κεφάλαιο 20

2.7K 348 25
                                    


Την πρώτη φορά που την είδα ήταν στο νοσοκομείο. Ήρθε σε άσχημη κατάσταση, με ένα βαθύ κάψιμο στο χέρι. Με το που την είδα νομίζω ότι ερωτεύτηκα τα μεγάλα πράσινα της μάτια. Όμορφη κοπέλα η Χαρά μα παντρεμένη, σκέφτηκα μόλις είδα την βέρα στο δάκτυλό της. Της φρόντισα το έγκαυμα, και σε κάθε μου άγγιγμα την ένιωθα να τραβιέται, να προσπαθεί ασυναίσθητα να απομακρυνθεί από κοντά μου. Ο άντρας της βρισκόταν συνεχώς στο πλευρό της, ένας νεαρός, στην ηλικία της Χαράς, μα δεν μου άρεσε... είχε κάτι το περίεργο... το σκοτεινό... Μιλούσε για την γυναίκα του και την προσέβαλε συνεχώς... πως κάηκε, πόσο αδέξια είναι... Από την αρχή κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το ζευγάρι... Τα μάτια της... το πως αντιδρούσε το κορμί της σε κάθε δικό μου άγγιγμα, κάθε φορά που ο άντρας την πλησίαζε... Κάτι δεν μου άρεσε και όλα επιβεβαιώθηκαν όταν ζήτησα να της μιλήσω ιδιαιτέρως. Το ύφος του συζύγου άλλαξε, έγινε επιθετικό, και ο τρόμος στο βλέμμα της Χαράς ήταν πλέον φανερός. Προσπάθησα να την κάνω να μιλήσει αλλά μάταια... Η καρδιά μου χτυπούσε εκείνη την μέρα δυνατά... Έπρεπε να την βοηθήσω... Φαινόταν τόσο ανυπεράσπιστη, τόσο εύθραυστη... και το κτήνος την κακομεταχειριζόταν... Βγήκα απογοητευμένος μα και θυμωμένος από το δωμάτιο καθώς μνήμες απροσκάλεστες έκαναν επιδρομή στο μυαλό μου και κατευθύνθηκα αμέσως στο γραφείο μου. Μίλησα στον συνάδελφο και φίλο για το περιστατικό μα με συμβούλεψε να μείνω μακριά... Εάν η κοπέλα δεν μας ζητούσε βοήθεια εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι. Επέστρεψα στο δωμάτιο μα η εκείνη είχε εξαφανιστεί. Η νοσοκόμα με ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της είχε υπογράψει για το εξιτήριο, και είχαν φύγει.

Για αρκετό καιρό δεν μπορούσα να ηρεμήσω...Την σκεφτόμουν... στο μυαλό μου ερχόταν τα μάτια της φοβισμένα και δακρυσμένα, και έβριζα τον εαυτό μου που δεν προσπάθησα να την βοηθήσω. Λίγο καιρό μετά επέστρεψαν και πάλι για να περιποιηθώ καινούρια τραύματα. Την άγγιζα και με το ζόρι κρατούσα τις γροθιές μου, με το ζόρι συγκρατούσα τον θυμό μου απέναντί του. Την ρωτούσα... την προέτρεπα να μιλήσει, την κοιτούσα στα μάτια και δεν πίστευα τον τρόμο που διέκρινα μέσα τους... Το καθίκι την έθαβε κάθε μέρα και πιο βαθιά... Της έκλεβε την ζωή, την έπνιγε...

Στον άντρα της έδειχνα πλέον καθαρά την αντιπάθεια μου. Στην τελευταία τους επίσκεψη, μόλις είχα τελειώσει τα ράμματα στο πίσω μέρος του κεφαλιού της Χαράς, τον κατηγόρησα ανοιχτά για τους τραυματισμούς της γυναίκας του. Τον απείλησα, τον έβρισα... και εκείνος απλά ειρωνευόταν... ήταν τόσο σίγουρος οτι η γυναίκα του δεν θα τον κατέδιδε..

