Prologue

345 33 9
                                    

"Έπιασα τον εαυτό μου να χαράζει ασυναίσθητα το όνομα της πάνω στο σκούρο ποτισμένο από το νερό της βροχής ξύλο με την άκρη του κλειδιού του αυτοκινήτου, συνήθεια που προσπαθούσα να αποφύγω τα τελευταία χρόνια της ζωής μου.

Alicia Couzman

Διάολε , φύγε από το μυαλό μου, παρακαλούσα - δεν ξέρω ποιον ακριβώς - και το χέρι μου τελείωνε ήδη το γράμμα Ζ."

Αύγουστος 2010, Σικάγο

Κοίταξα το ρολόι του κινητού, ήταν μόλις επτά το απόγευμα και είχε αρχίσει να βαθαίνει ολοένα και περισσότερο το χρώμα του ουρανού. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κάθισα σε ένα από τα μαύρα καθίσματα στην μία πλευρά της αίθουσας του αεροδρομίου κοιτάζοντας αφηρημένα το πλήθος. Ήμουν χαμένη στις σκέψεις μου σε μία προσπάθεια να συνειδητοποιήσω αυτό που συνεχώς ανέβαλα.

Πέντε χρόνια.

Το περίεργο συναίσθημα, αυτό που νιώθεις κάθε φορά που βρίσκεσαι ξανά μετά από χρόνια στο μέρος από το οποίο έτρεξες κάποτε μακριά, επέστρεψε όταν πάτησα το πόδι μου στο αεροδρόμιο του O'Hare. Ήμουν 17 όταν κοίταζα μέσα από τα αμέτρητα λευκά στο σχήμα του ρόμβου παράθυρα τα αεροπλάνα να φεύγουν περιμένοντας την σειρά μου. Ήμουν 22 όταν βρέθηκα πάλι στην ίδια καρέκλα να κοιτάζω παρόμοια αεροπλάνα να φεύγουν χωρίς εμένα μέσα.

Είχα επιστρέψει.

Νόμιζα πως αν έβλεπα τα πρόσωπά τους, το δικό του πρόσωπο θα έκλεινα το συγκεκριμένο κεφάλαιο της ζωής μου. Μου έλειπε το αντίο που δεν ειπώθηκε ποτέ. Κάθε μέρα, κάθε νέο ξεκίνημα που έκανα μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια μου θύμιζε συνέχεια πως το Σικάγο δεν με είχε ξεχάσει και πως χρωστούσα κάτι σημαντικο. Ένα συγνώμη ίσως στον άνθρωπο αυτό. Ήλπιζα να ήμουν αρκετά δυνατή για να το πω, αρκετά σκληρή ώστε να μην αφήσω το συναίσθημα και τις τύψεις μου να με νικήσουν, αλλά κανείς δεν το κατάφερε, γιατί να το καταφέρω εγω;

Η συνάντηση είχε δρομολογηθεί δύο μέρες μετά.

~~~

Το Σικάγο ήταν όπως το θυμόμουν πάντα. Όμορφο, μυστήριο, οικείο και κυρίως γκρίζο. Ένα φρούριο από πολλούς ουρανοξύστες που αν το παρατηρήσεις από την ακτογραμμή μοιάζει με πόλη φτιαγμένη από Lego.

Ο αέρας που έμπαινε από το ανοιχτό παράθυρο του αυτοκινήτου μου υπενθύμιζε πως ήμουν σπίτι και έπαιρνε τις σκέψεις μου για να τις μετατρέψει σε ένα αμήχανο λήθαργο. Τα δάχτυλά μου μπλεγμένα με τα δικά της. Η απαλή υφή του χεριού της μου ξυπνούσε ένα αίσθημα νοσταλγίας.

"Είμαι καλά." ψιθύρισα κρατώντας τα μάτια μου ακόμα κλειστά. "Καλώς σε βρήκα μαμά." συνέχισα.

Τον αναστεναγμό της ακολούθησε ένα λαμπερό χαμόγελο που, αν και δεν μπορούσα να δω , ένιωθα.

"Έχω παγωτό λεμόνι στο ψυγείο."

"Μου έλειψες."

"Μου λείπεις ακόμα Alicia."

Και εμένα μου έλειπα, όπως ήμουν πριν τα κάνω όλα άνω κάτω.

Α/Ν Ας σας καλωσορίσω και εγώ, όπως η μητέρα της Alicia, στην ιστορία μου.
Ελπίζω να σας αρέσει ο τρόπος που γράφω.
Well well well I'm LHDC !

Please vote !

Because of meWhere stories live. Discover now