VII

173 10 2
                                    

Όλα είχαν αρχίσει να μαλακώνουν, όπως κι εκείνος• δεν ήταν πια η βαριά σκιά του εαυτού του. Η Θεοφανώ το ένιωθε στις μικρές στιγμές που μοιράζονταν – στον τρόπο που της χάιδευε τα μαλλιά καθώς κάθονταν στον ήλιο, στις σιωπηλές ματιές που αντάλλασσαν καθώς περπατούσαν ανάμεσα στους ελαιώνες. Το σκοτάδι που είχε τυλίξει την ψυχή του έδειχνε σημάδια υποχώρησης, και στη θέση του, άρχιζε να αναδύεται κάτι νέο, πιο φωτεινό. Ένα φως.

Ένα απόγευμα, ενώ ο ήλιος έγερνε πίσω από τα βουνά, οι δυο τους βρέθηκαν να κάθονται στο πέτρινο προαύλιο του αρχοντικού. Ο αέρας ήταν γλυκός, φορτωμένος με τα αρώματα του θυμαριού και της θάλασσας. Έκανε λίγη ψύχρα κι εκείνος της είχε ρίξει στους ώμους το παλτό του. Της έσφιξε το χέρι στο δικό του, και τα λόγια βγήκαν από μέσα του, αργά, σαν να τα ζύγιζε προσεκτικά.

«Θεοφανώ, πρέπει να μάθω τι συνέβη στον πατέρα μου,» είπε ξαφνικά, η φωνή του χαμηλή, γεμάτη αποφασιστικότητα. «Ποτέ δεν επέστρεψε στον πύργο των Λασκαραίων. Κάτι του συνέβη, και πρέπει να το ανακαλύψω.»

Εκείνη τον κοίταξε σιωπηλά για λίγο, αφήνοντας τα λόγια του να κυλήσουν μέσα της. Είδε μια φλόγα αναζήτησης που τον έκανε να φωτίζεται από μέσα και πόσο όμορφος ήταν στο φως τούτο.

«Θα το ανακαλύψουμε μαζί,» του είπε απαλά. «Θα σε βοηθήσω.»

«Πως;» την ρώτησε.

«Θα προσπαθήσω με το χάρισμα μου-»

«Όχι, καρδούλα μου.» την σταμάτησε. «Δεν θέλω να πιέσεις τον εαυτό σου.»

«Δεν θα πιεστώ. Θα προσπαθήσω να δω την αλήθεια.» του εξήγησε ήρεμα. «Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω.»

«Μην το κανείς για μένα αυτό.»

«Για 'σένα τα πάντα.» τεντώθηκε να του αφήσει ένα σαχλό φιλί στη μύτη. «Ούτως η άλλως δεν φοβάμαι αν είσαι κι εσύ εκεί.» του γέλασε.

Στον πύργο των Λασκαραίων, η ζωή ήταν άθλια, γεμάτη σιωπηλές και ηχηρές εντάσεις και κρυφές ματιές. Η άλλοτε πανίσχυρη οικογένεια είχε βυθιστεί σε απελπισία. Οι σύμμαχοί τους, που συνήθως στέκονταν πιστοί δίπλα τους, είχαν αρχίσει να απομακρύνονται. Κανείς δεν ήθελε πια να συνεργαστεί με δαύτους, φοβούμενοι ότι οι τελευταίες τους κινήσεις ήταν απελπιστικά ριψοκίνδυνες. Το όνομα που κάποτε έσπερνε σεβασμό και φόβο, τώρα ψιθυριζόταν με δυσπιστία και απαξίωση.

Δεν είχε βοηθήσει το πλήγμα που υπέστη η οικογένεια με τον παράνομο έρωτα μεταξύ νύφης κι αδερφού με τον Τζανή να κηρύττεται έννομος φυγάς. Οι Οθωμανοί, που παρακολουθούσαν στενά κάθε κίνηση τους, βρήκαν ευκαιρία να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση, απαιτώντας περισσότερους δασμούς και επιβάλλοντας αυστηρότερους ελέγχους. Τα βλέμματα όλων ήταν στραμμένα πάνω τους.

Το αρχοντικό Where stories live. Discover now