-Σίγουρα δεν θα έχουν πρόβλημα οι δικοί σου να μη δώσουμε το όνομα της μητέρας σου στο αγγελούδι μας?
-Όχι, μάτια μου. Μας το ξεκαθάρισαν τόσες φορές, αφού δεν είναι και καλά τα ονόματα. Ας αποφασίσουμε εμείς.
-Δε γιόρταζε και κάποιος Άγιος χτες που γεννήθηκε να του την αφιερώσουμε...
-Τοσα ονόματα υπάρχουν. Ποιο είναι το αγαπημένο σου?
-Κάτι που να ταιριάζει στο λουλούδι μας...
-Είναι και άνοιξη τώρα...λουλούδι πράγματι! Το ομορφότερο!
-Ναι! Κοίτα έξω πόσο όμορφη μέρα έχει! Λες και γιορτάζει και η φύση μαζί μας είναι, αγάπη μου! Χαίρεται και εκείνη!
-Με συγχωρείτε, ο κύριος και η κυρία Καστρινάκη?
-Ναι, περάστε.
-Έφεραν αυτό το βασιλικό για εσάς. Για τα συγχαρητήρια για την κόρη σας! Κάποιος φίλος σας, έχει κάρτα.
-Βασιλικό? Τόσα φυτά τέτοια εποχή. Τέλος πάντων, ευχαριστούμε!
-Μη το λέτε κύριε. Μέσα Μάρτη με μέσα Απρίλη είναι η καλύτερη εποχή του βασιλικού! Το πιο αρωματικό φυτό και τόσο θεραπευτικό σαν βότανο...Πιστεύω ο φίλος ή η φίλη σας έκανε την καλύτερη επιλογή! Καλή συνέχεια!
-Ευχαριστουμε!!
-Μην γκρινιάζεις, βρε τέτοια μέρα. Θα έρθουν και οι δικοί μας όπου να ναι.
-Ναι, με συγχωρείς, καμία γκρίνια τέτοια μέρα ευτυχίας! Λοιπόν, σκέφτηκες?
-Βασιλική.
-Βασιλική?
-Ναι, Βασιλική! Άκουσες τι είπε? Η καλύτερη εποχή αυτή του βασιλικού. Ένα φυτό που χαρίζει το άρωμά του και τη γεύση του όλο το χρόνο, που θεραπεύει και η καλύτερη εποχή του είναι η άνοιξη! Έτσι και το μωράκι μας, γεννήθηκε άνοιξη που γιορτάζει όλη η πλαση αλλά εκείνη θα χαρίζει το φως της στους άλλους όλο το χρόνο, θα θεραπεύει, θα γαληνεύει! Θα είναι η πιο ξεχωριστή και όμορφη. Τι λες? Να την πούμε Βασιλική?
-Βασιλική, λοιπόν! Έκλεισε. Η μικρή πριγκίπισσα μας, η Βασιλική μας.Και πράγματι, λάτρευε την εποχή η μικρή πριγκίπισσα και ο,τι είπαν οι γονείς της πως θα τη χαρακτηρίζει ίσχυε παρόλο που εκείνοι το έβλεπαν, χρόνια τώρα, από τον ουρανό. Έναν κήπο μόνη της είχε στο πίσω μέρος του σπιτιού, το καταφύγιο της. Δεν ήταν μεγάλος και είχε δώσει αγώνα να της επιτρέψουν οι θείοι της να τον έχει και να τον περιποιείται αλλά τελικά τα ειχε καταφέρει. Πολλές γλάστρες, άλλες μικρές άλλες μεγάλες, με ποικιλία λουλουδιών και φυτών. Η Βασιλική τα φρόντιζε σαν αδελφάκια της -έτσι τα αποκαλούσε κρυφά. Τα πότιζε, τους έβαζε χώμα, τους τραγουδούσε και περνούσε μπόλικο από τον ελεύθερο της χρόνο εκεί, άλλοτε διαβάζοντας βιβλία, άλλοτε γράφοντας το ημερολόγιο της, άλλοτε απλά χαζεύοντας την ομορφιά τους. Το ξεκίνησε στα δεκατέσσερα της και τέσσερα χρόνια μετά, ο κήπος ήταν γεμάτος και υπέροχος. Έτσι και εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό του Μαΐου, χρόνια πριν, η Βασιλική περιποιούνταν τα λουλούδια της. Η μέρα ήταν ιδιαίτερη! Οι θείοι της είχαν φύγει ξημερώματα και θα επέστρεφαν το επόμενο μεσημέρι. Αν και έλειπαν μόνο τρεις-τέσσερις ώρες, την είχαν πάρει ήδη δύο φορές τηλέφωνο -ήταν η πρώτη φορά που την άφηναν μόνη στο σπίτι. Μα μόνο μοναξιά ή φόβο δεν ένιωθε η Βασιλική. Το απόγευμα γύρω στις οχτώ, θα πήγαινε ο Μαθιος και θα κοιμόταν εκεί -κρυφά από όλους, εννοείται. Η κοπέλα είχε ήδη σχεδιάσει ένα ολόκληρο δείπνο με σαλάτα, κυρίως πιάτο, γλυκό, όλα φτιαγμένα από την ίδια. Ήθελε να τον εντυπωσιάσει!
