Κεφάλαιο δώδεκα

199 16 0
                                    

Όταν ξύπνησε ο Αλέξανδρος ένιωθε σαν να ξύπνησε από λήθαργο. Γύρισε δίπλα του να αγκαλιάσει την Γιώτα, όπως έκανε κάθε μέρα, ξέροντας ότι θα την βρει εκεί και θα του χαμογελάσει. Όμως γυρίζοντας πλευρό βρήκε την πλευρά της άδεια. Ανασηκωθηκε και την έψαξε στον χώρο. Δεν ήταν πουθενά στο δωμάτιο, αλλά δεν υπήρχε και σημάδι που να έδειχνε ότι ζούσε και εκείνη εκεί. Ο καθρέφτης απέναντι από το κρεβάτι ήταν άδειος από τις κολόνιες της και το make up της, η ντουλάπα άδεια από τα ρούχα της, στην πόρτα δεν ήταν κρεμασμένη καμία από τις τσάντες της, όπως συνήθιζε να τις αφήνει, ούτε υπήρχε το ζευγάρι γόβες που άφησε χτες το βράδυ πριν κοιμηθούν στα πόδια του κρεβατιού. Όσο για την πλευρά της, ήταν στρωμένη πλήρως. Ο Αλέξανδρος τρόμαξε, και σηκώθηκε για να την ψάξει μήπως ήταν πουθενά αλλιώς μες στο σπίτι. Μάταιος κόπος όμως. Η Γιώτα είχε εξαφανιστεί. Ο Αλέξανδρος ξαναπήγε στο δωμάτιο του και έκατσε στο κρεβάτι. Έριξε το κεφάλι του στα χέρια με απόγνωση. Που ήταν?

Την απάντηση του έδωσε το γράμμα της, που τότε πρόσεξε. Ήταν ακουμπισμένο στο μαξιλάρι της, σε έναν ροζ φάκελο αλληλογραφίας. Ο Αλέξανδρος τον θυμόταν αυτόν τον φάκελο. Της είχε κάνει δώρο αυτό το σετ αλληλογραφίας στην πρώτη τους επέτειο για την μια βδομάδα. Είχε φάει τον τόπο να βρει κάτι ρομαντικό για αυτήν, και, μην βρίσκοντας τίποτα, της πήρε κάτι και το μετέτρεψε σε ρομαντικό δώρο.
Πήρε τον φάκελο στα χέρια του και τον άνοιξε. Μέσα ήταν ένα ροζ χαρτί με τον γραφικό της χαρακτήρα πάνω. Άρχισε να το διαβάζει...

Αγάπη μου,
Αυτή τη στιγμή που διαβάζεις το γράμμα λογικά είμαι πολύ μακριά, μπορεί να έχω περάσει και τον Ατλαντικό. Ξέρω, απορείς με αυτά που διαβάζεις, αλλά στην θέση σου εγώ δεν θα απορούσα.

Σίγουρα τρόμαξες που δεν με βρήκες το πρωί δίπλα σου. Είχες για δεδομένο ότι θα ξυπνήσεις και θα είμαι εκεί, όπως κάθε μέρα. Λοιπόν, με λύπη σε ενημερώνω ότι δεν θα ξαναείμαι δίπλα σου όταν θα ξυπνάς, ούτε κοντά σου γενικά...

Θυμάσαι που παλιά με φώναζες Ποκαχοντας? Σου θυμίζω, έλεγες, ινδιάνα πριγκίπισσα. Όταν όμως σε ρώτησα αν θυμάσαι τι έγινε στο τέλος, πως κατέληξε η ιστορία της, γέλασες και μου είπες 《δεν ξέρω!!》. Θυμάσαι? Γέλασα και εγώ και δεν σου απάντησα. Ήρθε η ώρα να μάθεις...

τραγική σύμπτωσηWhere stories live. Discover now