Μισή ώρα περιμένουμε τον Χρήστο να έρθει να μας βγάλει από εδώ.
Δεν μπορεί να κάνει πιο γρήγορα; Αν πεθαίναμε;
«Πότε θα έρθει;», ρωτάω τον Στέφανο ξεφυσώντας.
«Μπορείς να σκάσεις; Θα έρθει σου είπα, με έχεις ρωτήσει πενήντα φορές», μου λέει νευριασμένα ο εκείνος.
«Καλά».
Προσπαθώ να πηδήξω πάνω σε κάτι στρώματα γιατί κουράστηκα όρθια και εγώ στο πάτωμα δεν κάθομαι μαζί με όλη την σκόνη.
Δυστυχώς για εμένα δεν μπορώ να τα καταφέρω γιατί τα στρώματα είναι ψηλά και εγώ είμαι 1,65 με τα χέρια στην ανάταση...
Κάνω άλματα μα τίποτα. Πηδάω με φόρα, πάλι τίποτα.
Ο Στέφανος γυρίζει και με κοιτάει νευριασμένα.
«Τι θες; Προσπαθώ να ανέβω», του λέω ρίχνοντας του ένα δολοφονικό βλέμμα.
«Να κάνεις πιο ήσυχα θέλω, αρκετά έχω στο κεφάλι μου, έχω και εσένα τώρα», μου λέει ανταποδίδοντας στο βλέμμα.
Δεν του δίνω σημασία και συνεχίζω τις προσπάθειές μου για να ανέβω πάνω τους και να κάτσω επιτέλους.
Ακούω τον Στέφανο και ξεφυσά και τον βλέπω να πλησιάζει προς το μέρος μου.
Με καρφώνει με το βλέμμα του ενώ συνεχίζει να έρχεται με φόρα προς τα εμένα.
Νιώθω τα παγωμένα χέρια του να πιάνουν επιδέξια το ζεστό δέρμα της μέσης μου κάνοντάς με να ανατριχιάσω. Με σηκώνει με ευκολία και με ακουμπάει με δύναμη πάνω στα στρώματα.
Σφίγγει λίγο παραπάνω την μέση μου, και την φέρνει πιο κοντά στο σώμα του. Το στήθος μου πηγαίνει πάνω κάτω. Τον κοιτάω σχεδόν τρομαγμένη για το τι είναι ικανός να κάνει.
Σκύβει λίγο το κεφάλι του προς το πλάι για να μπορεί να με κοιτάξει. Νιώθω την καρδία μου να πηγαίνει πιο γρήγορα όσο νιώθω την ανάσα του τόσο κοντά μου.
Του ρίχνω μια κλεφτή ματιά. Ξεροκαταπίνω. Άβολο. Αμήχανο. ΚΑΙ. Άβολο.
Αφήνει λίγο την μέση μου και στηρίζει τα χέρια του δίπλα στα από τα μπούτια μου. Ξαναπιάνει την μέση μου πιο απαλά αυτή την φορά.
Νιώθω τους αντίχειρές του να χαϊδεύουν κυκλικά το δέρμα μου. Πλησιάζει το πρόσωπό του στον λαιμό μου και νιώθω τα χείλη του να ακουμπούν ελάχιστα το εύθραυστο δέρμα μου.
«Σ-σταμάτα».
Σηκώνει το κεφάλι του και με κοιτάει στα μάτια. Απομακρύνεται λίγο.
YOU ARE READING
ΜΗ ΜΕ ΑΦΗΣΕΙΣ
Teen Fiction~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ Η Εύα μετακομίζει χιλιόμετρα μακριά από τους φίλους της, σε μια νέα πόλη με το μόνο της στήριγμα τον πατέρα της. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της μετά τον χαμό της μητέρας της ήταν αρκετά δύσκολα και η μετακόμιση ήταν έν...