Κεφάλαιο 7 ( Α' Μέρος)

28 4 0
                                    


“Η μοίρα σε προόριζε για εμένα. Ίσως σαν τιμωρία.”

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Ρώσος συγγραφέας


Τω όντι οι κατευθύνσεις του αγνώστου αξιωματικού την έβγαλαν στην πλατεία και ένιωσε μία βαριά πέτρα να πέφτει από την καρδιά της, μόλις αντίκρισε τα μεγαλοπρεπή κτήρια που την κατέκλυζαν από παντού. Σε κάποια άλλη περίπτωση θα έκανε την Ελπίδα να αισθανθεί ως ένα τούβλο πάνω σε έναν απέραντο τοίχο, όμως τώρα είχε την εντύπωση αυτά τα ογκώδης κτήρια την προστάτευαν από τα χέρια ενός παράφρονα. Κοίταξε τον μολυβί ουρανό και χαμογέλασε πλατιά, ευχαριστώντας τον Παντοδύναμο για τη σωτηρία της.

Άρχισε λοιπόν να περπατάει προς το ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε, το οποίο βρισκόταν ένα χιλιόμετρο πιο πέρα. Την είχαν προειδοποιήσει πως οι τιμές ήταν πολύ υψηλές, όμως η Ελπίδα μπορούσε να το αντέξει οικονομικά. Είχε μια ευχέρεια στο χρήμα, αλλά μεγαλύτερο ρόλο έπαιζε γι'αυτήν η εγγύηση της ασφάλειάς της καθ’ όλη τη διαμονή της στη γερμανική πρωτεύουσα.

Το δωμάτιο της ήταν το 343, στο τρίτο όροφο του κτηρίου. 

Το πεζοδρόμιο ήταν γεμάτο με πεζούς, οι οποίοι βιάζονταν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, καθώς στον γκριζωπό ουρανό άρχισαν να μαζεύονται μαύρα σύννεφα. Η Alexanderplatz πάντα είχε πολυκοσμία, είχε τόσο κόσμο όσο και στην Επτάλοφη, την οποία επισκέφτηκε λίγα χρόνια νωρίτερα. Πόσα διαφορετικά πρόσωπα πέρασαν από δίπλα της, ούτε που μπορούσε να τα επεξεργαστεί το μυαλό της. Ο καθείς είχε τα δικά του χαρακτηριστικά, τη δική του ομορφιά, αλλά και το κυριότερο, τα δικά του όνειρα. Κάθε φορά που η Ελπίδα ταξίδευε στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις της Ανατολής και Δύσης, συνειδητοποιούσε πόσο μικρός και περιορισμένος αποτελούσε ο μικρόκοσμος της Κύπρου, στον οποίο είχε μεγαλώσει και διαμορφωθεί. Περπατώντας ανάμεσα στην πολυκοσμία αυτή, καταλάμβανε πως ο κόσμος μας εμπεριέχει μυριάδες εκατομμύρια άλλους, οι οποίοι είχαν σχηματιστεί από τον κάθε άνθρωπο. Συνειδητοποιώντας αυτό, η Ελπίδα κατέληγε και στο συμπέρασμα και πόσοι άλλοι κόσμοι είχαν σβήσει με τον θάνατο ενός ανθρώπου... Όλα όσα έπλαθε για μία ολάκερη ζωή είχαν αφεθεί στη ατελείωτη γραμμή του χρόνου, όπως κι ο ίδιος. Αυτές οι σκέψεις της την τρόμαζαν πολλές φορές, γιατί τότε καταλάβαινε τη μηδαμινότητα του ανθρώπου σ’ αυτό τον κόσμο.

Δίπλα από την Ελπίδα ποιος δεν έχει περάσει από παιδιά μόλις δύο με τριών ετών μέχρι και ηλικιωμένοι. Περπατούσε στην άκρη του πέτρινου πεζοδρομίου, επειδή δεν ήθελε να ταλαιπωρείται με την κίνηση που υπήρχε στο πεζοδρόμιο. Όλα της φάνηκαν σουρεαλιστικά, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, αυτή η πόλη, ο ουρανός, όλα της φάνηκαν μονότονα, καταπιεστικά και παράλογα. Ένιωθε πως όλα τα πρόσωπα που είδε και αυτά που δε μπόρεσε, αποτελούσαν μαριονέτες στα μελλοντικά διαβολικά σχέδια του Κόμματος, καθώς το μάτι της εντόπιζε αρκετούς νεαρούς με στολή της Χιτλερικής Νεολαίας ή της Βέρμαχτ ή των Ες Ες ή των Ες Α ... Λίγοι άνθρωποι δεν ήταν ντυμένοι με στολή.

Ο Άγγελος του Θανάτου Donde viven las historias. Descúbrelo ahora