Υπομονή.
Να διώχνεις τα κακά με την προσευχή.
Έτσι έμαθε.
Κόμπο κόμπο και μαζί με αυτούς προσευχή και νηστεία.
Όταν τάζεσε στην θρησκεία, στο Χριστό και στο έργο του, πρέπει να υπάρχει αποστασιοποίηση από τα πάθει τον άλλον.
Δεν είσαι αθάνατος ούτε έχεις την αγιότητα.
Δεν είσαι όμως ένας απλός θνητός, με κρίματα αμετάνιοτα.
Είσαι η γέφυρα, που ενώνει τον απόμακρο θεό με τους άπιστους ανθρώπους.
Δεν κρίνεις. Δέχεσε. Ακούς.
Και υποφέρεις για τους άλλους όπως έκανε και εκείνος.
Γιατί σε μια εξομολόγηση , ο αμαρτωλός διώχνει τις τύψεις του.
Ενώ ο ιερέας το κουβαλάει πάνω του.
Που θα μπορούσε όμως εκείνος να εξομολογηθεί τις αμαρτωλές του σκέψεις για εκείνη;
Πως θα μπορούσε να ξεβγάλει την ντροπή που νιώθει μετά από τα όνειρα που βλέπει με αυτή στον ύπνο του;
Τον καεί η φλόγα της αμαρτίας, τον τρώνε οι τύψεις που έχει.
Που έχει μπλέξει ένα τόσο αθώο και αγνό πλάσμα σε ακολασίες της φαντασίας του.
Ίσως και αυτή να μην είναι τόσο αθώα στο τέλος.
Έχει δει τα βλέμματα που του ρίχνει.
Τα μάτια της τον βρίσκουν πάντα μέσα στο πλήθος, σαν τον κυνηγό που ψάχνει το θήραμα του.
Τα πρωινά πήγαινε για μπάνιο στη λίμνη, ξέροντας πως εκείνος θα την έβλεπε έστω και από μακριά.
Δεν ήξερε πόσο ακόμα θα μπορούσε να αντισταθεί.
Η προσευχή και η νηστεία δεν τον βοήθησαν πολύ τώρα τελευταία και δεν είχε άλλο τρόπο για να πάψει να την σκέφτεται.
Τώρα τελευταία το είχε ρίξει στο κρασί, άλλη μια κατάχρηση, άλλη μια αμαρτία.
Όμως καλύτερα να πίνει παρά να την σκέφτεται ημίγυμνη στην αγκαλιά του.
Πλέον το μόνο που έτρωγε ήταν ελιές και ψωμί, κάθε μέρα.
Προσευχόταν τουλάχιστον κάθε φορά που την σκεφτόταν και κοιμόταν ελάχιστες ώρες, έχοντας φόβο ότι πάλι θα τον μαγέψει στα όνειρα του.
Ίσως να τον είχε πάλι πάρει ο ύπνος, γιατί την έβλεπε να μπαίνει τώρα στο μικρό του κατάλυμα.
"Αντρέι, χτύπαγα πόση ώρα και δεν μου άνοιγες, συγνώμη που μπήκα έτσι."
Εκείνος μουρμούριζε προσευχές μετρόντας του κόμπους στο κομποσκοίνι του.
"Σου έφερα λίγο φαγητό που περισσεύε , μου μήνυσε ο Κανέλλος. Είσαι καλά;"
Εκείνος ακόμα δεν της απαντούσε.
Η Θεοφανώ άφησε το φαγητό που κρατούσε και τον πλησίασε γονατίζοντας στο πάτωμα μαζί του.
Έπιασε το πρόσωπο του με τα χέρια της , τρυφερά χαϊδεύοντας τα μάγουλα του .
"Γιατί δεν μου μιλάς;"
" Πρέπει να αντισταθώ."
"Σε τι να αντισταθείς Αντρέι;"
"Σε σένα και στις ακολασίες του νου μου ."
"Γιατί;"
"Γιατί δεν μπορώ να το κάνω αυτό σε σένα."
"Και αν θέλω; Αν θέλω να μάθω για αυτές τις σκέψεις σου;"
Εκείνος την κοίταξε τότε μέσ'τα μάτια της, που ήταν γαλάζια σαν την θάλασσα.
Και σαν αμαρτωλός και αυτός, της εξομολογήθηκε τις σκέψεις του , λες και ήταν η δική του πίστη εκείνη.
"Βλέπω στον ύπνο μου ότι σε έχω στην αγκαλιά μου και ότι μαζί είμαστε τυλιγμένοι στα σεντόνια, ελεύθεροι από όλα."
"Μπορεί να γίνει πραγματικότητα, αν το θες και εσύ." Του είπε εκείνη με κομμένη ανάσα.
"Φοβάμαι."
"Θα βρούμε μαζί την λύση, σου το υπόσχομαι."
"Και αν αυτό που κάνω μας οδηγήσει στην κόλαση;"
"Τότε θα είμαστε και εκεί μαζί." είπε περνώντας τον στην αγκαλιά της.
Έπειτα εκείνος την φίλησε, εκπληρώνοντας επιτέλους τα όνειρα που είχε τόσο καιρό.
Και μέσα στο πάθος που είχαν βρει ο ένας στον άλλο εκείνη την βραδιά αλλά και κάθε άλλη βράδια που ήταν μαζί της, δεν ένιωθε την κάψα της αμαρτωλής φλόγας αλλά του πόθου που ένιωθε για αυτή.
Ίσως αυτή να ήταν η μεγαλύτερη αμαρτία του .
Όχι η ατίμωση του όρκου που πήρε να υπηρετεί το θεό, αλλά ότι για εκείνη δεν θα μετάνιωνε ποτέ τίποτα.
KAMU SEDANG MEMBACA
τι θα μπορούσε να γίνει
Fiksi Penggemarδιάφορες ιστορίες αυ για τους ΘΑ. Συνήθως one-shots αλλά θα δείξει.