Αφού περιποιήθηκε τον κήπο της, λοιπόν, ξεκίνησε τις ετοιμασίες γεμάτη όρεξη και χαρά. Καθώς καθάριζε, τακτοποιούσε και μαγείρευε, άκουγε ραδιόφωνο, τραγουδούσε η ίδια, χορευε και όταν περνούσε μπροστά απο καθρέφτες κοντοστεκόταν και σκεφτόταν πώς θα έφτιαχνε τα μαλλιά της. Μερικές φορές περνούσε από το μυαλό της πως έτσι θα ήταν η ζωή της σε λίγο καιρό...σε ένα δικό τους σπίτι με τον Μαθιο, παντρεμένοι. Πόσα βράδια τρώει μαζί ενα ζευγάρι σε μια ολόκληρη ζωή? Αυτό θα ήταν μονάχα το πρώτο τους. Και μετα θα έμεναν μαζί, θα κοιμόντουσαν, θα ξυπνούσαν το επόμενο πρωί μαζί...για χρόνια, πολλά χρόνια, μέχρι το τέλος...
Καθώς πλησίαζε, όμως, η ώρα, η καλή διάθεση έδινε τη θέση της στο άγχος. Η Βασιλική γινόταν όλο και πιο νευρική, όλο και πιο αγχωμένη. Προφανώς και σκεφτόταν αν ένιωθε έτοιμη να προχωρήσει η σχέση τους. Ο Μαθιός θα την περίμενε για πάντα, αν του το ζητούσε αλλά ήθελε η ίδια να περιμένουν? Ή απόψε ήταν η βραδιά? Μόνοι σε ένα ολόκληρο σπίτι, πιο ελεύθεροι από ποτέ, η ιδανική περίσταση. Και τον ήθελε. Πραγματικά τον ήθελε. Της έλειπε πολύ όταν δεν ήταν μαζί και δεν τον χόρταινε όταν ήταν. Το φιλί του τη μεθούσε, η αγκαλιά του την μάγευε, ήθελε παραπάνω. Αλλά ο πόνος? Και αν τρόμαζε? Και αν δεν ήξερε τι να κάνει? Και αν εκείνος δεν το απολάμβανε? Ή αν απλά δεν ήθελε? Βλακώδεις ερωτήσεις, επέπληττε ύστερα τον εαυτό της. Όταν το συναίσθημα έχει σημασία, η καρδιά ορίζει το σώμα εκείνη τη στιγμή και μόνο όμορφα μπορεί να είναι. Αυτές οι σκέψεις όλο και γύριζαν στο μυαλό της. Έκανε μπάνιο μέχρι που άρχισαν να μουλιάζουν τα δάχτυλα της, φροντίζοντας να είναι εξαιρετικά καθαρή και περιποιημένη. Έβαλε και την αγαπημένη της κρέμα σώματος με άρωμα βανίλια που ταίριαζε και με την κολόνια της. Έστρωσε και το τραπέζι, άναψε κεριά, έφερε και ένα μισογεμάτο μπουκάλι κρασί -δε γινόταν να ανοίξει καινούργιο, θα ρωτούσαν οι δικοί της. Μισή ώρα πριν τις οχτώ ανέβηκε να ντυθεί. Έβγαλε σχεδόν όλα τα ρούχα της από την ντουλάπα και, τελικά, άρχισε να γελάει με τον εαυτό της που δεν ήθελε να φορέσει τίποτα από αυτά που είχε. Ήθελε κάτι...ιδιαίτερο. Και τότε το σκέφτηκε, θα φορούσε εκείνο το γαλάζιο φόρεμα που φορούσε στο πανηγύρι όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά! Είχε ιδιαίτερη σημασία και για τους δύο το φόρεμα αυτό, ο Μαθιός είχε αναφέρει πως το θυμόταν. Το φορούσε όταν την είδε και την ερωτεύθηκε για πρώτη φορά. Αυτό θα φορούσε και απόψε! Πρώτα βάφτηκε μόνο λίγο και ύστερα ντύθηκε. Άφησε τα μαλλιά της λυτά όπως εκείνο το βράδυ και έμεινε να κοιτάει τον εαυτό της στον καθρέφτη. Αναμνήσεις από το εκείνο το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία την κατέκλυσαν αμέσως -ή, σωστότερα, μια μόνο ανάμνηση. Μόνο ένα βλέμμα είχαν ανταλλάξει, τίποτα άλλο. Ένα βλέμμα που, ωστόσο, έκρυβε μέσα του την αρχή, τον πρώτο κιόλας χτύπο μιας αγάπης που θα διαρκούσε πέρα από τον χρόνο, μιας αγάπης που ένωσε δύο ανθρώπους, μια στιγμή για πάντα. Χαμογέλασε, κιόλας βουρκωμένη. Πόση ευτυχία, επιτέλους! Ο ήχος του κουδουνιού την έβγαλε από τις σκέψεις της. Έβαλε κολόνια και κατέβηκε γρήγορα κάτω. Πήρε μια βαθιά ανάσα, κοίταξε το τραπέζι να δει αν όλα ήταν εντάξει και άνοιξε. Ο Μαθιός έκανε να την αρπάξει και να την αγκαλιάσει μα όταν την είδε καλά σταμάτησε κάθε κίνηση. Κοίταξε το φόρεμα χαμογελώντας και μετά στα μάτια της.