Την άφησα να φύγει... ήξερα ότι αυτός θα το ξαναέκανε και εγώ απλά την άφησα και έφυγε στέλνοντάς την πίσω στην φυλακή της... Υπέφερα για αρκετό καιρό. Μνήμες άσχημες επανήλθαν, και δεν μπορούσα να ηρεμήσω τον εαυτό μου, δεν θα ησύχαζα μέχρι να βεβαιωνόμουν ότι θα ήταν ασφαλής... μακριά του...

Είχε περάσει καιρός μέχρι που ένα βράδυ, στην εφημερία μου, αναστάτωση προκλήθηκε στην είσοδο και οι νοσοκόμες έφεραν μια κοπέλα σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, στα επείγοντα, θύμα όπως όλα έδειχναν ξυλοδαρμού. Την αναγνώρισα αμέσως και η καρδιά μου έχασε ένα χτύπο. Θύμωσα... πραγματικά θύμωσα τόσο πολύ που τα χέρια μου έτρεμαν καθώς περιποιόμουν τα τραύματά της. Την βάλαμε κατευθείαν χειρουργείο καθώς δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε καρδιακό παλμό στο έμβρυο. Θυμάμαι... ακόμα θυμάμαι την αγωνία μου... τον φόβο μου... Το καθίκι την παράτησε στην είσοδο του νοσοκομείου και δεν έδινε μια για την γυναίκα του... δεν ενδιαφερόταν καν για το αγέννητο παιδί του...

Δυστυχώς δεν τα κατάφερε το έμβρυο, και δεν ήξερα πως θα τα κατάφερνα κι εγώ να της πω τα νέα όταν θα ξυπνούσε...Και είχα δίκιο... οι κραυγές της καρφωνόταν μέσα μου... τα δάκρυά της με έπνιγαν... Μια εβδομάδα της χορηγούσαμε ηρεμιστικά, προσπαθούσα να της μιλήσω μα έβλεπα τον πόνο μέσα της, έβλεπα την μάχη που έδινε, έβλεπα την απελπισία στα μάτια της. Τότε απλά το π.ήρα απόφαση, το καθίκι θα πλήρωνε για τις αμαρτίες του και την Χαρά θα την έσωζα εγώ. Δεν κατάφερα να σώσω μια ψυχή χρόνια πριν, θα το έκανα αυτή τη φορά.

Ανέλαβα να την στείλω στο κέντρο κακοποιημένων γυναικών στην Αθήνα. Τα είχα κανονίσει όλα εκτός... από το να συνειδητοποιήσω πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση της Χαράς. Απομονώθηκε ακόμα πιο πολύ... το τέρας μέσα της την έτρωγε, οι εφιάλτες της ρουφούσαν την ζωή που της είχε απομείνει και εγώ απλά στεκόμουν θεατής... Μα όχι πια.

Μετά την μεγάλη της κρίση ένα βράδυ, αποφάσισα να πάρω την ψυχική της υγεία στα χέρια μου. Να αναλάβω να την κάνω καλά, να την κάνω να ξεχάσει, να επουλώσω τις πληγές της, να της δείξω ότι η ζωή είναι ωραία, κι ας μην είχε γνωρίσει αυτή την πλευρά της μέχρι τότε. Ήθελα να της δείξω ότι μπορεί να ονειρευτεί ακόμα και τώρα, ότι έχει μέλλον που την περιμένει... Να της δείξω ότι το φιλί μπορεί να είναι απαλό... να της δείξω ότι τα χέρια μπορούν να χαιδεύουν... ότι τα κορμιά μπορούν να ενωθούν όταν το θέλουν και τα δύο... και όλα αυτά είναι όμορφα... είναι αγνά... Ήθελα να της δείξω την αγάπη αρκεί να με άφηνε... να της δείξω μόνο την αγάπη..


Η κραυγήDonde viven las historias. Descúbrelo ahora