κεφάλαιο 12

3.1K 361 27
                                    



Εφτά μέρες... εφτά μέρες βρισκόμουν σε λήθαργο... μα κάθε φορά που άνοιγα τα μάτια ο πόνος της καρδιάς και του κορμιού μου με έκαναν να ουρλιάζω. Έπεφταν πάνω μου γιατροί και νοσοκόμοι και μου έκαναν ενέσεις για να με κρατούν ήρεμη. Οι φωνές μου τους ξεσήκωναν μα το μυαλό μου δεν λειτουργούσε... σαν να μην μπορούσε να αντέξει καμία σκέψη άδειαζε... και γέμιζε μόνο με πόνο και κλάμα.

Την όγδοη μέρα ξύπνησα σε διαφορετικό δωμάτιο. Μόλις ήρθαν όλα και πάλι στην θύμησή μου τα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν ανεξέλεγκτα στο πρόσωπό μου. "Δεν θέλω να σου κάνω άλλη ηρεμιστική" ο γνωστός γιατρός στεκόταν δίπλα μου και με κοιτούσε προβληματισμένος. Έκλεισα τα μάτια να μην τον κοιτάω... να μην ακούω... να πεθάνω... αυτό ήθελα εκείνη τη στιγμή να πεθάνω... "Χαρά.." είπε σιγανά και τον ένιωσα να κάθεται δίπλα μου. "Δεν γίνεται να συνεχίσεις έτσι από εδώ και στο εξής... Το πιο εύκολο πράγμα για μένα είναι να σου κάνω μια ακόμα ηρεμιστική ένεση και να σε αφήσω έτσι για μέρες... εβδομάδες αν θέλεις..." πήρε μια βαθιά ανάσα και είδα την σκιά των χεριών του να ανεβαίνουν στο πρόσωπό του. "Όμως...νιώθω... είμαι...υπεύθυνος για σένα, ο γιατρός σου" συνέχισε σιγανά, μα γύρισα το πρόσωπό μου προς την άλλη πλευρά. Δεν ήθελα να νοιάζεται κανένας για μένα... Δεν το άξιζα... έχασα το παιδί μου, απέτυχα να το προστατεύσω από το κτήνος που κρυβόταν μέσα στον άντρα μου. Ανάξια... ανάξια... Δεν έπρεπε να γυρίσω εκείνο το βράδυ πίσω. Ήξερα τι θα ακολουθούσε κι όμως το έκανα, γύρισα στο κολαστήριο ενώ ήξερα ότι ο διάβολος με περίμενε μέσα.

"Μ' ακούς Χαρά;" η φωνή του πάλι τρύπωσε στα αυτιά μου κι έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά. "Κάποια πράγματα πρέπει να ξεκαθαριστούν...Ξέρω δεν πρέπει να στα θυμίζω... όμως πρέπει να μου πεις τι έγινε... πως έγινε..." είπε αργά και ένιωθα το βλέμμα του καρφωμένο πάνω μου.

Για λίγο δεν μίλησα και η μορφή του Θοδωρή ήρθε στο μυαλό μου...κοιτώντας με, με εκείνο το αυστηρό του ύφος, που έκανε τα γόνατά μου να κόβονται και την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά.

"Που είναι;" κατάφερα να ψιθυρίσω και η σιωπή του μου έδωσε θάρρος να ρωτήσω πιο έντονα "ο άντρας μου που είναι;", μα η ίδια μου η φωνή έφτασε στα αυτιά μου.. βραχνή... αδύναμη...διαφορετική. "Έχει εξαφανιστεί" είπε κοφτά ο γιατρός. "Εκείνος το έκανε έτσι; Εκείνος κόντεψε να σε σκοτώσει;" ρώτησε και η φωνή του ακουγόταν σκληρή και αρκετά εκνευρισμένη για κάποιο λόγο. Δεν περίμενε την απάντησή μου σηκώθηκε απότομα και τον άκουσα να μονολογεί καθώς απομακρυνόταν από δίπλα μου "θα καλέσω την αστυνομία για κατάθεση". Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα και ο φόβος φώλιασε και πάλι μέσα τους "ΟΧΙ!" κατάφερα να φωνάξω και τον είδα να γυρίζει αργά το σώμα του προς τα μένα. Το πρόσωπό του παγωμένο με κοιτούσε με βλέμμα ανεξιχνίαστο. "Τι εννοείς όχι;" στάθηκε και πάλι δίπλα μου περιμένοντας την εξήγησή μου μα εκείνη την στιγμή άνοιξε η πόρτα και μπήκε μια νοσοκόμα κάνοντας την καθημερινή της νοσηλεία. Μια τελευταία ματιά μου έριξε μόνο και βγήκε από το δωμάτιο μουρμουρίζοντας διάφορα μα δεν μπορούσα να καταλάβω τίποτα. Η νοσοκόμα με ένα συγκαταβατικό χαμόγελο στα χείλη, μου άλλαξε τον ορό και με βοήθησε να πιω λίγο νερό.

