Ένα πρωί του Απρίλη, ο Αιμίλιος με την Κλαίρη αποφάσισαν να περάσουν το μεσημέρι στο κήπο της έπαυλης της αδερφής του καθώς ήταν ιδανικός για αυτήν την τόσο ζεστή και ταυτόχρονα δροσερή μέρα. Ο ήλιος χανόταν πίσω από τα πανύψηλα δέντρα στην αυλή και ένα δροσερό αεράκι σηκωνόταν αραιά κάνοντας τους ανθρώπους να αισθάνονται αναζωογόνηση.
Η Νίκη λιαζόταν κάτω από τον ήλιο στην κουνιστή της αιώρα και το έξι μηνών αγοράκι της βρίσκονταν στο καλαθάκι του, ακριβώς δίπλα της. Πριν λίγο είχε ταΐσει τον μικρό με μια φρουτόκρεμα την οποία εκείνο προτιμούσε σαφώς περισσότερο από το γάλα του και αμέσως μετά του τραγούδησε νανουρίσματα, παρατηρώντας το προσωπάκι και τα ροδαλά μαγουλάκια του με λατρεία.
Ο Αιμίλιος και η Κλαίρη κατέφτασαν στο κήπο συνοδευόμενοι από μία καμαριέρα και η αδελφή του μόλις τους είδε, σηκώθηκε από την αιώρα της για να τους υποδεχτεί.
« Πως είναι το μικρούλι σου ; Πόπο μεγάλωσε πολύ, από τότε που το είδα τελευταία φορά » έσκυψε η Κλαίρη πάνω από το καλάθι του, για να θαυμάσει την ομορφιά και την αθωότητα του μικροσκοπικού πλάσματος.
« Μια χαρά είναι, το τάισα προλίγου και πρόκειται να κοιμηθεί οσονούπω. Ελάτε καθίστε στις καρέκλες, υπάρχουν όπως βλέπετε στο τραπέζι πιάτα με ποικιλία φρούτων από φράουλες, πορτοκάλια και γκρέιπφρουτ εκτός και αν έχετε όρεξη για κάτι πιο πλούσιο όποτε μπορώ να πω στην Ερμιόνη την μαγείρισσα να σας ετοιμάσει...»
« Ευχαριστούμε αδερφή μην μπαίνεις στο κόπο έτσι και αλλιώς ερχόμαστε χορτασμένοι από το σπίτι, τα φρούτα συνίστανται και είναι ότι πρέπει για πιο ελαφρύ γεύμα »πετάχτηκε ο Αιμίλιος.
« Εντάξει...πείτε μου τα νέα σας έχουμε να ειδωθούμε μήνες σχεδόν »
« Όντως σαν σήμερα δύο χρόνια πριν τέλη του μήνα έγινε ο γάμος μας, θυμάσαι Αιμίλιε;»
« Ναι χαρά μου πως να μην θυμάμαι. Α κοίτα ποια ήρθε, η δεύτερη αδελφή μου » σχολίασε χαρωπά ο Αιμίλιος. Η Εριέτα ήρθε και αυτή στο κήπο για να καθίσει στο τραπέζι τους, μόλις βαρέθηκε το ξεφύλλισμα του περιοδικού και το μπάνιο στη κοντινή παραλία.
Ζούσε με την αδελφή της στην ίδια περιοχή, την Εκάλη. Είχε αποκτήσει και εκείνη ένα παιδί, ένα ζωηρό αλλά τρισχαριτωμένο και λαμπερό κοριτσάκι μόλις ενός έτους. Η μικρούλα είχε ανοιχτόχρωμα καστανά μακριά ολόισια μαλλάκια και αμυγδαλωτά μάτια, όπως ο πατέρας της Ξέρξης και φαινόταν να κληρονόμησε την εξυπνάδα και το ενεργητικό σφρίγος του. Η Εριέτα πιο ήπιων τόνων ήξερε πως όταν μεγάλωνε το κοριτσάκι, θα είχε μπελάδες μαζί του καθώς θα ήταν περίπου το ίδιο ασυμβίβαστη, αλλά ταυτόχρονα ανθρωπίστρια όπως ο καλός της Ξέρξης.
YOU ARE READING
Μην κλαις για έναν ανέντιμο (παύση-υπό επεξεργασία)
RomanceΗ Κλαίρη μια φτωχή, ορφανή από γονείς κοπέλα προκειμένου να συντηρεί την άνεργη αδερφή της και τα μικρά ανίψια τους πουλά κουρτίνες σε κατάστημα. Ο Πέτρος συνάδελφος και φίλος της είναι κρυφά ερωτευμένος μαζί της, όμως εκείνη τον αγνοεί. Ένας μεγαλ...