Τρέχαμε δίπλα δίπλα κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου. Χαμένη μέσα σε ένα σκοτεινό τοπίο δίχως ανθρώπους, εγώ και εκείνος διασχίζαμε τα δικά μας χιλιόμετρα στον πυρετό της εφηβείας. Με κοίταξε με μια γαλήνια έκφραση στο πρόσωπο του κι ας τον απομάκρυνε η ομίχλη. Άγγιξα απαλά τα χέρια του, ήταν τόσο απαλά και μαλακά.
Συνειδητοποίησα έντρομος πως ακροβατουσα ολομόναχος στον γκρεμό, σε ένα λεπτό σχοινί. Άφεισα ένα ουρλιαχτό, χάνοντας την ισορροπία μου, όπου έπεσα στα πελώρια κύματα της φουρτουνιασμενης θάλασσας. Εκείνος είχε εξαφανιστεί από κοντά μου, δεν υπήρχε πουθενά. Χάθηκε... χάθηκε μέσα στην ομίχλη...η μάλλον μέσα στην δίνη...όπως είχε πει και ο Τζέφρι Νταμερ στην αδερφή του δολοφονημένου Έρολ Λίντσεϊ, σε ένα απειλητικό τηλεφώνημα που της έκανε...
Άνοιξα τα μάτια μου, νιώθοντας κάτι να με κόβει στον λαιμό. Αρχησα να βήχω, εβηχα δυνατά, νιώθοντας πως πνιγόμουν. Πετάχτηκα απ'τα σκεπάσματα με τον πανικό να σφυροκοπά ακούραστα τον εγκέφαλο μου. Κάτι ένιωθα στον λαιμό μου, είχα πνίγει...
Αρχησα να κλαίω, πηγαίνοντας πανω-κατω, ένιωθα ότι θα πάθω κρίση πανικού. Όλα μου φαινόντουσαν τόσο απόμακρα και σκοτεινά, ειμουν μόνος μου και κανένας δεν μπορούσε να με βοηθήσει. Επεσα κάτω στο πάτωμα, έτοιμος να χαθώ και εγώ μέσα στην δίνη. Σκέφτηκα την Ελπινίκη, πέρασε έτσι σαν φάντασμα απ'το μυαλό μου, όπου η ανάμνηση της φάνταζε τόσο μακρινή, λες και την είχα συναντήσει σε κάποια άλλη ζωή.
Αμέσως άρπαξα το κινητό μου...κάλεσα στο ινστα...τον Ανδρέα...
Προς έκπληξη μου εκείνος το σήκωσε αμέσως.
"Ναι ;", είπε
Συνέχισα να κλαίω, είχα απελπηστει...
"Βοήθεια..."
"Γιώργο;...όλα καλά ;"
"Ανδρέα...", έπεσα πάνω στο κρεβάτι, " Ανδρέα...Ανδρέα..."
"Πάρε μια ανάσα..."
"Όχι..."
"Πάρε μια ανάσα...έχεις πανικοβληθεί εντάξει ; Το παθαίνει και η μάνα μου αυτό...πάρε μια ανάσα..."
"Δεν θέλω να πεθάνω Ανδρέα...", έκλεισα τα μάτια μου, νιώθοντας αναίσθητος...δεν μπορούσα να κουνηθώ...
"Γιώργο ηρέμησε...ολα καλά ρε μπρο..."
"Ανδρέα..."
"Πάρε μια βαθυα ανάσα... εισπνοή απ'τη μύτη και εκπνοή απ'το στόμα...άσε την ανάσα σου να πέσει σιγά σιγά όπως οι σταγόνες της βροχής...και μετά πάλι, πάρε ξανά μια εισπνοή απ'τη μύτη, σαν να προσπαθείς να ρουφήξεις όλη την αλμύρα της θάλασσας και να την κρατήσεις στα πνευμόνια σου...μην την αφεισεις να φύγει όσο και αν εκείνη επιμένει..."
Άκουγα την φωνή του. Ήταν τόσο ήρεμη...ένιωσα μια ζεστασιά...προσπαθοντας να κάνω ο,τι μου έλεγε...Σιγά σιγά είδα το σώμα μου να πέφτει και να ηρεμεί. Οι μπόρα έφυγε και η θάλασσα ήταν πάλι γαλήνια και καθαρή...
"Γιώργο...;"
"Ναι..."
"Που μένεις ;"
"Στην θάλασσα..."
"Θέλεις να έρθω ;"
"Όχι...είναι βαθυα εδώ..."
"Άσε με να έρθω να σε βρω...θέλω να δω αν είσαι καλά..."
"Αλήθεια ;"
" Ναι...θα σε πάρω μία τεράστια αγγαλια..."
"Τι ώρα είναι ;"
"Κοντεύει 3:00..."
"Σίγουρα θέλεις να έρθεις ;"
"Νομίζω πως θα ερχόμουν ακόμα και αν εισουν χαμένος στο διάστημα...παρότι είναι κάτι που το φοβάμαι αρκετά..."
"Μα γιατί ; Το διάστημα είναι τόσο όμορφο...και εγώ θα ήθελα να χαθώ εκεί..."
"Εγώ θα ήθελα να χαθώ στην Σαχάρα, στην έρημο..."
"Δεν θα ζούσες για πολύ εκεί όμως..."
"Ούτε εσυ στο διάστημα..."
YOU ARE READING
I Would Swallow You If I Could
RomanceΟ Γιώργος ζει στην Κεφαλονιά μαζί με την οικογένειά του, σε ένα ψηλό νεοκλασικό σπίτι πλαι στην θάλασσα. Η ζωή του φαινομενικά κυλά πολύ όμορφα και ευχάριστα, όμως το νεαρό αγόρι αντιμετωπίζει από όταν πήγαινε στο Δημοτικό, την σκληρή φοβια της κατά...