Ο αέρας ήταν κρύος εκεί ψηλά, στον έκτο όροφο της πολυκατοικίας, και τα φώτα της πόλης χόρευαν στα μάτια του, θολωμένα από το αλκοόλ. Τα πόδια του κρέμονταν στο κενό, γλιστρώντας επικίνδυνα προς την άβυσσο.
Το σώμα του ήταν βαρύ, τα χέρια του έτρεμαν, όχι από φόβο, αλλά από μια σκοτεινή αίσθηση παραίτησης. Κοίταξε κάτω, τα αυτοκίνητα έμοιαζαν σαν παιχνίδια, μικρά, ασήμαντα, κι όμως τόσο απειλητικά. Η ανάσα του ήταν κοφτή, ρηχή, με μια μυρωδιά ουίσκι να γεμίζει τα πνευμόνια του. Ένα γέλιο, πικρό και κομμένο στη μέση, βγήκε από το στόμα του καθώς έκανε το βήμα.
Η πτώση ήταν ατελείωτη. Ο κόσμος γύρω του χάθηκε σε μια θολή δίνη φωτός και ήχου. Ο άνεμος τον χτυπούσε στο πρόσωπο, κόβοντας τη σάρκα σαν χαστούκι. Κάθε χιλιοστό του δέρματός του ένιωθε την απόγνωση της ελεύθερης πτώσης. Τα χέρια του έψαχναν κάτι να πιαστούν, αλλά ήταν αργά. Το αίσθημα της βαρύτητας τον ρουφούσε προς τα κάτω, σαν μαύρη τρύπα.
Και τότε, ανάμεσα στον βρυχηθμό του αέρα, μια φωνή διέσπασε τον εφιάλτη. Καθαρή, γεμάτη αγωνία.
"Папа!!"
Η φωνή της Olga διαπέρασε το κεφάλι του σαν καρφί, τόσο δυνατή, τόσο αληθινή. Το όνομά του, μια λέξη τόσο γεμάτη πόνο και απελπισία. Ο Husk ένιωσε το στήθος του να συσπάται, οι κόρες των ματιών του να διαστέλλονται, και το αίμα του να παγώνει στις φλέβες. Τα δάχτυλά του τινάχτηκαν, ψάχνοντας να την αγγίξουν, να κρατήσουν κάτι.
Το έδαφος πλησίαζε. Το τέλος πλησίαζε.
Ξαφνικά, με έναν πνιχτό αναστεναγμό, πετάχτηκε από το κρεβάτι. Τα σεντόνια πεσμένα στο πάτωμα, το μαξιλάρι μουσκεμένο από ιδρώτα. Η καρδιά του χτυπούσε ανελέητα, το δωμάτιο γύρω του ήταν ξαφνικά ασφυκτικά στενό, κάθε σκιά τον απειλούσε. Το στόμα του ξερό, η ανάσα του γρήγορη, και η φωνή της Olga ακόμα αντηχούσε στα αυτιά του, μαχαιριά που δεν σταματούσε να τον χτυπά.
Σηκώθηκε αργά από το κρεβάτι, τα πόδια του αδύναμα, σαν να κουβαλούσε το βάρος όλων των λαθών που είχε κάνει. Κάθε βήμα τον έφερνε πιο κοντά στον καθρέφτη, και καθώς τον κοίταξε, μια αίσθηση παράξενης ανακούφισης τον πλημμύρισε. Όχι επειδή έβλεπε τον εαυτό του, αλλά επειδή αυτό που έβλεπε δεν ήταν πια το ανθρώπινο κουφάρι που είχε εγκαταλείψει.
Τα μάτια του πέρασαν πάνω από τη μορφή που του αντανακλούσε. Ένας γάτος με φτερά. Ένα πλάσμα που δύσκολα θα αναγνώριζε ο ίδιος αν το έβλεπε για πρώτη φορά, αλλά τώρα, αυτός ήταν. Οι άκρες των αφτιών του, διακοσμημένες με τις κούπες, σημάδι μιας ειρωνικής τύχης. Η γούνατου ανέμιζε απαλά, κι πισω τα φτερά του φάνταζαν σαν σύμβολα εξαγνισμού και τιμωρίας ταυτόχρονα. Μερικές φορές ακόμη δυσκολευόταν να τα κουβαλά. Τον εμπόδιζαν ακόμα και να πάει τουαλέτα...
VOUS LISEZ
Carnal Shadows-Σαρκικές Σκιές (A.D FANFICTION)(booklov)
Fanfiction+18 Ο προηγούμενος νταβατζής, Valentino,βρίσκεται ξαφνικά νεκρός μέσα στο στούντιο με αγγελικό μαχαίρι καρφωμένο στο λαιμό. Το πένθος και η χαρά μερικών δεν κράτησε, πολύ καθώς αναστατώνει ο ερχομός ενός καινούριου ονόματι Luca Vero Bla...