-Το φόρεμα. Όπως τότε...
-Ναι. Σκέφτηκα ότι ταιριάζει...
-Αγάπη μου...
Την αγκάλιασε και την σήκωσε, τελικά. Αντάλλαξαν ένα ή δύο φιλιά και της έδωσε τα λουλούδια που κρατούσε.
-Βουκαμβίλιες!
-Σκέφτηκα ότι θα ταίριαζαν, είπε εκείνος όλο νόημα.
-Έλα, πέρασε, να κλείσουμε την πόρτα, μη σε δει κανείς.
Όταν έκλεισε την πόρτα, ο Μαθιός την αγκάλιασε από τη μέση ξανά.
-Είσαι υπέροχη. Υπέροχη! Πανέμορφη σαν νύμφη του πιο δροσερού ποταμού!
-Έλα μην υπερβάλλεις!
-Θα στο πω χίλιες φορές! Όταν σε είδα έτσι για πρώτη φορά ήθελα να το φωνάξω και έκανα να σε δω δύο μήνες! Σαν νεράιδα ερχόσουν στο μυαλό μου...Τώρα που σε έχω, θα το ακούς ολόκληρο το βράδυ!
-Πάμε? Έχω κάνει ετοιμασίες.
Δε σταματούσαν να κοιτούν ο ένας τον άλλον και να χαμογελούν. Συζητούσαν για πολλά, κυρίως για το μέλλον τους μαζί και γελούσαν. Η ώρα κυλούσε γρήγορα, ανεπαίσθητα. Τα κοπλιμέντα του Μαθιού τοσο για τις μαγειρικές ικανότητες της Βασιλικής όσο και για την ομορφιά της, έδιναν και έπαιρναν με εκείνη συχνά να κοκκινίζει. Όταν τελείωσαν, κάθισαν αγκαλιά στον καναπέ και έπιασαν πιο βαθιές συζητήσεις, μέχρι που ήρθε το πρώτο φιλί και ακολούθησε ένα δεύτερο, ένα τρίτο.
-Μαθιό...
-Ναι...?
Κοιταζόντουσαν βαθιά στα μάτια για λίγο, όταν η Βασιλική τον πήρε από το χέρι και τον οδήγησε στην κρεβατοκαμάρα της.
-Είσαι σίγουρη? Μπορώ να περιμένω.
-Το ξέρω αλλά δε θέλω να περιμένουμε άλλο.
Δεν ήταν καθόλου σίγουρη για το τι θα έκανε...άφησε μόνο την καρδιά της και τις αισθήσεις της να την καθοδηγήσουν. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι ήθελε να νιώσει τον Μαθιο πιο κοντά και πιο κοντά...
Οι κινήσεις του ήταν προσεκτικές, απαλές, γεμάτες έρωτα και στοργή. Έκαναν τη Βασιλική να νιώθει μοναδική, αγαπημένη. Σε λίγο και η ίδια πήρε περισσότερο θάρρος, ήθελε να του δείξει και τη δική της αγάπη.
Ξάπλωσαν και η Βασιλική ένιωσε πως αυτή θα ήταν η ομορφότερη βραδιά της ζωής της.
-Πες μου πότε θες να σταματήσω.
-Ποτέ.
Και ήταν, όντως, η πιο όμορφη βραδιά και για τους δύο. Δύο σώματα που επιτέλους έγιναν ένα, δύο καρδιές που επιτέλους ένωσαν τους χτύπους τους. Η αγάπη, ο έρωτας, το πάθος τους...σε ο,τι πιο δικό τους. Ήταν ακριβώς εκεί που ήθελαν να είναι, ο ένας στον άλλον. Εκεί που ονειρευόντουσαν να μείνουν για πάντα.
