προσπαθεί να κανει; Αφού πλεον ειναι μάταιο. Χανομαι στο κενό. Όσο πιο κάτω πηγαινω τόσο πιο αμυδρή γινεται η όραση μου. Έπεσα με έναν δυνατό ήχο στο νερό και τρανταχτηκα ολόκληρη.Άνοιξα απότομα τα ματια μου. Το παράθυρο μου εχει ανοίξει και εχει λιγο δροσούλα. Νιωθω μια περίεργη ζαλαδα σαν να εχω ξυπνήσει απο λιθαργο. Δεν θυμαμαι πολλά απο αυτο που ειδα. Δεν μπορω καν να διαχωρίσω αν ήταν όνειρο ή εφιάλτης. Το μονο που θυμαμαι ειναι εκείνον. Τα ματια του. Δεν νομίζω να τα ξεχάσω ποτε.

DU LIEST GERADE
Hold me
RomantikΜεςα σε ενα λεπτό μπορεί να αλλάξουν ολα. Ολόκληρη η ζωή σου να ερθει τούμπα και εσυ να χαθείς σε έναν απέραντο ουρανό δίχως τελος. Οταν γνώρισε αυτο το αγορι ένιωσε κατι μεςα της να ξυπνάει. Κατι πρωτόγνωρο που κρυβόταν βαθιά μεςα της. Πολλοί το λέ...