Λίγο αργότερα έμεινα μόνη μου στο δωμάτιο και άφησα τις σκέψεις μου να ξεχυθούν. Έφερνα ξανά και ξανά τα χέρια στην κοιλιά μου εκεί που φιλοξένησα το αγέννητο παιδί μου για πέντε σχεδόν μήνες, μα ο ίδιος του ο πατέρας του στέρησε το δικαίωμα της ζωής... Εάν με κρατούσαν οι δικοί μου... εάν με άφηναν να μείνω... εάν με βοηθούσαν εκείνη την μέρα, τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί... Θα γλίτωνα από το τέρας, μα θα γλίτωνε και το παιδί μου... Οι σκέψεις μου με τρέλαιναν... αν... και ίσως... τίποτα δεν θα άλλαζε τώρα πια ... τίποτα...

Αρκετή ώρα αργότερα η πόρτα μου χτύπησε και μπήκε μια καλοντυμένη κυρία, κοντά στα πενήντα, κάθισε δίπλα μου και αφού με καλημέρισε ευγενικά, μου χαμογέλασε πλατιά. "Είμαι η Ελένη Κωνσταντοπούλου, Χαρά. Λυπάμαι πολύ για την απώλειά σου" μου είπε και το πρόσωπό της συνοφρυώθηκε απότομα. Δεν της απαντούσα, την κοιτούσα έντονα είναι η αλήθεια, μα λέξη δεν έβγαινε από το στόμα μου. "Είμαι εδώ για να σε βοηθήσω" συνέχισε εκείνη μα γύρισα το κεφάλι μου από την άλλη. Να με βοηθήσει... πως; Θα γύριζε το παιδί μου πίσω; Θα εξαφάνιζε τις πληγές από την ψυχή μου; Πως μπορούσε να με βοηθήσει;

"Είμαι η ψυχολόγος του νοσοκομείου Χαρά, μπορείς να μου μιλήσεις... μπορείς να μου πεις τι έγινε μόλις νιώσεις έτοιμη..." είπε ξανά και γω απλά έσφιξα τα μάτια μου να κλείσουν. Την άκουσα να αναστενάζει βαθιά και ένιωσα το χέρι της στον ώμο μου. "Όποτε με χρειαστείς μπορείς να με ζητήσεις" είπε απαλά και σηκώθηκε από την θέση της. Την ακολούθησα με το βλέμμα μου, μέχρι που άνοιξε την πόρτα και είδα τον γιατρό μου να στέκεται απέξω με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος του. Η πόρτα έκλεισε και με άφησαν πάλι στην ησυχία και στην μοναξιά μου...

Έπρεπε να συνέλθω γρήγορα... έπρεπε να επιστρέψω σπίτι μου, έλειπα πολλές μέρες και ο Θοδωρής θα θύμωνε. Θα με έψαχνε και θα ανησυχούσε. Έπρεπε να... τις σκέψεις μου τις διέκοψε η πόρτα που άνοιξε απότομα και μπήκε ο γιατρός μου με ύφος έξαλλο. "Δεν μου λες;" με ρώτησε άγρια, "δεν θες βοήθεια; δεν αγαπάς ούτε στο ελάχιστο τον εαυτό σου; Προτιμάς να μένεις με έναν άνθρωπο που σε χτυπάει, που απειλεί καθημερινά την ζωή σου;" συνέχισε τις φωνές και εγώ ανίκανη να αντιδράσω έμεινα να τον κοιτώ με μάτια ανοιχτά από την έκπληξη. Το βλέμμα του άγριο εξακολουθούσε να είναι καρφωμένο πάνω μου ενώ εγώ με κομμένη την ανάσα επεξεργαζόμουν τα λόγια του. "Δεν φταις εσύ Χαρά" είπε πιο απαλά "για ότι κάνει εκείνος... δεν ευθύνεσαι εσύ... εκείνος είναι σκάρτος... εκείνος έχει το πρόβλημα... εσύ είσαι το θύμα σε αυτή την ιστορία... με καταλαβαίνεις;" Τον κοιτούσα ανέκφραστη και στο μυαλό μου επικρατούσε μεγάλη σύγχυση. Από την μία σκεφτόμουν ότι έπρεπε να γυρίσω σπίτι με τον άντρα μου και από την άλλη οι φωνές μέσα μου μου έλεγαν να εμπιστευτώ τα λόγια του γιατρού. Δεν έφταιγα εγώ; Δεν έφταιγα εγώ; Αφού το φαγητό του ήταν παγωμένο, νευρίασε... το πουκάμισό του κακοσιδερωμένο, τον εξαγρίωσα, τα ντουλάπια άδεια... εκνευρίστηκε... Το κεφάλι μου γύριζε και τα αυτιά μου βούιζαν...


Η κραυγήOù les histoires vivent. Découvrez maintenant