Κοιμήθηκαν αγκαλιά και όταν ο Μαθιός έκλεισε τα μάτια του, η Βασιλική έμεινε να τον κοιτάζει βουρκωμένη από ευτυχία. Πόσο τυχερή ήταν που την αγάπησε ένας τέτοιος άντρας...Ο Μαθιός ξύπνησε πρώτος, όμως. Η σειρά του να χαζεύει την νεράιδα του, να της χαϊδεύει απαλά τα μαλλιά. Όταν ξύπνησε και η Βασιλική, ο Μαθιός τη φίλησε στο μέτωπο.
-Καλημέρα, αγάπη μου.
-Καλημέρα, Μαθιο μου. Τι ώρα είναι?
-Νωρίς. Σχεδόν εννέα.
-Έχουμε χρόνο. Ας μείνουμε λίγο ακόμη εδώ.
-Θα μου δείξεις τον κήπο σου οταν σηκωθούμε?
-Θες να τον δεις?
-Θέλω να δω οτιδήποτε είναι σημαντικό για σένα. Το καταφύγιο σου πρώτο-πρώτο!
-Ωραία, θα σε πάω! Να είσαι ήσυχος, να μην τα ταράξεις.
Χαμογέλασαν. Έμειναν σιωπηλοί για λίγο, όταν ο Μαθιός ξεκίνησε να σιγοτραγουδάει...Έτσι όπως σ' έχω αγκαλιά
κι έχεις ακουμπήσει στα σεντόνια
Θεέ μου λέω η πρώτη μας βραδιά
κάνε να κρατήσει χίλια χρόνιαΠάνω απ' το απαλό σου το κορμί
πίνω σαν το μέλι τις σταγόνες
έλα να πετάξουμε μαζί
πάντα ερωτευμένοι στους αιώνεςΆγγιξέ με ζάλισέ με πάρε με ψηλά
φίλησέ με τύλιξέ με στα χέρια σου ζεστά
κι ας το πούμε κι ας ορκιστούμε κάθε μας βραδιά
όσο ζούμε να ξαναζούμε την πρώτη μας φοράΌπως αφηνόμαστε γλυκά
τώρα νυσταγμένοι στο κρεβάτι
Θεέ μου λέω να 'μαστε καλά
πάντα ξεχασμένοι στην αγάπηΈχεις κουραστεί μα εγώ είμαι εδώ
γείρε στο κορμί μου και κοιμήσου
όπου και να βγει θα σ' αγαπώ
έγινε η ζωή μου πια δική σουΆγγιξέ με ζάλισέ με πάρε με ψηλά
φίλησέ με τύλιξέ με στα χέρια σου ζεστά
κι ας το πούμε κι ας ορκιστούμε κάθε μας βραδιά
όσο ζούμε να ξαναζούμε την πρώτη μας φορά.Τα μάγουλα της Βασιλικής ήταν μούσκεμα από δάκρυα. Μόλις, τελείωσε ανασηκώθηκε και τον φιλούσε παντού στο πρόσωπο.
-Σε αγαπώ πολύ, πολύ! Τόσο πολύ που θα σπάσει η καρδιά μου!
-Και εγώ, μάτια μου. Σε λατρεύω. Τώρα και για πάντα.
-Για πάντα!
Τελικά, άργησαν να σηκωθούν αφού το πάθος τους, τους συνεπήρε ξανά και έσμιξαν τα σώματα και οι καρδιές.
Η Βασιλική του έδειξε τον κήπο και ο Μαθιος της υποσχέθηκε ότι στο σπίτι τους θα της ειχε έναν μεγάλο, δικό της κήπο. Έδωσαν το τελευταίο τους φιλί και ο Μαθιός έφυγε. Θα βρισκόντουσαν ξανά το επόμενο απόγευμα. Όταν έμειναν μόνοι, ο καθένας έκανε μια και μόνο ευχή...όσο ζουν να ξαναζούν την πρώτη τους φορά.Notes: Ορίστε και η πρώτη τους φορά❤ Όπως και πώς αποφασίστηκε το όνομα της Βασιλικής. 🌿 Ελπίζω να σας άρεσε!
Υγ: νομίζω το έχω ξαναδεί το τραγούδι σε κάποιο fic, δε θυμάμαι ποιο. Απλή αναφορά για να αποφευχθούν παρεξηγήσεις.🤗
YOU ARE READING
One Shot Collection - Μαθιος/Βασιλική
Short StoryΜικρές ιστορίες/Fics με τον Μαθιο και τη Βασιλική από τον Σασμο.