10ο Κεφάλαιο

219 12 0
                                    

Την ίδια ώρα ο Γιώργης κατευθυνόταν στα χωράφια με τον Γιάννο δίπλα του. Η συζήτηση είχε ξεκινήσει λίγο πριν όμως ενώ ο Γιώργης συζητούσε για διαφορετικά θέματα ο Γιάννος τον έκοψε χωρίς εκείνος να το περιμένει και πόσο ακόμη τον λόγο που τον διέκοψε. Γύρισε απότομα κοιτάζοντας τον στα μάτια.

-Κυρ Γιώργη είναι αλήθεια ότι ο πατέρας μου ήταν με την γυναίκα σου;

-Γιαννο μου που άκουσες αυτές τις ανοησίες;

-Απο εσάς κυρ Γιώργη πείτε μου θέλω να ξέρω, αλήθεια είναι;

-Ναι αλλά σε παρακαλώ μην πεις τίποτα σε κανέναν σε παρακαλώ δεν χρειάζεται να μάθουν κάτι.

Το βλέμμα του Γιώργη σοβαρό και με κατανόηση ο Γιάννος είχε αρχησει να νιώθει τα μάτια του υγρά, ντρεπόταν για τον πατέρα του και για την Βαλεντίνη. Ντρεπόταν που έβλεπε τον Γιώργη στα μάτια. Πριν του ξεφύγουν κάποια δάκρυα έπεσε στην αγκαλιά του Γιώργη λέγοντας του τα λόγια που θα έπρεπε να είχε πει ο πατέρας του πριν πολλά χρόνια.

-Συγγνώμη κυρ Γιώργη, συγγνώμη

Ο Γιώργης έμεινε με τα χέρια του αδύναμα να τον αγκαλιάσουν το βλέμμα του κοίταζε το κενό όσα του είχε πει ο Γιάννος τον είχαν αφήσει έκπληκτο και χωρίς αντίδραση δεν ήξερε τι να κάνει πως να φερθεί. Στην αρχή ο θυμός που ένιωθε ήθελε να τον αποφύγει όμως η καρδιά και η αγάπη του Γιάννου προς εκείνον ήταν τόσο αγνή και τόσο ζεστή που κατάφερε να μαλακώσει και την σκληρή καρδιά του Γιώργη. Με μια βαθιά αναπνοή βρήκε το κουράγιο και έσφιξε τον Γιάννο πάνω του ξορκίζοντας έτσι τα λάθη του παρελθόντος. Τον άφησε κάποια δευτερολεπτα αργότερα από την αγκαλιά του κρατώντας τον ακόμη από τον ώμο και λέγοντας του πως εκείνος δεν έφταιγε σε τίποτα. Τον τράβηξε από τον ώμο τον αγκάλιασε με το ένα του χέρι και προχώρησε να πάνε μαζί στα χωράφια.

-------------------

Ενώ στην ακριβώς αντίθετη μεριά του χωριού στο σπίτι του Δούκα Σεβαστού επικρατούσε έντονη ανησυχία. Η Μυρσίνη δεν είχε δει ακόμη το χτύπημα του Σεργίου ενώ ο Μελέτης με τον Δούκα σκέφτονταν το επόμενο τους χτύπημα. Στο τέλος ο Δούκας ήξερε τι πραγματικά έπρεπε να κάνει. Σηκώθηκε από το γραφείο του και χωρίς να μιλήσει στον Μελέτη για το που θα πήγαιναν τον πρόσταξε απλά να τον ακολουθήσει χωρίς πολλές ερωτήσεις. Ο Μελέτης πραγματοποίησε την επυθιμεις του.

----------

Έφτασαν έξω από το σπίτι του Μιλτιάδη και ενώ ο Μελέτης ακόμη προσπαθούσε να ανατρέψει τον Δούκα από το να κάνει περισσότερα λάθη εκείνος χτύπησε χωρίς φόβο και με ορμή την πόρτα. Βλέποντας τους ο Μιλτιάδης στην αρχή του απώθησε από το να περάσουν μέσα. Ο Δούκας του εξήγησε πως είχε έρθει μονάχα για να λήξουν τα πράγματα ο Μιλτιάδης είπε πως θα πέρναγε μόνο εκείνος μέσα και αφού πρώτα θα τον διαβεβαίωνε πως δεν θα ταράξει την ησυχία του σπιτιού του. Ο Δούκας μπήκε μέσα με τον Μελέτη να περιμένει από έξω. Η ώρα πέρναγε και ενώ οι δύο νέοι μέσα δεν ήξεραν τι γινόταν έξω από το δωμάτιο τους στο σαλόνι πραγματοποιόταν μια δίκαιη κατά τον Δούκα συμφωνία. Ο Λάμπρος άφησε την Ελένη να κοιμάται στο κρεβάτι του "ανάθεμα και αν έχει κοιμηθεί σήμερα εξαιτίας μου" μονολογούσε από μέσα του. Βγήκε με δυσκολία έξω από την καμαρη και αυτό που αντίκρυσε τον έκανε να παγώσει. Χωρίς να χάσει το θάρρος του στάθηκε απέναντι από τον Δούκα καλύπτοντας με το σώμα του τον πατέρα του. Οι δύο άντρες βλέποντας τον πετάχτηκαν σαν ελατήρια και τα σώματα τους ήρθαν στις θέσεις που αρμοζαν για τον Λάμπρο.

Μια Διαφορετική ΙστορίαWhere stories live. Discover now